Η «τέλεια καταιγίδα» του 1821: Οι παράγοντες επιτυχίας μιας παλιγγενεσίας
H Παρακαταθήκη Εθνικής Συνείδησης
Όταν «Εάλω η Πόλις» για δεύτερη φορά – πρώτη φορά ήταν από τους «εν πίστει αδελφούς» Φράγκους της Δ’ Σταυροφορίας το 1204 – μαζί της έσβηνε και μία από τις μακροβιότερες αυτοκρατορίες του αρχαίου και μεσαιωνικού κόσμου. Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, σκιά του εαυτού του για αιώνες πια όσον αφορά τη στρατιωτική και διπλωματική ισχύ, θα έπεφτε οριστικά στα χέρια των αλλόθρησκων Οθωμανών Τούρκων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία (Osmanlı İmparatorluğu) του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή αντιπροσώπευε μάλλον την κορυφαία στρατιωτική δύναμη της εποχής, έχοντας μεταξύ άλλων στο οπλοστάσιό της το πιο προηγμένο όπλο πολιορκητικής τεχνικής – το κανόνι.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Δραγάσης Παλαιολόγος, αρνούμενος την αναίμακτη συμβολαιογραφική παράδοση της Κωνσταντινούπολης και τη δική του ασφαλή φυγή στη Χίο, θα έδινε έναν αγώνα εθελοθυσίας που θα τον καθιστούσε «μαρμαρωμένο» στη συνείδηση των Ελλήνων και που θα συντρόφευε το συλλογικό υποσυνείδητο για τα ακόλουθα χρόνια.
Η τρίτη περίοδος της Βυζαντινής Aυτοκρατορίας, εάν και δημογραφικά πολυφυλετική, ήταν η κατεξοχήν Ελληνική περίοδος της «Βασιλεύουσας», όπου, αντιστρόφως με την φθίνουσα γεωπολιτική της αξία, είχε να επιδείξει την πιο φωτισμένη περίοδο της στα γράμματα και τις τέχνες (Παλαιολόγεια Αναγέννηση). Σε αυτή την Υστεροβυζαντινή εποχή οικοδομήθηκε εν πολλοίς και η εθνική συνείδηση και ταυτότητα του νεότερου Ελληνικού κράτους. Από εκεί, τέσσερις αιώνες αργότερα, η Ελλάδα εμπνευσμένη καθοριστικά από τα τεκταινόμενα στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα ξεκινούσε έναν αγώνα παλιγγενεσίας έχοντας συμπαγή συνείδηση της πολιτιστικής (μέσω της θρησκείας) και ιστορικής (μέσω του Ελληνορωμαϊκού παρελθόντος και Ελληνικής γλώσσας) συνέχειάς της.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και μέχρι το 1821 θα καταγραφούν έως και 124, μείζονες ή ελάσσονες, στάσεις, εξεγέρσεις και επαναστάσεις των Ελλήνων: από την εξέγερση της Μάνης και τις πολυάριθμες απόπειρες του Βησσαρίωνα (μαθητή του κορυφαίου λόγιου Πλήθωνα) για συγκρότηση σταυροφορίας (1457–1472), μέχρι τα Ορλωφικά το 1770.
Αλλά, αφού ο άσβεστος αναβρασμός των Ελλήνων παρέμενε ακαταπόνητος καθ’ όλη τη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων, το ερώτημα είναι γιατί η επανάσταση του 1821 ήταν αυτή που εκπλήρωσε το σκοπό της (στο βαθμό που το έκανε); Γιατί όχι νωρίτερα;
Ποιές συμπτώσεις χρειάστηκε να ευθυγραμμιστούν στο ευρύτερο πλαίσιο, ώστε να ολοκληρωθεί ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας;
Η Παρακμάζουσα Οθωμανική Διοίκηση και ο Ρωσικός Παράγοντας
Αδιαμφισβήτητος παράγοντας Χ της επιτυχίας του 1821 ήταν, αν μη τι άλλο, η ραγδαία παρακμάζουσα οικονομία και διοίκηση των Οθωμανών. Ήδη από τον 17ο αιώνα παρατηρείται ο έντονος εκφυλισμός της γραφειοκρατίας του κράτους όπως και η υπέρμετρη αύξηση των κρατικών λειτουργών. Η διαρκής υποτίμηση των νομισμάτων μετέτρεψε την είσπραξη φόρων σε αυτοσκοπό, την ίδια ώρα που η οικονομία της αδυνατούσε να παρακολουθήσει την αναδυόμενη Βιομηχανική επανάσταση της υπόλοιπης Ευρώπης. Μία σειρά συνθηκολογήσεων από τον 16ο έως το 18ο αιώνα απώλεσαν την οικονομική της ανεξαρτησία, που σε συνάφεια με την εδαφική συρρίκνωση που υπέστη τον 19ο αιώνα, της απέδωσαν δικαίως το χαρακτηρισμό του «Ασθενή της Ευρώπης».
Από τον 18ο μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, οι Οθωμανοί είδαν την Αίγυπτο να χάνεται αρχικά από το στρατό του Ναπολέοντα και, εν τέλει, από τον Μεχμέτ Αλί, αντιμετώπισαν πάμπολλες εξεγέρσεις Πασάδων στην επικράτειά τους, είδαν την απώλεια μέρους του Ελλαδικού χώρου, την μετατροπή της Βλαχίας και Μολδαβίας σε Ρωσικά προτεκτοράτα όπως και τη μερική αυτόμηση της Σερβίας.
Ωστόσο, την ίδια περίοδο πραγματοποιήθηκαν και έξι Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι (1710–1711, 1735–1739, 1768–1774, 1787–1792, 1806–1812, 1828–1829), σημείο κομβικό στην εκκόλαψη της εθνικής αφύπνισης. Το Ρωσικό κράτος ήδη από τον Πέτρο Α΄ (Μεγάλο Πέτρο), αλλά ειδικότερα με την Αικατερίνη Β΄ (Μεγάλη Αικατερίνη), φάνηκε να στρέφει για τα καλά την προσοχή του στο «Ανατολικό Ζήτημα». Πλάνο των Τσάρων η εξάπλωση στον Εύξεινο Πόντο και ο Βαλκανικός συνασπισμός υπό την ορθόδοξη Ρωσική κηδεμονία. Καμία άλλη χώρα δεν επηρέασε πρακτικά και επιχειρησιακά τον Ελληνικό ξεσηκωμό περισσότερο από τους Ρώσους.
Με τη συμφωνία του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), η Ρωσία αναγνωρίζεται και επισήμως από την Πύλη ως προστάτιδα των ορθόδοξων υπηκόων, ενώ προσφέρει ελεύθερη άδεια πλεύσης στα Ελληνικά πλοία με Ρωσική σημαία – γεγονός που ισχυροποιεί οικονομικά πολλούς Έλληνες εμπόρους, ενώ ουσιαστικά γίνεται η αφετηρία για την λεγόμενη «Περίοδο Ανακαίνισης». Τα Ορλωφικά γεγονότα λίγα χρόνια αργότερα, μία σειρά Ελλήνων με βαθύ Ρωσικό δίκτυο (όπως ο Υψηλάντης και ο Καποδίστριας), ο ομόθρησκος δεσμός με την «Τρίτη Ρώμη» (Μόσχα) των «Ρως» (Τσάρος σημαίνει Καίσαρας εξάλλου) επέδρασαν συνολικά και επιταχυντικά στο δρόμο προς την επανάσταση. Το «Ξανθό Γένος» θα γινόταν η μεγάλη προσδοκία στα μυαλά των Ελλήνων, άν και η Ρωσία δεν θα εξυπηρετούσε ποτέ τον πολλά υποσχόμενο ρόλο της μετά την επανάσταση.
Η Έμπνευση της Γαλλικής Επανάστασης και η Βρετανική Ουδετερότητα
Εάν η Ρωσία ήταν η δύναμη που ώθησε επιχειρησιακά περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, τότε η Γαλλία ήταν εκείνη που συντέλεσε πιο επιδραστικά στην ιδεολογική συγκρότηση του εθνικού σκοπού. Ειδικά μετά το 1792 οι γαλλοελληνικοί δεσμοί συσφίγγονται ερμητικά.
Η συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο το 1797 (η Βενετία διαλύεται και χάνει τα Επτάνησα), οι βλέψεις του Ναπολέοντα για ανεξάρτητη Ελλάδα υπό τη Γαλλική προστασία, η συμμετοχή και ενδυνάμωση του Ελληνικού στόλου στις Αγγλο-Γαλλικές συγκρούσεις, θα δώσουν την απαραίτητη δίοδο για όσμωση των ιδεών της εποχής. Σε μία προνεωτερική κοινωνία όπως η Ελληνική, οι ιδέες του σύγχρονου έθνους-κράτους και του Διαφωτισμού θα μπολιάσουν αποφασιστικά τις σκέψεις των λογίων και της όποιας αστικής τάξης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από το 1800 παρατηρούνται τα πρώτα δημοκρατικά κόμματα κοινοτικής αυτοδιοίκησης. Η σειρά εθνοσυνελεύσεων μετά το 1821 όπως και το προσωρινό σύνταγμα του 1822, ήταν αμιγώς εμπνευσμένα από τα πρότυπα της Πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας (1792-1795). Οι ιδέες περί ισονομίας και ενός συγκεντρωτικού κράτους ομοεθνών ήταν συνθήματα καινούργια στα ελληνικά πράγματα. Ο Αδαμάντιος Κοραής διετέλεσε το βασικό πομπό εξέδωσης αυτών των ιδεών επηρεάζοντας καθοριστικά το ρεύμα του Ελληνικού Διαφωτισμού.
Μετά το πέρας της Α’ Γαλλικής Αυτοκρατορίας (1804-1815) και την πτώση του Ναπολέοντα, η παντοκρατορία των Γάλλων στα δρώμενα της Ευρώπης και Νοτιοανατολικής Μεσογείου παύει απότομα. Η Γαλλία θα περάσει πια στη φάση παλινόρθωσης της Δυναστείας των Βουρβόνων (1815-1848) και η συμμετοχή της μετά την επανάσταση θα ωχριά μπροστά στην επιρροή της πριν από αυτή.
Αντιθέτως οι Βρετανοί, ισχυροποιημένοι μετά τη νίκη στο Βατερλώ, θα ατενίζουν ένα αιώνα που θα χαρακτηρίσει μία από τις ισχυρότερες περιόδους της αποικιακής αυτοκρατορίας τους. Η διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους, η ηττημένη Γαλλία και οι παρηκμασμένες ηγεσίες σε Ισπανία και Ιταλία, προσέφεραν διάπλατο χώρο για ενεργότερη εμπλοκή του στόλου τους στα Ευρωπαϊκά και Μεσογειακά δρώμενα.
Ωστόσο, σε αντίθεση με Γαλλία και Ρωσία, η Βρετανία φάνηκε να παίζει ένα πολύ πιο ισορροπιστικό ρόλο ουδετερότητας μέχρι και τα πρώτα χρόνια της επανάστασης. Θέση που ωστόσο θα άλλαζε άρδην μετά το 1824 και την υποστήριξη γιά Ελληνική ανεξαρτησία, με προεξάρχουσα φυσιογνωμία τον μετέπειτα πρωθυπουργό της Βρετανίας και φιλέλληνα Τζώρτζ Κάνινγκ.
Ο Οπορτουνισμός των Τέλειων Συγκυριών
Η σύμπτωση μιας σειράς δεδομένων ολοκλήρωνε ένα ψηφιδωτό συγκυριών που επέτρεψε την επιτυχία του απελευθερωτικού αγώνα.
Η ιδέα των δημοκρατικών εθνών-κρατών θα δημιούργησε το όραμα της επόμενης ημέρας. Οι Ευρωπαϊκές επαναστάσεις (σε Γαλλία το 1789, σε Ιταλία και Ισπανία το 1820) θα σηματοδοτούσαν την καινούργια περίοδο και θα ευνοούσαν εφάμιλλο κλίμα ενεργειών και από άλλους λαούς. Ο ρομαντισμός των Φιλελλήνων θα προσέφερε διεθνοποίηση στον εθνικό αγώνα. Ο ρόλος και το δίκτυο της Ρωσίας θα ισχυροποιούσε άμεσα και έμμεσα την οικονομία και επιχειρησιακή οργάνωση των Ελλήνων. Η Γαλλο-Βρετανική σύγκρουση θα συντελούσε στην ισχυροποίηση των Ελλήνων πλοιοκτητων. Η εξέγερση του Αλή Πασά στα Ιωάννινα θα δρούσε ως ο τέλειος αντιπερισπασμός. Ενω, τέλος, η Βιομηχανική Επανάσταση θα έστελνε στην εντατική την παρηκμασμένη οικονομία της αχανούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω θα αποδεικνύονταν μικρά δίχως τις διεργασίες και τη συμμετοχή των Ελλήνων. Η νεοσύστατη, αν και άτυπη, αστική τάξη των Φαναριωτών, των προκρίτων (ανάμεικτες κοινωνικές ομάδες εφοπλιστών και πλούσιων στα νησιά, γαιοκτημόνων στις αγροτικές περιοχές), των ηγεσιών του στρατού (αμαρτωλοί και κλέφτες), των επικεφαλής των συντεχνιών, τραπεζιτών και εμπόρων θα σχημάτιζε μία ιθύνουσα τάξη σύνθετη και ετερογενή, που σε άμεση επαφή με τις ξένες δυνάμεις θα δρομολογούσε τις εξελίξεις. Ο συντονιστικός ρόλος της Φιλικής Εταιρείας από το 1814, της σημαντικότερης των μυστικών οργανώσεων, θα έπαιζε το δικό της μοναδικό ρόλο μέχρι και το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» του Υψηλάντη.
Πάραυτα, θα ήταν λάθος να παραγνωριστεί και η κατεξοχήν φύση του αγώνα. Η επανάσταση ήταν στη ουσία της μία πάνδημη και διαταξική πράξη: από τον κλήρο ως τους αμόρφωτους δουλοπάροικους, όλοι στο τέλος συστρατεύτηκαν σε έναν αγώνα ορόσημο για την ιστορία του Ελληνισμού. Έτσι συντελέστηκε το ένδοξο ‘21, μία εποποιία άξια θαυμασμού και κλέους, που χάραξε την αφετηρία του Ελληνικού κράτους ακριβώς πριν από δύο αιώνες.
*Ο Άρης Βουρβούλιας είναι editor και πολιτικός αναλυτής. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο Παντείου Πανεπιστημίου με μεταπτυχιακές σπουδές στις Πολιτικές Επιστήμες στο UAB Βαρκελώνης. Τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται ως επικεφαλής ομάδας μάρκετινγκ και κειμενογράφων σε εταιρεία στη Δανία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου