23η Μαρτίου
Η πραγματική Εθνική Εορτή πρέπει να εορτάζεται την 23η Μαρτίου
Η αγώνας για την ελευθερία των Ελλήνων ξεκίνησε με το πέρασμα του ποταμού Προύθου, στην Μολδοβλαχία, από τον Υψηλάντη, στις 22 Φεβρουαρίου 1821 (6 Μαρτίου με το νέο ημερολόγιο) και την προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ήταν ένα κίνημα που εκδηλώθηκε σε ξένη χώρα και έσβησε σε ξένη χώρα. Αν και το αρχικό σχέδιο προέβλεπε και ταυτόχρονη εξέγερση στην Ελλάδα, εδώ ακολουθήθηκε άλλη διαδρομή. Ο Χριστόφορος Περαιβός το 1818 κατέβηκε στην Μάνη, στις Κιτριές, και κατόρθωσε να ομονοήσει τους Μανιάτες Μπέηδες και να συμφωνήσουν ότι θα αγωνιστούν για την ελευθερία της Ελλάδας. Απότοκο της Συμφωνίας των Κιτριών ήταν η πάμμανιάτικη σύναξη στην Αρεόπολη (τότε Τσίμοβα), 17 Μαρτίου 1821, όπου αποφασίστηκε να αρχίσει ο αγώνας για την ελευθερία.
Μία υποχρέωση των Μανιατών για την αυτονομία τους, ήταν να παράσχουν στρατιωτική προστασία στον αγά της Καλαμάτας, όποτε αυτός το ζητούσε. Τις ημέρες του Μαρτίου 1821 είχαν πληθύνει οι ενδείξεις ότι οι Έλληνες ετοίμαζαν επανάσταση, ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη του φορτίου όπλων που είχε φθασει στην Καρδαμύλη, στις 18 του μήνα. Τότε ο αγάς Σουλεϊμάν Αρναούτογλου ζήτησε από τον Μπέη της Μάνης Πέτρο Μαυρομιχάλη να του παράσχει προστασία, όπως είχε υποχρέωση. Ο Πετρόμπεης έστειλε στις 22 Μαρτίου στην Καλαμάτα 150 άνδρες υπό την αρχηγία του γιου του Ηλία Μαυρομιχάλη. Αυτοί κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις στην πόλη και άλλοι οπλισμένοι Έλληνες ενίσχυαν ην δύναμή τους.
Θορυβηθείς ο αγάς, ζήτησε από τον Μαυρομιχάλη να έλθει ο ίδιος προς προστασία του με περισσότερους άνδρες. Την επαύριο, 23 Μαρτίου, έφθασαν στην Καλαμάτα 2. 000 Μανιάτες (κατά την αφήγηση του Κολοκοτρώνη) με επικεφαλής τον Πετρόμπεη και τον μπέη της Καρδαμύλης Παναγιώτη Μούρτζινο. Ενώθηκαν με τους υπολοίπους και όλοι μαζύ έφθασαν στην κατοικία του Σουλεϊμάν Αρναούτογλου. Αλλά, αντί να του προσφέρουν προστασία, του ζήτησαν να παραδοθεί και να τους παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Η Καλαμάτα ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό, χωρίς μάλιστα να χυθεί σταγόνα αίμα.
Πότε ακριβώς παραδόθηκε η πόλη
Πολλοί εμβριθείς ιστορικοί θέλουν η Μεσσηνιακή Γερουσία ή Μεσσηνιακή Σύγκλητος να συστήθηκε την 25η Μαρτίου και η προκήρυξη προς τις ευρωπαϊκές αυλές στάλθηκε στις 26 Μαρτίου. Δεν έχουν βέβαια λάβει τον κόπο να ρίξουν μια ματιά στην ημερομηνία της ίδιας της προκήρυξης ή να σταθούν στην πρώτη παράγραφό της. Η Προκήρυξη στέλνεται εκ μέρους του αρχιστρατήγου των σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και εκ μέρους της Μεσσηνιακής Συγκλήτου. Ημερομηνία υπογραφής η 23η Μαρτίου. Για να υπάρχουν αυτά τα στοιχεία στην Προκήρυξη, δεν αποφασίστηκε ούτε η ονομασία σπαρτιατικά στρατεύματα ούτε η Μεσσηνιακή Σύγκλητος συστήθηκαν εκείνη την ημέρα. Υπήρχε σχέδιο και είχε αποφασιστεί από καιρό. Από καιρό θα πρέπει να είχε αποφασιστεί και το πνεύμα της Προκήρυξης, αν όχι το πλήρες κείμενο. Δεν είναι δυνατόν όλα αυτά να αποφασίζονται και υλοποιούνται σε μια ημέρα, και μάλιστα ημέρα αναταραχής.
Είναι πιθανό η παράδοση της πόλης να έγινε στις 22 Μαρτίου, όπως γράφει ο Φωτάκος στα «Απομνημονεύματά» του, και να επικράτησε ημερομηνία εορτασμού, η ημερομηνία της Προκήρυξης, η 23η Μαρτίου. Όμως για την σύσταση της Μεσσηνιακής Γερουσίας ο Φωτάκος γράφει: «Μετά ταύτα (σ. σ. εννοεί την παράδοση της πόλης) έκαμαν οι καπετανέοι συμβούλιον πως να εξαπλώσουν την επανάστασιν∙ απεφασίσθη λοιπόν να υπάγουν να πολιορκήσουν μαζύ με τους εντοπίους τα φρούρια της Μεσσηνίας, Μεθώνην, Κορώνην και Νεόκαστρον, οι δε γέροντες Π. Μαυρομιχάλης, Ιωάννης και Γεώργιος Καπετανάκηδες, ο Ν. Χρηστέας, ο Π. Κυβέλος, ο Ιωάννης Κατσής ή Μαυρομιχάλης, ο Κυριακούλης Κουτράκος, ο Πατριαρχέας και άλλοι έμειναν εις τας Καλάμας δια την ευταξίαν και έκαμαν την λεγομένη Γερουσίαν των Καλαμών».
Ασαφής είναι και η ημερομηνία της δοξολογίας για την απελευθέρωση της πόλης. Ο ιστορικός Φίνλεϋ την τοποθετεί στις 24 Μαρτίου. Στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» γράφει: «Στις 5 Απριλιου (χρονολογεί με το νέο ημερολόγιο) έγινε η πρώτη ευχαριστήρια δοξολογία της Ελληνικής Εκκλησίας, ευχαριστήρια για την επιτυχία των Ελληνικών όπλων. Η τελετή έγινε στην όχθη του χειμάρρου που περνά μέσα από την Καλμάτα. Εικοσιτέσσερεις παπάδες ιερουργήσανε και ολόγυρα πέντε χιλιάδες αρματωμένοι άνδρες. Ποτέ δοξολογία δεν έγινε με μεγαλύτερη θέρμη, ποτέ καρδιές δεν ξεχειλίσανε από ειλικρινέστερη αφοσίωση στον Ουρανό, ούτε θερμότερη ευγνωμοσύνη για την Εκκλησία τους και το Θεό τους. Δάκρυα πατριωτισμού τρέχανε πάνω στα μάγουλα σκληρών πολεμιστών και ανελέητοι ληστές κλαίγανε με λυγμούς σαν μικρά παιδιά. Όλοι οι παρευρισκόμενοι νοιώθανε ότι τα γεγονότα ανοίγανε καινούργια εποχή στην ελληνική ιστορία και όταν η νέα Ελλάδα αποκτήσει ιστορικούς, καλλιτέχνες και ποιητές, αναμφίβολα αυτή η σκηνή θα πάρει θέση στο πάνθεον της δόξας». Οι νέα Ελλάδα απέκτησε και καλλιτεχνες και ποιητές και ιστορικούς, αλλά αντί για το πάνθεον της δόξας την πέταξαν στον καιάδα της λήθης.
Διαστρεβλώσεων το ανάγνωσμα
Η πρώτη διαστρέβλωση έγινε από την επίσημη πολιτεία Στις 15 Μαρτίου 1838 εξεδόθη το παρακάτω Διάταγμα του Όθωνα:
«Επί τη προτάσει της Ημετέρας επί των Εκκλησιαστικών κλπ Γραμματείας θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου, λαμπράν καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα δια την εν αυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια την κατ’ αυτήν την ημέρα έναρξιν του περί ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού έθνους καθιερούμεν την ημέρα αυτή εις το διηνεκές, ως ημέρα εθνικής εορτής».
Θα πρέπει να ερευνήσουμε το ιστορικό τοπίο της εποχής. Τον Ιούλιο του 1833 υπήρξε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση του Όθωνα με την εκκλησια, με αιτία την ανακήρυξη του αυτοκέφαλου της ελληνικής εκκλησίας. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την κατάσχεση μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας, κτημάτων των ανενεργών μοναστηρίων. Η εκκλησιαστική αντίδραση ήταν σφοδρή και ενδυμανώθηκε από το ζήτημα που ετέθη περι του θρησκεύματος του διαδόχου του Όθωνα. Μία μυστική εταιρεία, με την ονομασία «Φιλορθόδοξος Εταιρεία», σχεδίαζε να δολοφονήσει τον Όθωνα κατά την διάρκεια κάποιου επισήμου εορτασμού.
Η ενδοτικότητα της πολιτείας απέναντι στην εκκλησία επιβεβαιώθηκε τον επόμενο χρόνο. Το 1839, πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού, με πλοίαρχο τον γιο του θαλασσαμάχου του Αγώνα Μιαούλη και επιβάτη των επί των Εκκλησιαστικών υπουργό Γ. Γλαράκη, που υπέγραψε και το Διάταγμα για την 25η Μαρτίου, πήγε στην Άνδρο και από εκεί οδήγησε δεσμώτη τον Θεόφιλο Καΐρη, προκειμένου να δικαστεί από το Συνοδικό Δικαστήριο. Ενώ πρόσφερε η πολιτεία ένα ακόμη δώρο στην εκκλησία. Έπαυσε από γραμματέα της Συνόδου τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, ο οποίος πρωτοστάτησε στην ανακήρυξη του αυτοκέφαλου, και τον αναγόρευσε καθηγητή Φιλολογίας στο νεοσύστατο τότε Πανεπιστήμιο.
Η συμπόρευση εκκλησίας και πολιτείας, με υπεροχή της εκκλησίας, συντελέσθηκε με τον τόμο του 1850, του πατριαρχείου. Τότε αναγνωρίστηκε από το πατριαρχείο το αυτοκέφαλο της ελληνικής εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα η ελληνική εκκλησία αναγνώρισε το αδιαφιλονίκητο πρωτείο του πατριαρχείου. Από το 1850 και μετά, πλάστηκαν οι μύθοι του Κρυφού Σχολειού και της ευλογίας του λάβαρου στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό την 25η Μαρτίου. Ενώ το 1852 πρωτοεμφανίζεται ο όρος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός στον πρόλογο συλλογής δημοτικών ασμάτων του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου. Μια άλλη παράμετρος που επενέργησε να ξεχαστεί η 23η Μαρτίου και να γίνεται μια λιγόλογη και ασαφής παραπομπή στην Διακήρυξη, είναι ότι μόνον αυτή δεν κάνει την παραμικρή αναφορά σε θρησκεία και πίστη.
Μερική αποκατάσταση
Σταδιακά, η επέτειος της 23ης Μαρτίου περιέπεσε στην λήθη. Εορτασμός ανεπίσημος και τοπικός ήταν η τιμή προς την επέτειο της απελευθερωσης της Ελλάδας. Κάποιες σκόρπιες φωνές πνίγηκαν στην επίσημη κρατική σιωπή. Έπρεπε να περάσουν 126 χρόνια από την επέτειο και η Καλαμάτα να έχει έναν φωτισμένο μητροπολίτη, τον Χρυσόστομο Δασκαλάκη. Όταν η προσπάθεια της επιτροπής, που ο ίδιος είχε ορίσει με επικεφαλής τον αείμνηστο Γιάννη Αναπλιώτη, που και αυτός είχε αγωνιστεί για την αναγνώριση της επετείου, να πετύχει από την κυβέρνηση αναγνώριση της 23ης Μαρτίου, καθυστερούσε και δεν προχωρούσε, δια νυκτός αναχώρησε από την Καλαμάτα για την Αθήνα. Αναστατώνοντας τους πάντες και τα πάντα, ο φωτισμένος εκείνος ιεράρχης κατάφερε να εξασφαλίσει την επίσημη αναγνώριση.
Στις 17 Απριλίου 1947 υπεγράφη από τον τότε βασιλέα Παύλο και τον τότε υπουργό Εσωτερικών Γεώργιο Παπανδρέου το πιο κάτω Βασιλικό Διάταγμα, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 72/19 Απριλίου 1947:
«Επιθυμούντες όπως, η επέτειος της 23ης Μαρτίου 1821 καθ’ ην η πόλις των Καλαμών, απετίναξε πρώτη τον Τουρκικόν ζυγόν, εορτάζηται ως εμπρέπει εις το ιστορικόν τούτο γεγονός, προτάσει του Ημετέρου επί των Εσωτερικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν:
1) Την 23 Μαρτίου θα εορτάζεται, ως τοπική εορτή, η επέτειος της απελευθερώσεως της πλόλεως των Καλαμών.
2) Κατά ταύτην θα τελήται εις τον εν Καλάμαις διασωζόμενον ιστορικών φραγκοβυζαντινόν Ναόν των «Αγίων Αποστόλων» δοξολογία εις ανάμνησιν της ιστορικής ημέρας και επιμνημόσυνος δέησις υπέρ των ηρώων της Ελευθερίας.
Εις τον επί των Εσωτερικών υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος».
Η ασέβεια προς ένα μοναδικό μνημείο
Η εφημερίδα «Θάρρος» αναδημοσίευσε, στις 16 Οκτωβρίου 1994, από την «Ηχώ Μεσσηνίας», της 15ης Φεβρουαρίου 1956, το πιο κάτω συμφωνητικό ενοικίου:
«Δια του παρόντος γράμματος φανερώνομεν ημείς οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, ότι από σήμερον νοικιάζομεν το σπίτι του κυρ Νικολού Κορφιωτάκη δια γρόσια εξακόσια, ήτοι νούμερο 600 τον χρόνον, το οποίον ... να καθήση ο ενδοξότατος μπέης, εφένδης αχμέτ μπέη εφένδης βοϊβόντας μας και αυτά τα γρόσια 600, το νοίκι του σπητίου, να μη μπένουν για λογαριασμό της... του τόπου ούτινος του δίδομεν το παρόν μας γράμμα εις χείρας του, τα οποία γρόσια να του δίδομεν εις δύο... το ήμισυ τελειώνοντες οι εξ μήνες και το άλλο ήμισυ τέλος του χρόνου και ούτως βεβαιώνομεν.
1816 Οκτωβρίου 15 Καλαμάτα
Ηλίας Τζάννες βεβαιώνω
Πανάγος Κυριακός βεβαιώνω».
Σίγουρα πρόκειται για το κτήριο της πλατείας Υπαπαντής, γνωστό ως Κορφιωτάκειο. Από την ιστορία είναι γνωστό ότι εντός της οικίας του ο Σουλεϊμάν Αρναούτογλου διαπραγματεύτηκε την παράδοση της πόλης και την εξασφάλιση της φυγής του. Είχαν περάσει 193 χρόνια από την ημερομηνία παράδοσης της πόλης και βάρβαρος νους και ανόσια χέρια οδήγησαν την μπολντοζα να κατεδαφίσει το ιστορικό κτήριο. Ήταν 7 Οκτωβρίου 1994, ημέρα Σάββατο. Ο Κώστας Αθανασόπουλος, αντιδήμαρχος Καλαμάτας, έδωσε εντολή στον χειριστή του μηχανήματος Σταύρο Παναγιωτόπουλο να γκρεμίσει το μνημείο, αν και είχε κριθεί διατηρητέο. Τοπικός και αθηναϊκός τύπος είχαν χαρακτηρίσει την πράξη έγκλημα. Ο τότε Γ. Γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού Γιώργος Θωμάς, που έφθασε στην πόλη 4 ημέρες μετά την κατεδάφιση, χαρακτήρισε την πράξη βάρβαρη.
Η εφημερίδα «Ελευθερία», της Καλαμάτας, καιρό πριν την κατεδάφιση είχε επισημάνει τον κίνδυνο κατεδάφισης του μνημείου και είχε προσπαθήσει να την αποτρέψει. Ακούστηκαν εκείνη την εποχή ανιστόρητα επιχειρημάτα υπέρ της κατεδάφισης. Είχαν χαρακτηρήσει το Κορφιωτάκειο μνημείο «Οθωμανικής τυραννίας και βαρβαρότητας του φονταμενταλισμού». Κατ’ αρχήν, εκτός απο διοικητήριο του αγά της Καλαμάτας, υπήρξε το κτήριο εντός του οποίου υπεγράφη η απελευθέρωση της πόλης. Για όσους που σήμερα δεν διακατέχονται από τον σύνδρομο του ραγιαδισμού, το Κορφιωτάκειο αποτελούσε μνημείο απελευθέρωσης. Όσο για την βαρβαρότητα του φονταμενταλισμού, θα πρέπει να γνωρίζουν, όσοι αρέσκονται να δηλώνουν συγγραφείς με ιστορικές ευαισθησίες, ότι οι Οθωμανοί ουδέποτε υπήρξαν φονταμεταλιστές. Αντίθετα, υπήρξαν ανεξίθρησκοι και οι αρχηγοί των εκκλησιών εντός της αυτοκρατορίας συνδιοικούσαν με τον σουλτάνο, που, μάλιστα, είχε παραχωρήσει μεγάλα προνόμια και κοσμική εξουσία στον πατριάρχη.
Ερωτήματα μετά την κατεδάφιση
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Στη δίκη που ακολούθησε την κατεδάφιση, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Όμως δύο ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.
1) Υπήρχε έγγραφη αίτηση της μητρόπολης προς τον δήμο για κατεδάφιση του κτηρίου;
2) Με ποια δικαιοπακτικά έγγραφα (κληροδοτήματος, δωρεάς, παραχώρησης, αγοράς) έχει περιέλθει στην κυριότητα της μητρόπολης το Κορφιωτάκειο;
Ως προς το πρώτο ερώτημα, υπήρξαν δημοσιεύματα που έγραφαν περί συνεννοήσεως του τότε μητροπολίτη Χρυσοστόμου Θέμελη και του δήμου. Λαμβάνει άλλη διάσταση η έγγραφη συνεννόηση και άλλη η προφορική. Ο δήμος δεν είχε δικαίωμα παρέμβασης σε ξένη ιδιοκτησία και το επικαλέσθηκε αυτό, όταν κατηγορήθηκε η δημοτική αρχή, γιατί δεν είχε γκρεμίσει άλλα σαθρά κτήρια της πόλης. Άλλωστε, όπως φαίνεται και από δημοσιεύματα της εποχής, το σκαπτικό μηχάνημα πέρασε μέσα από το οικόπεδο του σημερινού νέου μητροπολιτικού μεγάρου. Ζητήθηκε και δόθηκε ή δεν δόθηκε άδεια, είναι άγνωστο.
Σήμερα, η προσπάθεια αναοικοδόμησης του κτίσματος έχει μείνει ημιτελής, καθώς το κόστος είναι μεγάλο και η μητρόπολη αδυνατεί να ανταποκριθεί. Όμως σύμφωνα με δημόσιες δηλώσεις του σημερινού μητροπολίτη Χρυσοστόμου, το κτήριο, όποτε αποπερατωθεί, θα λειτουργήσει σαν Εκκλησιαστικό Μουσείο. Είναι φυσικά δικαιώμα του κάθε ιδιοκτήτη να μεταχειρίζεται το κτίσμα του όπως επιθυμεί. Από την ώρα που το Κορφιωτάκειο δεν απετέλεσε περιουσία του καλαματιανού λαού, για να λειτουργήσει εκεί μνημείο της Εθνικής Απελευθέρωσης, θα διαιωνίζεται εσαεί η έλλειψη σεβασμού προς την Εθνική Παλλιγενεσία.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ : ANΔΡΕΑΣ ΜΟΥΤΕΒΕΛΗΣ ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΚΟΥΚΟΒΙΣΤΑ
Η πραγματική Εθνική Εορτή πρέπει να εορτάζεται την 23η Μαρτίου
Η αγώνας για την ελευθερία των Ελλήνων ξεκίνησε με το πέρασμα του ποταμού Προύθου, στην Μολδοβλαχία, από τον Υψηλάντη, στις 22 Φεβρουαρίου 1821 (6 Μαρτίου με το νέο ημερολόγιο) και την προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ήταν ένα κίνημα που εκδηλώθηκε σε ξένη χώρα και έσβησε σε ξένη χώρα. Αν και το αρχικό σχέδιο προέβλεπε και ταυτόχρονη εξέγερση στην Ελλάδα, εδώ ακολουθήθηκε άλλη διαδρομή. Ο Χριστόφορος Περαιβός το 1818 κατέβηκε στην Μάνη, στις Κιτριές, και κατόρθωσε να ομονοήσει τους Μανιάτες Μπέηδες και να συμφωνήσουν ότι θα αγωνιστούν για την ελευθερία της Ελλάδας. Απότοκο της Συμφωνίας των Κιτριών ήταν η πάμμανιάτικη σύναξη στην Αρεόπολη (τότε Τσίμοβα), 17 Μαρτίου 1821, όπου αποφασίστηκε να αρχίσει ο αγώνας για την ελευθερία.
Μία υποχρέωση των Μανιατών για την αυτονομία τους, ήταν να παράσχουν στρατιωτική προστασία στον αγά της Καλαμάτας, όποτε αυτός το ζητούσε. Τις ημέρες του Μαρτίου 1821 είχαν πληθύνει οι ενδείξεις ότι οι Έλληνες ετοίμαζαν επανάσταση, ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη του φορτίου όπλων που είχε φθασει στην Καρδαμύλη, στις 18 του μήνα. Τότε ο αγάς Σουλεϊμάν Αρναούτογλου ζήτησε από τον Μπέη της Μάνης Πέτρο Μαυρομιχάλη να του παράσχει προστασία, όπως είχε υποχρέωση. Ο Πετρόμπεης έστειλε στις 22 Μαρτίου στην Καλαμάτα 150 άνδρες υπό την αρχηγία του γιου του Ηλία Μαυρομιχάλη. Αυτοί κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις στην πόλη και άλλοι οπλισμένοι Έλληνες ενίσχυαν ην δύναμή τους.
Θορυβηθείς ο αγάς, ζήτησε από τον Μαυρομιχάλη να έλθει ο ίδιος προς προστασία του με περισσότερους άνδρες. Την επαύριο, 23 Μαρτίου, έφθασαν στην Καλαμάτα 2. 000 Μανιάτες (κατά την αφήγηση του Κολοκοτρώνη) με επικεφαλής τον Πετρόμπεη και τον μπέη της Καρδαμύλης Παναγιώτη Μούρτζινο. Ενώθηκαν με τους υπολοίπους και όλοι μαζύ έφθασαν στην κατοικία του Σουλεϊμάν Αρναούτογλου. Αλλά, αντί να του προσφέρουν προστασία, του ζήτησαν να παραδοθεί και να τους παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Η Καλαμάτα ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό, χωρίς μάλιστα να χυθεί σταγόνα αίμα.
Πότε ακριβώς παραδόθηκε η πόλη
Πολλοί εμβριθείς ιστορικοί θέλουν η Μεσσηνιακή Γερουσία ή Μεσσηνιακή Σύγκλητος να συστήθηκε την 25η Μαρτίου και η προκήρυξη προς τις ευρωπαϊκές αυλές στάλθηκε στις 26 Μαρτίου. Δεν έχουν βέβαια λάβει τον κόπο να ρίξουν μια ματιά στην ημερομηνία της ίδιας της προκήρυξης ή να σταθούν στην πρώτη παράγραφό της. Η Προκήρυξη στέλνεται εκ μέρους του αρχιστρατήγου των σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και εκ μέρους της Μεσσηνιακής Συγκλήτου. Ημερομηνία υπογραφής η 23η Μαρτίου. Για να υπάρχουν αυτά τα στοιχεία στην Προκήρυξη, δεν αποφασίστηκε ούτε η ονομασία σπαρτιατικά στρατεύματα ούτε η Μεσσηνιακή Σύγκλητος συστήθηκαν εκείνη την ημέρα. Υπήρχε σχέδιο και είχε αποφασιστεί από καιρό. Από καιρό θα πρέπει να είχε αποφασιστεί και το πνεύμα της Προκήρυξης, αν όχι το πλήρες κείμενο. Δεν είναι δυνατόν όλα αυτά να αποφασίζονται και υλοποιούνται σε μια ημέρα, και μάλιστα ημέρα αναταραχής.
Είναι πιθανό η παράδοση της πόλης να έγινε στις 22 Μαρτίου, όπως γράφει ο Φωτάκος στα «Απομνημονεύματά» του, και να επικράτησε ημερομηνία εορτασμού, η ημερομηνία της Προκήρυξης, η 23η Μαρτίου. Όμως για την σύσταση της Μεσσηνιακής Γερουσίας ο Φωτάκος γράφει: «Μετά ταύτα (σ. σ. εννοεί την παράδοση της πόλης) έκαμαν οι καπετανέοι συμβούλιον πως να εξαπλώσουν την επανάστασιν∙ απεφασίσθη λοιπόν να υπάγουν να πολιορκήσουν μαζύ με τους εντοπίους τα φρούρια της Μεσσηνίας, Μεθώνην, Κορώνην και Νεόκαστρον, οι δε γέροντες Π. Μαυρομιχάλης, Ιωάννης και Γεώργιος Καπετανάκηδες, ο Ν. Χρηστέας, ο Π. Κυβέλος, ο Ιωάννης Κατσής ή Μαυρομιχάλης, ο Κυριακούλης Κουτράκος, ο Πατριαρχέας και άλλοι έμειναν εις τας Καλάμας δια την ευταξίαν και έκαμαν την λεγομένη Γερουσίαν των Καλαμών».
Ασαφής είναι και η ημερομηνία της δοξολογίας για την απελευθέρωση της πόλης. Ο ιστορικός Φίνλεϋ την τοποθετεί στις 24 Μαρτίου. Στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» γράφει: «Στις 5 Απριλιου (χρονολογεί με το νέο ημερολόγιο) έγινε η πρώτη ευχαριστήρια δοξολογία της Ελληνικής Εκκλησίας, ευχαριστήρια για την επιτυχία των Ελληνικών όπλων. Η τελετή έγινε στην όχθη του χειμάρρου που περνά μέσα από την Καλμάτα. Εικοσιτέσσερεις παπάδες ιερουργήσανε και ολόγυρα πέντε χιλιάδες αρματωμένοι άνδρες. Ποτέ δοξολογία δεν έγινε με μεγαλύτερη θέρμη, ποτέ καρδιές δεν ξεχειλίσανε από ειλικρινέστερη αφοσίωση στον Ουρανό, ούτε θερμότερη ευγνωμοσύνη για την Εκκλησία τους και το Θεό τους. Δάκρυα πατριωτισμού τρέχανε πάνω στα μάγουλα σκληρών πολεμιστών και ανελέητοι ληστές κλαίγανε με λυγμούς σαν μικρά παιδιά. Όλοι οι παρευρισκόμενοι νοιώθανε ότι τα γεγονότα ανοίγανε καινούργια εποχή στην ελληνική ιστορία και όταν η νέα Ελλάδα αποκτήσει ιστορικούς, καλλιτέχνες και ποιητές, αναμφίβολα αυτή η σκηνή θα πάρει θέση στο πάνθεον της δόξας». Οι νέα Ελλάδα απέκτησε και καλλιτεχνες και ποιητές και ιστορικούς, αλλά αντί για το πάνθεον της δόξας την πέταξαν στον καιάδα της λήθης.
Διαστρεβλώσεων το ανάγνωσμα
Η πρώτη διαστρέβλωση έγινε από την επίσημη πολιτεία Στις 15 Μαρτίου 1838 εξεδόθη το παρακάτω Διάταγμα του Όθωνα:
«Επί τη προτάσει της Ημετέρας επί των Εκκλησιαστικών κλπ Γραμματείας θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου, λαμπράν καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα δια την εν αυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια την κατ’ αυτήν την ημέρα έναρξιν του περί ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού έθνους καθιερούμεν την ημέρα αυτή εις το διηνεκές, ως ημέρα εθνικής εορτής».
Θα πρέπει να ερευνήσουμε το ιστορικό τοπίο της εποχής. Τον Ιούλιο του 1833 υπήρξε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση του Όθωνα με την εκκλησια, με αιτία την ανακήρυξη του αυτοκέφαλου της ελληνικής εκκλησίας. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την κατάσχεση μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας, κτημάτων των ανενεργών μοναστηρίων. Η εκκλησιαστική αντίδραση ήταν σφοδρή και ενδυμανώθηκε από το ζήτημα που ετέθη περι του θρησκεύματος του διαδόχου του Όθωνα. Μία μυστική εταιρεία, με την ονομασία «Φιλορθόδοξος Εταιρεία», σχεδίαζε να δολοφονήσει τον Όθωνα κατά την διάρκεια κάποιου επισήμου εορτασμού.
Η ενδοτικότητα της πολιτείας απέναντι στην εκκλησία επιβεβαιώθηκε τον επόμενο χρόνο. Το 1839, πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού, με πλοίαρχο τον γιο του θαλασσαμάχου του Αγώνα Μιαούλη και επιβάτη των επί των Εκκλησιαστικών υπουργό Γ. Γλαράκη, που υπέγραψε και το Διάταγμα για την 25η Μαρτίου, πήγε στην Άνδρο και από εκεί οδήγησε δεσμώτη τον Θεόφιλο Καΐρη, προκειμένου να δικαστεί από το Συνοδικό Δικαστήριο. Ενώ πρόσφερε η πολιτεία ένα ακόμη δώρο στην εκκλησία. Έπαυσε από γραμματέα της Συνόδου τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, ο οποίος πρωτοστάτησε στην ανακήρυξη του αυτοκέφαλου, και τον αναγόρευσε καθηγητή Φιλολογίας στο νεοσύστατο τότε Πανεπιστήμιο.
Η συμπόρευση εκκλησίας και πολιτείας, με υπεροχή της εκκλησίας, συντελέσθηκε με τον τόμο του 1850, του πατριαρχείου. Τότε αναγνωρίστηκε από το πατριαρχείο το αυτοκέφαλο της ελληνικής εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα η ελληνική εκκλησία αναγνώρισε το αδιαφιλονίκητο πρωτείο του πατριαρχείου. Από το 1850 και μετά, πλάστηκαν οι μύθοι του Κρυφού Σχολειού και της ευλογίας του λάβαρου στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό την 25η Μαρτίου. Ενώ το 1852 πρωτοεμφανίζεται ο όρος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός στον πρόλογο συλλογής δημοτικών ασμάτων του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου. Μια άλλη παράμετρος που επενέργησε να ξεχαστεί η 23η Μαρτίου και να γίνεται μια λιγόλογη και ασαφής παραπομπή στην Διακήρυξη, είναι ότι μόνον αυτή δεν κάνει την παραμικρή αναφορά σε θρησκεία και πίστη.
Μερική αποκατάσταση
Σταδιακά, η επέτειος της 23ης Μαρτίου περιέπεσε στην λήθη. Εορτασμός ανεπίσημος και τοπικός ήταν η τιμή προς την επέτειο της απελευθερωσης της Ελλάδας. Κάποιες σκόρπιες φωνές πνίγηκαν στην επίσημη κρατική σιωπή. Έπρεπε να περάσουν 126 χρόνια από την επέτειο και η Καλαμάτα να έχει έναν φωτισμένο μητροπολίτη, τον Χρυσόστομο Δασκαλάκη. Όταν η προσπάθεια της επιτροπής, που ο ίδιος είχε ορίσει με επικεφαλής τον αείμνηστο Γιάννη Αναπλιώτη, που και αυτός είχε αγωνιστεί για την αναγνώριση της επετείου, να πετύχει από την κυβέρνηση αναγνώριση της 23ης Μαρτίου, καθυστερούσε και δεν προχωρούσε, δια νυκτός αναχώρησε από την Καλαμάτα για την Αθήνα. Αναστατώνοντας τους πάντες και τα πάντα, ο φωτισμένος εκείνος ιεράρχης κατάφερε να εξασφαλίσει την επίσημη αναγνώριση.
Στις 17 Απριλίου 1947 υπεγράφη από τον τότε βασιλέα Παύλο και τον τότε υπουργό Εσωτερικών Γεώργιο Παπανδρέου το πιο κάτω Βασιλικό Διάταγμα, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 72/19 Απριλίου 1947:
«Επιθυμούντες όπως, η επέτειος της 23ης Μαρτίου 1821 καθ’ ην η πόλις των Καλαμών, απετίναξε πρώτη τον Τουρκικόν ζυγόν, εορτάζηται ως εμπρέπει εις το ιστορικόν τούτο γεγονός, προτάσει του Ημετέρου επί των Εσωτερικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν:
1) Την 23 Μαρτίου θα εορτάζεται, ως τοπική εορτή, η επέτειος της απελευθερώσεως της πλόλεως των Καλαμών.
2) Κατά ταύτην θα τελήται εις τον εν Καλάμαις διασωζόμενον ιστορικών φραγκοβυζαντινόν Ναόν των «Αγίων Αποστόλων» δοξολογία εις ανάμνησιν της ιστορικής ημέρας και επιμνημόσυνος δέησις υπέρ των ηρώων της Ελευθερίας.
Εις τον επί των Εσωτερικών υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος».
Η ασέβεια προς ένα μοναδικό μνημείο
Η εφημερίδα «Θάρρος» αναδημοσίευσε, στις 16 Οκτωβρίου 1994, από την «Ηχώ Μεσσηνίας», της 15ης Φεβρουαρίου 1956, το πιο κάτω συμφωνητικό ενοικίου:
«Δια του παρόντος γράμματος φανερώνομεν ημείς οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, ότι από σήμερον νοικιάζομεν το σπίτι του κυρ Νικολού Κορφιωτάκη δια γρόσια εξακόσια, ήτοι νούμερο 600 τον χρόνον, το οποίον ... να καθήση ο ενδοξότατος μπέης, εφένδης αχμέτ μπέη εφένδης βοϊβόντας μας και αυτά τα γρόσια 600, το νοίκι του σπητίου, να μη μπένουν για λογαριασμό της... του τόπου ούτινος του δίδομεν το παρόν μας γράμμα εις χείρας του, τα οποία γρόσια να του δίδομεν εις δύο... το ήμισυ τελειώνοντες οι εξ μήνες και το άλλο ήμισυ τέλος του χρόνου και ούτως βεβαιώνομεν.
1816 Οκτωβρίου 15 Καλαμάτα
Ηλίας Τζάννες βεβαιώνω
Πανάγος Κυριακός βεβαιώνω».
Σίγουρα πρόκειται για το κτήριο της πλατείας Υπαπαντής, γνωστό ως Κορφιωτάκειο. Από την ιστορία είναι γνωστό ότι εντός της οικίας του ο Σουλεϊμάν Αρναούτογλου διαπραγματεύτηκε την παράδοση της πόλης και την εξασφάλιση της φυγής του. Είχαν περάσει 193 χρόνια από την ημερομηνία παράδοσης της πόλης και βάρβαρος νους και ανόσια χέρια οδήγησαν την μπολντοζα να κατεδαφίσει το ιστορικό κτήριο. Ήταν 7 Οκτωβρίου 1994, ημέρα Σάββατο. Ο Κώστας Αθανασόπουλος, αντιδήμαρχος Καλαμάτας, έδωσε εντολή στον χειριστή του μηχανήματος Σταύρο Παναγιωτόπουλο να γκρεμίσει το μνημείο, αν και είχε κριθεί διατηρητέο. Τοπικός και αθηναϊκός τύπος είχαν χαρακτηρίσει την πράξη έγκλημα. Ο τότε Γ. Γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού Γιώργος Θωμάς, που έφθασε στην πόλη 4 ημέρες μετά την κατεδάφιση, χαρακτήρισε την πράξη βάρβαρη.
Η εφημερίδα «Ελευθερία», της Καλαμάτας, καιρό πριν την κατεδάφιση είχε επισημάνει τον κίνδυνο κατεδάφισης του μνημείου και είχε προσπαθήσει να την αποτρέψει. Ακούστηκαν εκείνη την εποχή ανιστόρητα επιχειρημάτα υπέρ της κατεδάφισης. Είχαν χαρακτηρήσει το Κορφιωτάκειο μνημείο «Οθωμανικής τυραννίας και βαρβαρότητας του φονταμενταλισμού». Κατ’ αρχήν, εκτός απο διοικητήριο του αγά της Καλαμάτας, υπήρξε το κτήριο εντός του οποίου υπεγράφη η απελευθέρωση της πόλης. Για όσους που σήμερα δεν διακατέχονται από τον σύνδρομο του ραγιαδισμού, το Κορφιωτάκειο αποτελούσε μνημείο απελευθέρωσης. Όσο για την βαρβαρότητα του φονταμενταλισμού, θα πρέπει να γνωρίζουν, όσοι αρέσκονται να δηλώνουν συγγραφείς με ιστορικές ευαισθησίες, ότι οι Οθωμανοί ουδέποτε υπήρξαν φονταμεταλιστές. Αντίθετα, υπήρξαν ανεξίθρησκοι και οι αρχηγοί των εκκλησιών εντός της αυτοκρατορίας συνδιοικούσαν με τον σουλτάνο, που, μάλιστα, είχε παραχωρήσει μεγάλα προνόμια και κοσμική εξουσία στον πατριάρχη.
Ερωτήματα μετά την κατεδάφιση
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Στη δίκη που ακολούθησε την κατεδάφιση, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Όμως δύο ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.
1) Υπήρχε έγγραφη αίτηση της μητρόπολης προς τον δήμο για κατεδάφιση του κτηρίου;
2) Με ποια δικαιοπακτικά έγγραφα (κληροδοτήματος, δωρεάς, παραχώρησης, αγοράς) έχει περιέλθει στην κυριότητα της μητρόπολης το Κορφιωτάκειο;
Ως προς το πρώτο ερώτημα, υπήρξαν δημοσιεύματα που έγραφαν περί συνεννοήσεως του τότε μητροπολίτη Χρυσοστόμου Θέμελη και του δήμου. Λαμβάνει άλλη διάσταση η έγγραφη συνεννόηση και άλλη η προφορική. Ο δήμος δεν είχε δικαίωμα παρέμβασης σε ξένη ιδιοκτησία και το επικαλέσθηκε αυτό, όταν κατηγορήθηκε η δημοτική αρχή, γιατί δεν είχε γκρεμίσει άλλα σαθρά κτήρια της πόλης. Άλλωστε, όπως φαίνεται και από δημοσιεύματα της εποχής, το σκαπτικό μηχάνημα πέρασε μέσα από το οικόπεδο του σημερινού νέου μητροπολιτικού μεγάρου. Ζητήθηκε και δόθηκε ή δεν δόθηκε άδεια, είναι άγνωστο.
Σήμερα, η προσπάθεια αναοικοδόμησης του κτίσματος έχει μείνει ημιτελής, καθώς το κόστος είναι μεγάλο και η μητρόπολη αδυνατεί να ανταποκριθεί. Όμως σύμφωνα με δημόσιες δηλώσεις του σημερινού μητροπολίτη Χρυσοστόμου, το κτήριο, όποτε αποπερατωθεί, θα λειτουργήσει σαν Εκκλησιαστικό Μουσείο. Είναι φυσικά δικαιώμα του κάθε ιδιοκτήτη να μεταχειρίζεται το κτίσμα του όπως επιθυμεί. Από την ώρα που το Κορφιωτάκειο δεν απετέλεσε περιουσία του καλαματιανού λαού, για να λειτουργήσει εκεί μνημείο της Εθνικής Απελευθέρωσης, θα διαιωνίζεται εσαεί η έλλειψη σεβασμού προς την Εθνική Παλλιγενεσία.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ : ANΔΡΕΑΣ ΜΟΥΤΕΒΕΛΗΣ ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΚΟΥΚΟΒΙΣΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου