Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

199 χρόνια απο την έξοδο του Αρεως


 ΟΜΙΛΙΑ

Αντιναυάρχου εα Πελοπίδα Αγγελοπούλου

Επίτιμου Α΄. Υπαρχηγού Λ.Σ.

Πρόεδρου της Λέσχης Αξιωματικών Λ.Σ.

«Εκφωνήσεις παρισταμένων επισήμων

 Κυρίες και Κύριοι,

 Αγαπητοί, απόγονοι των ένδοξων Ηρώων Αναστάσιου Τσαμαδού και Σταύρου Σαχίνη, Κοι Ιωάννη Σαχίνη και Ιωάννη Τσαμαδέ, αμφότεροι εξ Ύδρας και επίλεκτα στελέχη Αδελφότητας των Υδραίων εν Αθήναις και του ενδόξου ήρωος  του Βαλτετσίου και της Τριπολιτσάς Χρήστου Αναγνωσταρά ή Παπαγεωργίου εκ Πολιανής Μεσσηνίας κύριε Χρήστο Κορομηλά ανώτερε αξιωματικέ του Πεζικού,

Κατά την διάρκεια των αιώνων και την καταγεγραμμένη ιστορία, το Ελληνικό Έθνος πολλές φορές βρέθηκε αντιμέτωπο με εχθρούς που υπερτερούσαν αριθμητικά. Για να καταφέρει να επιβιώσει και να υπερασπιστεί την πατρίδα και την ελευθερία του, ο Έλληνας αναγκάστηκε να αναπτύξει ιδιαίτερες πολεμικές τακτικές και δεξιότητες και να χρησιμοποιήσει περισσότερο το μυαλό και την εξυπνάδα, παρά την δύναμη στην οποία μειονεκτούσε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατά την αρχαιότητα, υπήρξε η ναυμαχία της Σαλαμίνας, κατά την οποία οι Έλληνες κατάφεραν να ανακόψουν την επέλαση της δεσποτικής και πολυάριθμης Ασίας με ένα πολύ μικρότερο πολεμικό στόλο από αυτό των εχθρών τους αλλά με περισσό πείσμα, τακτική και ναυτική δεξιοτεχνία.

Ανάλογα περιστατικά επαναλήφθηκαν σε κάθε εποχή και πολλά από αυτά έγιναν σύμβολα της επιμονής του λαού μας και ενέπνευσαν καλλιτέχνες, συγγραφείς αλλά και ανώνυμους αγωνιστές του δικαίου και της ελευθερίας μας.

Ένα από αυτά τα περιστατικά, κατά την διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα, του 1821, υπήρξε η έξοδος του Άρεως.

Πρόκειται για την ηρωική έξοδο που πραγματοποίησε το μπρίκι του Τσαμαδού από το κλοιό του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου, στο Ναυαρίνο το 1825.

Στις 26 Απριλίου του 1825 ημέρα Κυριακή, ο Τουρκοαιγυπτιακός στόλος του Ιμπραήμ εισέπλευσε στο Ναυαρίνο, με σκοπό να ενισχύσει τους πολιορκημένους Οθωμανούς στη Σφακτηρία και το Νεόκαστρο, που είχαν καταληφθεί από τους επαναστατημένους Έλληνες.

Τα ελληνικά πλοία προσπάθησαν να απομακρυνθούν γρήγορα από το λιμάνι, γιατί διέτρεχαν  τον κίνδυνο να αποκλεισθούν.

Ο « Άρης» ωστόσο καθυστέρησε να αποπλεύσει περιμένοντας τον Κυβερνήτη του, Αναστάσιο Τσαμαδό αφού το πλήρωμα του, δεν είχε μάθει ακόμη ότι μόλις είχε σκοτωθεί στην μάχη της Σφακτηρίας.

Τελικά την δύσκολη προσπάθεια διαφυγής ανέλαβε ο Ύπαρχος Νικόλαος Βότσης μαζί με τον Υποπλοίαρχο Δημήτριο Σαχτούρη.

Η έξοδος προς την ανοιχτή θάλασσα είχε κλείσει από τα αιγυπτιακά πλοία. Οι ναύτες έφεραν την εικόνα της Παναγίας στο κατάστρωμα και παίρνοντας θάρρος επιχείρησαν την ηρωική έξοδο. Με ομοβροντία των δεκαέξι κανονιών του, ο «Άρης» κατάφερε να διασπάσει τον κλοιό και επιπλέον να προξενήσει μεγάλες ζημιές στον εχθρό, περνώντας ανάμεσα από πενήντα επτά (57) συνολικά ισχυρότερά του εχθρικά πλοία, που έβαλαν εναντίον του, συνεχώς. Κατέφθασε στην Καλαμάτα με δύο (02) νεκρούς, έξι (06) τραυματίες και εντελώς κατεστραμμένα τα πανιά τους.

Οι Υδραίοι Αναστάσιος Τσαμαδός Κυβερνήτης του «Άρεως» και Σταύρος Σαχίνης χιλίαρχος-Φρούραρχος της Σφακτηρίας, ο Υπουργός Πολέμου Στρατηγός Αναγνωσταράς, ο φιλέλληνας Ιταλός Κόμης SANTAROSA, εκατό (100) ναύτες από τα υδραίικα πλοία, τριάντα (30) από τα σπετσιώτικα, εκατό πενήντα (150) άνδρες του Αλεξ. Μαυροκορδάτου (Γ.Γ. του εκτελεστικού), και πολλοί άλλοι, συνολικά τετρακόσιοι πενήντα (450) φονεύθηκαν.

Ο γενναίος Τσαμαδός πληγώθηκε σε δύο μέρη μαχόμενος και κατακρεουργήθηκε, ο δε Σταύρος Σαχίνης όρμησε με ξίφος στο πλήθος των Αιγυπτίων και εξαφανίσθηκε. Η Σφακτηρία καταλήφθηκε από τους Αιγύπτιους μέσα σε δύο ώρες. Περί τους πεντακόσιους αμυνόμενους Έλληνες μπόρεσαν να σωθούν υποχωρούντες ατάκτως, μέσω του βόρειου στενού περάσματος Σφακτηρίας-στεριάς. Ελάχιστοι που αμύνθηκαν μέχρι τέλος κατόρθωσαν καταδιωκόμενοι να ριφθούν στην θάλασσα και όσοι δεν πνίγηκαν να καταφύγουν στο Παλαιόκαστρο, άλλοι να επιβιβασθούν στα ελλιμενισμένα πλοία.    

Τα ευρεθέντα εκεί πλοία μας δεν ήσαν σε κατάσταση να αντιταχθούν στις εχθρικές ενέργειες, διότι το περισσότερο πλήρωμα είχε αποβιβασθεί στην Σφακτηρία για να την υπερασπισθούν, και από αυτούς πολλοί φονεύθηκαν ηρωικά και πολλοί τραυματίσθηκαν.

Τα ελληνικά πλοία, έκοψαν βιαστικά τις άγκυρες και έφυγαν να βγουν από το Ναυαρίνο.

Ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης, που παρακολουθούσε την ναυμαχία από το φρούριο του Νεόκαστρου, γράφει: «Σώθηκαν με μεγάλο κίνδυνο και απερίγραπτη γενναιότητα αυτείνοι οι άνθρωποι του καραβιού. Άλλο είναι να το λέπη άνθρωπος και άλλο να το λέγη. Σώθηκαν με την βοήθεια του θεού δίνοντάς τους ανδρεία πολλήν».

Λέγεται ότι ο Ιμπραήμ, που παρακολουθούσε την ανήκουστη ναυμαχία από το στρατόπεδο του, κάτω από τα τείχη του φρουρίου, εξεπλάγη από την επιδεξιότητα του Έλληνα Πλοιάρχου (Νικόλαου Βότση Κυβερνήτη πλέον του ΑΡΕΩΣ), και την γενναιότητα των ναυτών, και αναφώνησε στους γύρω δικούς του: «Πιάστε αυτόν τον Γκιαούρη να τον κάνω Αρχιναύαρχο. Κρίμα σε σας, ντροπή σας».

Η διαφυγή του «ΑΡΗ», μέσα από ισχυρό κλοιό εχθρικών πλοίων και πυροβολείων ξηράς, μαχόμενου και προξενώντας απώλειες στον εχθρό, αποτελεί κατόρθωμα από τα σπανίως αναφερόμενα στη ναυτική ιστορία. Ελίχθηκε με αξιοθαύμαστη δεξιότητα αντιμετωπίζοντας τα διαδοχικώς επερχόμενα εχθρικά πλοία, οι δε ναύτες του, πολέμησαν με γενναιότητα και έσωσαν τους εαυτούς των και το καράβι. Το ελληνικό ναυτικό, παρά την κατάπτωση, στην οποία είχε αφεθεί, λόγω της παράτασης του αγώνα και των σοβαρών πολιτικών προβλημάτων, διέθετε ακόμη στους κόλπους του  άνδρες με υψηλό πατριωτισμό και δυνατό ψυχικό σθένος.

Ο « ΑΡΗΣ» μετά από δύο ημέρες, κατέπλευσε στην Ύδρα, με μεσίστια σημαία, κουβαλώντας δύο (02) σκοτωμένους πέραν αυτών που άφησαν τα σώματά τους στη Σφακτηρία), επτά (07) τραυματισμένους, ένα σκαρί σε άθλια κατάσταση , και μία αμάραντη Δόξα. Ήταν ο αναμφισβήτητος νικητής.

Ακόμη μη λησμονούμε και την θυσία των εκατό τριάντα (130) ναυτικών από όλα τα πλοία της Μοίρας, οι οποίοι άφησαν τα κορμιά τους πάνω στην Σφακτηρία, ή σακατεύθηκαν, υπερασπίζοντες από κοινού το νησί.

« Ο ηρωισμός δεν έχει διαβαθμίσεις, ούτε γνωρίζει διακρίσεις. Ο ηρωισμός πρέπει να αναγνωρίζεται σε όλους όσοι τον επιδεικνύουν». Εδώ έχουν θέση τα λόγια του ποιητή: «Εδώ δεν ξεχωρίζουν με ονόματα οι νεκροί στη δόξα, σμίγουν όλοι, και ένας είναι όλοι αυτοί».

Τιμής ένεκεν, λοιπόν αναφέρομαι τα πλοία και τους Κυβερνήτες της Ελληνικής Μοίρας, κατά σειρά εξόδου από τον όρμο του Ναυαρίνου:

1) «Αλέξανδρος», Υδραίικο, με τον Βασίλειο Μπουντούρη,

2) «Λυκούργος», Σπετσιώτικο, με τον Θεόδωρο Σάντο,

3) «Αθηνά», Υδραίικο, με τον Ιωάννη Μακρυμούρα,

4) «Αχιλλεύς», Σπετσιώτικο, με συγκυβερνήτες τους Γ.κ. Α. Ορλάνδο.

5) « Ποσειδών», Σπετσιώτικο με τον Θεόφιλο Μουλά,

6) «ΑΡΗΣ», Υδραίικο με Κυβερνήτη τον Νικόλαο Βότση και ύπαρχο τον Δημήτριο Σαχτούρη.

7) Το υδραίικο « Θρασύβουλος», με τον Σταμάτη Ράπτη διέφυγε πιο νωρίς από τα παραπάνω.

8) Σχετικά με την υδραίικη μικρή γολέτα « Αθηνά»  με τον Λάζαρο Νέγκα, εγκαταλείφθηκε στον όρμο αφοπλισμένη.

 Τιμή και δόξα στους ήρωες ναυτικούς μας.

 ΖΗΤΩ ΤΟ ΈΘΝΟΣ

 Σας ευχαριστώ»


Ξημερώνοντας 26 Απριλίου θέλω νά μοιραστω κάποιος σκέψεις για την αποφραδα εκείνη ημέρα τού 1825 όπου κατά τών Μακρυγιάννη ήταν μία μαύρη ημέρα γιατί χάσαμε πολλά παληκάρια στην κατάληψη τής Σφακτηριας.
Τότε τὰ καράβια τὰ Τούρκικα βαρούγαν ἐκείνους εἰς τὸ νησὶ μὲ τὰ κανόνια, δὲν τοὺς ἔδωσαν καιρὸν νὰ ὀχυρωθοῦνε, καὶ ἦταν εἰς τὸ σιάδι. Οἱ φελοῦκες πλῆθος μὲ τ᾿ ἀσκέρια τὰ Τούρκικα κάμανε ντισμπάρκο ἀπάνου εἰς τὸ νησί. Αὐτεῖνοι πολλοί, οἱ ἐδικοί μας ἀδύνατοι – καὶ κάτι ὀλίγοι γλύτωσαν ἀπὸ τοὺς δικούς– μας κατὰ τὸ μέρος τοῦ Ἀβαρίνου. Ρίχνονταν εἰς τὴν θάλασσα κι᾿ ὅσοι μέναν χωρὶς νὰ πνιγοῦνε ἐκεῖνοι γλύτωσαν. Χάθηκαν ἐκεῖ κεφαλὲς ὁ Τζαμαδός, ὁ Ἀναγνωσταρᾶς, ὁ Σαΐνης, ὁ Σίμος κι᾿ ἄλλοι πολλοί…Εἰς τὸ νησὶ ἀπάνου ἦταν κι᾿ ὁ Μαυροκορδάτος, μπῆκε εἰς τὸ καράβι τοῦ Τζαμαδοῦ, μπῆκε κι᾿ ὁ Σαχτούρης μέσα ὁ φρούραρχος τοῦ Νιόκαστρου, καὶ πολεμώντας μ᾿ ὅλα τὰ καράβια τῶν Τούρκων σώθηκαν μὲ μεγάλον κίντυνο καὶ μ᾿ ἀπερίγραφη γενναιότητα ὁποῦ ῾δειξαν αὐτεῖνοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ καραβιοῦ Ἄλλο ἦταν νὰ τὸ λέπη ὁ ἄνθρωπος κι᾿ ἄλλο νὰ τὸ λέγη. Σώθηκαν μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, δίνοντάς τους ἀντρεία πολλή.
Σήμερα ξημερώματα 26 Απριλίου 2024 κλείνουμε 199 χρόνια από εκείνη την ημέρα δεν νοείται ή Πύλος νά μήν έχει ένα μουσείο ναυτικής ιστορίας, κάνοντας αυτές τίς σκέψεις θά πρέπει νά κάνω καί κάποιες προτάσεις.
Τό 1975 τα σόναρ από τό Καλυψώ τού Κουστώ εντόπισαν άγκυρες καί κανόνια τά οποία υπάρχουν ακόμη στο βυθό τού Ναυαρίνου, ό δήμος Πύλου έπρεπε νά είχε χρηματοδοτήσει υπογράφοντας ένα μνημόνιο συνεργασίας Με τη ΕΕΑ εφορία εναλίων αρχαιοτήτων για την ανέλκυση αυτών καί την δημιουργία ενός υπαίθριου μουσείου ναυτικής ιστορίας στο χώρο τού παλιού μουσείου τό οποίο έπρεπε εξ ολοκλήρου νά είχε ανακαινισθεί για τό σκοπό αυτό .
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΟΣΚΑΛΤΣΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου