Ταξίδι στο χρόνο: Καλαμάτα - Πύλος, 1930
Ένα συγγραφικό έργο που αποτυπώνει με θαυμαστή ακρίβεια την Ελλάδα του 1930 και άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία των ελληνικών ταξιδιωτικών οδηγών, ήταν οι Ταξιδιωτικοί Οδηγοί των Εκδόσεων Ελευθερουδάκη. Αποτελείται από οκτώ τόμους και εκδόθηκε το 1930, ενώ η σειρά φέρει την υπογραφή του Κώστα Ελευθερουδάκη -ιδρυτή του ομώνυμου εκδοτικού οίκου-, ο οποίος γνώρισε και κατέγραψε «εκ του σύνεγγυς» πολύτιμες πληροφορίες, σε μια εποχή κατά την οποία ελάχιστοι ασχολούνταν με την ελληνική ύπαιθρο. Ένα μοναδικό έργο που μας παρουσιάζει μια Ελλάδα που δεν υπάρχει πια, αλλά αξίζει σίγουρα να μελετήσουμε!
ΟΔΗΓΟΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΟΥ: ΕΚ ΚΑΛΑΜΩΝ ΕΙΣ ΠΥΛΟΝ (1930)
{Η δια ξηράς είτε απ΄ευθείας, είτε διά Κορώνης και Μεθώνης οδός ελάχιστον παρουσιάζει ενδιαφέρον, διό και συνιστώμεν την δια θαλάσσης επίσκεψιν}.
α). Απ΄ευθείας διά Νησίου, Μίσκας και Κουμπέ ( 9 ώραι).
Εξερχόμεθα εκ Καλαμών διά της αμαξιτού διαβαίνομεν τ αέλη, εν οις το Νησίον και μετά ώραν εισερχόμεθα εις τήν πόλιν, αφέντες επί δυξιά τήν εις Ναζίρι άγουσαν. Εις Νησίον δυνάμεθανα μεταβώμεν εκ Καλαμών και δια του σιδηροδρόμου (10 χλμ.) διερχόμενοι εξ Ασπροχώματος. Το Νησίον πρωτεύουσα της επαρχίας Μεσσήνης έχουσα κατ. 6.725, είνε μεσαιωνικόν ίδρυμα, όπερ εχρησίμευεν εις Φράγκους δυνάστας ως θερινή διαμονή. Κείται επί θαυμασίας τοποθεσίας, εν μέσω μεγάλης πεδιάδος της λεγόμενης Μακαρίας, πλήρους γραφικών τοπίων και περιβολιών, διαβρεχόμενης δε υπό του Παμίσου και άλλων ποταμιών, συνδέεται δε δι΄αμαξιτού προς το επίνειον αυτού Μπούκαν. Αι οδοί ευρείαι, η πλατεία κατάφυτος, αι δε δημόσιαι και ιδιωτικαί οικίαι λαμπραί. Οι κάτοικοι εύποροι εκ των προϊόντων της ευφορωτάτης πεδιάδος, εν η και βανάνα ωριμάζει. Προχωρούντες δια της πεδιάδος μετά 1 ώραν 15΄συναντώμεν το ποτάμιον Βελίκας και μετά 15΄επ΄αριστερά την εις Κορώνην άγουσαν, διαβάντες δε αλλά τινά ποτάμια και το ύψωμα Μίσκα, παρ΄ο το ομώνυμον χάνι 1.45΄, εισερχόμεθα εις ορεινήν χώραν και σένδενδρον εκ δρυών, μεταξύ των ορέων Μάγδαλα ή Μακλαβα και Λυκοδήμου ( Μαθία 957 μ.). Εκατέρωθεν της οδού διαφαίνονται κατά τα κλιτύς των ορέων διάφορα χωρία. Ανερχόμεθα παρά το ύψωμα Βέλι επ΄αριστερά και διασταυρώσαντες την εκ Μεσσήνης οδόν μετ΄ολίγον κατερχόμεθα εις κοιλάδα αντίκρύ της οποίας υψούται ο Κουμπές (Αγ. Ηλίας, 616 μ.). Μόλις εξέλθωμεν βλέπομεν επ΄αριστερά την άκραν της Μεθώνης και τας νησίδας Σαπιέντσας, επι δεξιά δε την Πύλον και τον όρμον της. Επί δεξιά δε του χανίου Κουμπέ (2 ώραι 15΄) βλέπομεν το υπό των Βενετών κτισθέν υδραγωγείον πύλου. Η πεδιάς είνε έρημος. Μετά 25΄διαβαίνομεν ποτάμιον, είτα δε ανερχόμενοι και κατερχόμενοι τάς παραφυάδας του Ζαρναούρα και Μανδύλα φθάνομεν είς ελεεινον λιθόστρωτον, μεθ΄ο διά κατηφόρου εισερχόμεθα εις Πύλον.
β). Διά Κορώνης και Μεθώνης εις Πύλον (18 1/2 ώραι. Διανυκτέρευσεις εν Κορώνη, 9 ώραι 45΄εκ Καλαμών. Εκείθεν εις Μεθώνην 6.30΄ και εις Πύλον 2 ώραι).
Ακολουθούμεν την προηγούμενην οδόν μέχρι Κουμπέ, είτα αφήνοντες επί δεξιά την ευθείαν οδόν 15΄μέτα την του Βελίκα διάβασιν, βαίνομεν πρός Μ παραλιακώς. Αντίκρυ υψούται ο Λυκόδημος υπερήφανος, με΄τα 30΄φθάνομεν εις τόν λιμένα Πεταλίδι, έχοντα κατ. 1444. Παρά τον Αιγιαλόν σώζονται ερείπια μώλου του "λιμένος Αχαιών", αρχαίου επινείου της Μεσσηνιάς. Εντεύθεν βαίνοντες παραλιακώς προς Μ αφήνομεν επί δεξιά το χωρίον Δράγκα (Μαθία, κατ. 333), είτα το χωρίον Λογγα (κατ. 1293), το Καστέλλι (κατ. 208), Χαρακοπιό (κατ. 1044) και τέλος εισερχόμεθα εις την Κορώνην (κατ. 2094). Η σημερινή πόλις κείται επί βραχώδους άκρας. Ύψωμα μετά οχυρού φραγκικού φρουρίου επροστάτευε αυτήν, η δε μακρόθεν θέα μετά των τειχών και των οχυρωμάτων είνε γραφική. Αι οδοί στεναί και αι οικίαι πυκναί εντός του περιβόλου. Παρ΄αυτήν κείται και η Ασίνη κορώνης, κληθείσα ούτω εις ανάμνησιν της αρχαίας πόλεως, ης μόνον ερείπια μώλου, ίχνη ρωμαίκών τειχών, λελαξευμέναι κλίμακες και δεξαμεναί προς Δ του υψώματος Πύργου σώζονται. Εξερχόμεθα τη ςπόλεως και την πρός Δ άγουσαν λαβόντες και αφήνοντες επ΄αριστερά το ακρωτήριον Ακρίταν (Κάβο Γάλλο), προχωρούμεν δι΄ορεινής οδού του Αγ. Δημητρίου (516 μ.). Μετά 3 ώρας κατερχόμεθα πρός τήν παράλιον πεδιάδα, πρός το ΜΔ της οποίας φαίνονται αι Οινούσαι νήσοι. Αφήνομεν επ΄αριστερά το ρωμαιοβυζαντινά ερείπια παρά τόν Φοινικούντα και δια της Λαχανάδας κοιλάδος φθάνομεν μετά 45΄ εις ύψωμα, εξ΄ου καταφαίνονται το Ιόνιον πέλαγος και ή Μέθωνη. Καταλειπόμεν επ΄αριστερά το χωρίον Αγαντσίκη (Φοινίκη, κατ. 162), διαβαίνομεν τον προμαχώνα του Ιμβραήμ πασά επί δεξιά και με΄τα 1 ώραν 15΄εισερχόμεθα εις πεδιάδα. Το νεκροταφείον της πόλεως μένει επί δεξιά και εισερχόμεθα (6 ώραι 30΄εκ Κορώνης) εις Μεθώνης (κατ. 1991). Η πόλις εγείρεται επί σειράς βράχων και συγκοινωνεί διά γέφυρας μετά της νησίδος, ως η Μονεμβασία, μίαν μόνην έμβασιν έχουσα εκ της ξηράς επι της αρχαίας πόλεως Πηδάσου, πόλεως οινοφόρου, δοθείσης κατά τον Β΄Μεσσηνιακόν πόλεμον εις τους Ναυπλιείς, κατέχοντας αυτήν και μετά την υπο του Επαμεινώνδου ανύψωσιν των Μεσσηνίων. Ελάχιστα λείψανα της παλαιάς πόλεως σώζονται ως τα προς τα αμφιστόμιον λιμένα φρούρια, ιωνικοί κίονες της εις τέμενος μεταβληθείσης εκκλησίας, κίων με΄τα βυζαντινού κιονόκρανου και επιγραφής λατινικής πρός τιμήν των Βενετών και του Μοροζίνη, έφερε δε ο κίων άλλοτε τον πτερωτόν λέοντα της Βενετίας. Τα μεσαιωνικά φρούρια υψούνται επι αρχαίων θεμελίων και ανενεώθησαν το 1514 υπό των Βενετών, βραδυτέρον υποτων Τούρκων και τω 1828 υπό των Γάλλων.
Εκ Μεθώνης αμαξιτός 11 χλμ. υπο των Γάλλων τω 1828 κατασκευάσείσα, άγει εις Πύλον, βαίνουσα κατά την βάσιν του όρους Αγ. Νικολάου (482 μ.). Αφήνομεν επι δεξιά το χωρίον Καλαφάτι. Μετά 1 ώραν 15΄ φθάνομεν υπό τον Αγιον Νικόλαον, οπόθεν η οδός διχάζεται, η πρός τα δεξιά άγει εις Νησίον και Ανδρούτσαν, ακολουθούντες δε την πρός αριστερά με΄τα 30΄φθανομέν εις αυχένα, οπόθεν διανοίγεται προ ημών θαυμάσιον πανόραμαανά την Πύλον και τα περί αυτήν. Είτα κατερχόμενοι ήρεμα δια φάραγγος αφήνομεν επί δεξιά μέν το υδραγωγείον, αριστερά δε την ακρόπολιν και δια του προαστίου εν΄τος 40΄ ( 8 ώρας 45΄εκ Κορώνης) εισερχόμεθα εις Πύλος (κατ. 2315), πρωτ. της επαρχίας Πύλιάς του νομού Μεσσηνίας, κειμένην εν γραφική θέσει επι ακρωτηρίου παρά όρμον λαμπρόν και ασφαλέστατον. Κοινός λέγεται Νεόκαστρο, παπ Ευρωπαίοις δε συνήθως Ναυαρίνον. Ο τόπος ούτος δεν έφερεν αρχαίον τινά συνοικισμόν. Το 1572 οι Τούρκοι κατεσκεύασαν εκέι εις τους πρόποδας του Αγ. Νικολάου φρούριον και περίβολον, προς αντιδιαστολήν δε απο του αρχαίου φρουρίου της Πύλου εκλήθη τούτο νυν Νεόκαστρο. Η σημερινή πόλις εκτήσθη κατά μέγα μέρος υπό των Γάλλων στρατιωτών του Μαιζώνος (1829), έχει δε ωραίαν πλατείαν δενδρόφυτον, καλάςκαι καθαράς οδούς. Σώζεται δε και τουρκικόν τέμενος μεταβληθέν εις εκκλησίαν επι του φρουρίου, εκ του οποίου έχει τις ωραίαν θέαν επί των αμέσως πλησίον. Η μνημονευθείσα είσοδος εις τον όρμον, έχουσα πλάτος 1200μ., διαιρείται διά νησίδος, καλούμενη επίσης Πύλου και σκόπελων (Δελικλί-Μπαμπά) εις δύο , Μεγάλον και Μικρόν Θούρον. Επί της νησίδος υψούται φάρος και μηνείων των Γάλλων ναυτών, άλλοτε ενταφιασθέντων εις το νεκροταφείον της Πύλου.
Προς επίσκεψιν της Σφακτηρίας, διέρχεται τις επι πλοιαρίου την Ν. είσοδον του όρμου. Άμέσως επί της Ν. άκρας ευρίσκεται ο τάφος του λοχαγού Μαλλέ, περαιτέρω το σπήλαιον του Αναστ. Τσαμαδού και πλησίον επι βράχου η αναμνηστική πυραμίς του Ιταλού κόμιτος Σανταρόζα, αμφοτέρων πεσόντων εντάυθα μετ΄πολλών ανδρείων κατ΄Απρίλιον 1825. Εις το μέσον της Α. παραλίας, παρ΄ην εκτείνεται καθ΄όλον σχεδόν το μήκος ύψωμα 100 περίπου μ., ανοίγεται ο μικρός όρμος Παναγούλα, εγγύς του οποίου πλησίον παρεκκλησίου το μνημείον των Ρώσων ναυτών. Το Β. άκρον της Σφακτηρίας χωρίζεται δια του στενού πορθμού Συκιάς. Εντάυθα απαντώμεν μικρόν όρμον, καλόυμενον υπο τους Φράγκους Port de Junch (ήτοι Λιμένα σχοίνων) προστατεύομενον δε υπο αρχαίου κυματοθραύστου, η προς τα ΒΑ πεδιάς είνε τώρα το έλος Οσμάν Αγά. Εκέιθεν καταβάινων τις προς τον όρμον Βοϊδοκοιλιά και φθάσας υπο το ΒΑ. γωνίαν του φρουρίου ανέρχεται εις σπήλαιον σταλακτιτών, καλούμενον το άντρον του Νέστορος, έχον βάθος 40 και ύψοε 30μ., συγκοινωνούν δε δι΄οπής μετά του κάστρου. Κάτα αρχαίου μύθον, ο Ερμής κλέψας τους βούς του Απόλλωνος, εντάυθα έκρυψεν αυτούς.
ΕΞ ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΕΙΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑΝ ΚΑΙ ΠΥΛΟΝ
...................................................................................................................................................................
....Κατόπιν διερχόμεθα το χωρίον Οσμάν Αγά και το χάνι Ρωμανού, παρακάμπτομεν τον όρμον Βοϊδοκοιλιάν, επι δεξιά το Κορυφάσιον ακρωτήριον και το Άντρον του Νέστορος, αφήνοντες επί αριστερά τα τενάγη του Οσμάν Αγά, και σθάνομεν εις το Παλαιόν Ναυαρίνον, οπόθεν δια του πορθμού Συκιάς ερχόμεθα εις Νέον Ναυαρίνον δι΄ακατίου εντός 1 ώρας 15΄ή εξακολουθούντες την παραλιακήν οδόν και διερχόμενοι παρά το χάνι Γιάλοβας τον ποταμόν Κουμπέν και είτα τον Ξεριάν, το Ζούγκιο και το υδραγωγείον φθάνομεν εις Πύλον (Νεόκαστρον).
Δημοσθένης Κορδός
Υποψήφιος Διδάκτωρ Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Εξερχόμεθα εκ Καλαμών διά της αμαξιτού διαβαίνομεν τ αέλη, εν οις το Νησίον και μετά ώραν εισερχόμεθα εις τήν πόλιν, αφέντες επί δυξιά τήν εις Ναζίρι άγουσαν. Εις Νησίον δυνάμεθανα μεταβώμεν εκ Καλαμών και δια του σιδηροδρόμου (10 χλμ.) διερχόμενοι εξ Ασπροχώματος. Το Νησίον πρωτεύουσα της επαρχίας Μεσσήνης έχουσα κατ. 6.725, είνε μεσαιωνικόν ίδρυμα, όπερ εχρησίμευεν εις Φράγκους δυνάστας ως θερινή διαμονή. Κείται επί θαυμασίας τοποθεσίας, εν μέσω μεγάλης πεδιάδος της λεγόμενης Μακαρίας, πλήρους γραφικών τοπίων και περιβολιών, διαβρεχόμενης δε υπό του Παμίσου και άλλων ποταμιών, συνδέεται δε δι΄αμαξιτού προς το επίνειον αυτού Μπούκαν. Αι οδοί ευρείαι, η πλατεία κατάφυτος, αι δε δημόσιαι και ιδιωτικαί οικίαι λαμπραί. Οι κάτοικοι εύποροι εκ των προϊόντων της ευφορωτάτης πεδιάδος, εν η και βανάνα ωριμάζει. Προχωρούντες δια της πεδιάδος μετά 1 ώραν 15΄συναντώμεν το ποτάμιον Βελίκας και μετά 15΄επ΄αριστερά την εις Κορώνην άγουσαν, διαβάντες δε αλλά τινά ποτάμια και το ύψωμα Μίσκα, παρ΄ο το ομώνυμον χάνι 1.45΄, εισερχόμεθα εις ορεινήν χώραν και σένδενδρον εκ δρυών, μεταξύ των ορέων Μάγδαλα ή Μακλαβα και Λυκοδήμου ( Μαθία 957 μ.). Εκατέρωθεν της οδού διαφαίνονται κατά τα κλιτύς των ορέων διάφορα χωρία. Ανερχόμεθα παρά το ύψωμα Βέλι επ΄αριστερά και διασταυρώσαντες την εκ Μεσσήνης οδόν μετ΄ολίγον κατερχόμεθα εις κοιλάδα αντίκρύ της οποίας υψούται ο Κουμπές (Αγ. Ηλίας, 616 μ.). Μόλις εξέλθωμεν βλέπομεν επ΄αριστερά την άκραν της Μεθώνης και τας νησίδας Σαπιέντσας, επι δεξιά δε την Πύλον και τον όρμον της. Επί δεξιά δε του χανίου Κουμπέ (2 ώραι 15΄) βλέπομεν το υπό των Βενετών κτισθέν υδραγωγείον πύλου. Η πεδιάς είνε έρημος. Μετά 25΄διαβαίνομεν ποτάμιον, είτα δε ανερχόμενοι και κατερχόμενοι τάς παραφυάδας του Ζαρναούρα και Μανδύλα φθάνομεν είς ελεεινον λιθόστρωτον, μεθ΄ο διά κατηφόρου εισερχόμεθα εις Πύλον.
β). Διά Κορώνης και Μεθώνης εις Πύλον (18 1/2 ώραι. Διανυκτέρευσεις εν Κορώνη, 9 ώραι 45΄εκ Καλαμών. Εκείθεν εις Μεθώνην 6.30΄ και εις Πύλον 2 ώραι).
Ακολουθούμεν την προηγούμενην οδόν μέχρι Κουμπέ, είτα αφήνοντες επί δεξιά την ευθείαν οδόν 15΄μέτα την του Βελίκα διάβασιν, βαίνομεν πρός Μ παραλιακώς. Αντίκρυ υψούται ο Λυκόδημος υπερήφανος, με΄τα 30΄φθάνομεν εις τόν λιμένα Πεταλίδι, έχοντα κατ. 1444. Παρά τον Αιγιαλόν σώζονται ερείπια μώλου του "λιμένος Αχαιών", αρχαίου επινείου της Μεσσηνιάς. Εντεύθεν βαίνοντες παραλιακώς προς Μ αφήνομεν επί δεξιά το χωρίον Δράγκα (Μαθία, κατ. 333), είτα το χωρίον Λογγα (κατ. 1293), το Καστέλλι (κατ. 208), Χαρακοπιό (κατ. 1044) και τέλος εισερχόμεθα εις την Κορώνην (κατ. 2094). Η σημερινή πόλις κείται επί βραχώδους άκρας. Ύψωμα μετά οχυρού φραγκικού φρουρίου επροστάτευε αυτήν, η δε μακρόθεν θέα μετά των τειχών και των οχυρωμάτων είνε γραφική. Αι οδοί στεναί και αι οικίαι πυκναί εντός του περιβόλου. Παρ΄αυτήν κείται και η Ασίνη κορώνης, κληθείσα ούτω εις ανάμνησιν της αρχαίας πόλεως, ης μόνον ερείπια μώλου, ίχνη ρωμαίκών τειχών, λελαξευμέναι κλίμακες και δεξαμεναί προς Δ του υψώματος Πύργου σώζονται. Εξερχόμεθα τη ςπόλεως και την πρός Δ άγουσαν λαβόντες και αφήνοντες επ΄αριστερά το ακρωτήριον Ακρίταν (Κάβο Γάλλο), προχωρούμεν δι΄ορεινής οδού του Αγ. Δημητρίου (516 μ.). Μετά 3 ώρας κατερχόμεθα πρός τήν παράλιον πεδιάδα, πρός το ΜΔ της οποίας φαίνονται αι Οινούσαι νήσοι. Αφήνομεν επ΄αριστερά το ρωμαιοβυζαντινά ερείπια παρά τόν Φοινικούντα και δια της Λαχανάδας κοιλάδος φθάνομεν μετά 45΄ εις ύψωμα, εξ΄ου καταφαίνονται το Ιόνιον πέλαγος και ή Μέθωνη. Καταλειπόμεν επ΄αριστερά το χωρίον Αγαντσίκη (Φοινίκη, κατ. 162), διαβαίνομεν τον προμαχώνα του Ιμβραήμ πασά επί δεξιά και με΄τα 1 ώραν 15΄εισερχόμεθα εις πεδιάδα. Το νεκροταφείον της πόλεως μένει επί δεξιά και εισερχόμεθα (6 ώραι 30΄εκ Κορώνης) εις Μεθώνης (κατ. 1991). Η πόλις εγείρεται επί σειράς βράχων και συγκοινωνεί διά γέφυρας μετά της νησίδος, ως η Μονεμβασία, μίαν μόνην έμβασιν έχουσα εκ της ξηράς επι της αρχαίας πόλεως Πηδάσου, πόλεως οινοφόρου, δοθείσης κατά τον Β΄Μεσσηνιακόν πόλεμον εις τους Ναυπλιείς, κατέχοντας αυτήν και μετά την υπο του Επαμεινώνδου ανύψωσιν των Μεσσηνίων. Ελάχιστα λείψανα της παλαιάς πόλεως σώζονται ως τα προς τα αμφιστόμιον λιμένα φρούρια, ιωνικοί κίονες της εις τέμενος μεταβληθείσης εκκλησίας, κίων με΄τα βυζαντινού κιονόκρανου και επιγραφής λατινικής πρός τιμήν των Βενετών και του Μοροζίνη, έφερε δε ο κίων άλλοτε τον πτερωτόν λέοντα της Βενετίας. Τα μεσαιωνικά φρούρια υψούνται επι αρχαίων θεμελίων και ανενεώθησαν το 1514 υπό των Βενετών, βραδυτέρον υποτων Τούρκων και τω 1828 υπό των Γάλλων.
Εκ Μεθώνης αμαξιτός 11 χλμ. υπο των Γάλλων τω 1828 κατασκευάσείσα, άγει εις Πύλον, βαίνουσα κατά την βάσιν του όρους Αγ. Νικολάου (482 μ.). Αφήνομεν επι δεξιά το χωρίον Καλαφάτι. Μετά 1 ώραν 15΄ φθάνομεν υπό τον Αγιον Νικόλαον, οπόθεν η οδός διχάζεται, η πρός τα δεξιά άγει εις Νησίον και Ανδρούτσαν, ακολουθούντες δε την πρός αριστερά με΄τα 30΄φθανομέν εις αυχένα, οπόθεν διανοίγεται προ ημών θαυμάσιον πανόραμαανά την Πύλον και τα περί αυτήν. Είτα κατερχόμενοι ήρεμα δια φάραγγος αφήνομεν επί δεξιά μέν το υδραγωγείον, αριστερά δε την ακρόπολιν και δια του προαστίου εν΄τος 40΄ ( 8 ώρας 45΄εκ Κορώνης) εισερχόμεθα εις Πύλος (κατ. 2315), πρωτ. της επαρχίας Πύλιάς του νομού Μεσσηνίας, κειμένην εν γραφική θέσει επι ακρωτηρίου παρά όρμον λαμπρόν και ασφαλέστατον. Κοινός λέγεται Νεόκαστρο, παπ Ευρωπαίοις δε συνήθως Ναυαρίνον. Ο τόπος ούτος δεν έφερεν αρχαίον τινά συνοικισμόν. Το 1572 οι Τούρκοι κατεσκεύασαν εκέι εις τους πρόποδας του Αγ. Νικολάου φρούριον και περίβολον, προς αντιδιαστολήν δε απο του αρχαίου φρουρίου της Πύλου εκλήθη τούτο νυν Νεόκαστρο. Η σημερινή πόλις εκτήσθη κατά μέγα μέρος υπό των Γάλλων στρατιωτών του Μαιζώνος (1829), έχει δε ωραίαν πλατείαν δενδρόφυτον, καλάςκαι καθαράς οδούς. Σώζεται δε και τουρκικόν τέμενος μεταβληθέν εις εκκλησίαν επι του φρουρίου, εκ του οποίου έχει τις ωραίαν θέαν επί των αμέσως πλησίον. Η μνημονευθείσα είσοδος εις τον όρμον, έχουσα πλάτος 1200μ., διαιρείται διά νησίδος, καλούμενη επίσης Πύλου και σκόπελων (Δελικλί-Μπαμπά) εις δύο , Μεγάλον και Μικρόν Θούρον. Επί της νησίδος υψούται φάρος και μηνείων των Γάλλων ναυτών, άλλοτε ενταφιασθέντων εις το νεκροταφείον της Πύλου.
Προς επίσκεψιν της Σφακτηρίας, διέρχεται τις επι πλοιαρίου την Ν. είσοδον του όρμου. Άμέσως επί της Ν. άκρας ευρίσκεται ο τάφος του λοχαγού Μαλλέ, περαιτέρω το σπήλαιον του Αναστ. Τσαμαδού και πλησίον επι βράχου η αναμνηστική πυραμίς του Ιταλού κόμιτος Σανταρόζα, αμφοτέρων πεσόντων εντάυθα μετ΄πολλών ανδρείων κατ΄Απρίλιον 1825. Εις το μέσον της Α. παραλίας, παρ΄ην εκτείνεται καθ΄όλον σχεδόν το μήκος ύψωμα 100 περίπου μ., ανοίγεται ο μικρός όρμος Παναγούλα, εγγύς του οποίου πλησίον παρεκκλησίου το μνημείον των Ρώσων ναυτών. Το Β. άκρον της Σφακτηρίας χωρίζεται δια του στενού πορθμού Συκιάς. Εντάυθα απαντώμεν μικρόν όρμον, καλόυμενον υπο τους Φράγκους Port de Junch (ήτοι Λιμένα σχοίνων) προστατεύομενον δε υπο αρχαίου κυματοθραύστου, η προς τα ΒΑ πεδιάς είνε τώρα το έλος Οσμάν Αγά. Εκέιθεν καταβάινων τις προς τον όρμον Βοϊδοκοιλιά και φθάσας υπο το ΒΑ. γωνίαν του φρουρίου ανέρχεται εις σπήλαιον σταλακτιτών, καλούμενον το άντρον του Νέστορος, έχον βάθος 40 και ύψοε 30μ., συγκοινωνούν δε δι΄οπής μετά του κάστρου. Κάτα αρχαίου μύθον, ο Ερμής κλέψας τους βούς του Απόλλωνος, εντάυθα έκρυψεν αυτούς.
ΕΞ ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΕΙΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑΝ ΚΑΙ ΠΥΛΟΝ
...................................................................................................................................................................
....Κατόπιν διερχόμεθα το χωρίον Οσμάν Αγά και το χάνι Ρωμανού, παρακάμπτομεν τον όρμον Βοϊδοκοιλιάν, επι δεξιά το Κορυφάσιον ακρωτήριον και το Άντρον του Νέστορος, αφήνοντες επί αριστερά τα τενάγη του Οσμάν Αγά, και σθάνομεν εις το Παλαιόν Ναυαρίνον, οπόθεν δια του πορθμού Συκιάς ερχόμεθα εις Νέον Ναυαρίνον δι΄ακατίου εντός 1 ώρας 15΄ή εξακολουθούντες την παραλιακήν οδόν και διερχόμενοι παρά το χάνι Γιάλοβας τον ποταμόν Κουμπέν και είτα τον Ξεριάν, το Ζούγκιο και το υδραγωγείον φθάνομεν εις Πύλον (Νεόκαστρον).
Δημοσθένης Κορδός
Υποψήφιος Διδάκτωρ Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου