ΠΡΙΝ από δέκα τέσσερα χρόνια ο Ηλίας Κανάκης δημιουργούσε στην Πύλο Μεσσηνίας ένα μικρό παραδοσιακό ελαιοτριβείο.
Δυο βραβεία που απέσπασε το λάδι του στην Καλιφόρνια και η απόφαση να στραφεί στις εξαγωγές οδήγησαν τη μικρή του επιχείρηση σε αλματώδη ανάπτυξη.
Σήμερα, σε μια στιγμή που πολλαπλασιάζονται καθημερινά τα λουκέτα στην ελληνική αγορά, η εταιρεία «Κανάκης» εξάγει το σύνολο της παραγωγής της (ελαιόλαδο και ελιές), ενώ πενταπλασίασε τον τζίρο της την τελευταία πενταετία. Εξάγει έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στην Αμερική, στην Ευρώπη και στην Ασία. Ακόμα και στη γειτονική Ιταλία -μεγάλο ανταγωνιστή του ελληνικού λαδιού- όπου έχει τοποθετήσει τα προϊόντα του σε «ιν» ντελικατέσεν στην καρδιά της Ρώμης.
Κόντρα στο ρεύμα
Στα ...
είκοσι ένα του χρόνια ο Ηλίας Κανάκης έφευγε μετανάστης στον Καναδά. Πέντε μήνες αργότερα, όμως, επέστρεψε στην Πύλο για να ασχοληθεί με τα ελαιόδεντρα της οικογένειας. Αρχισε να κερδίζει χρήματα όταν έκλεισε πόστο στη λαχαναγορά της Καλαμάτας για να παρακάμψει τους έμπορους-μεσάζοντες.
Το 1999, όταν όλη Ελλάδα ασχολούνταν με το Χρηματιστήριο, αυτός αποφάσισε να ποντάρει ό,τι είχε και δεν είχε στις ελιές. Ετσι, με εξ ολοκλήρου δικά του χρήματα δημιούργησε μαζί με τη γυναίκα του ένα μικρό παραδοσιακό ελαιοτριβείο. Η μονάδα κόστισε εξήντα εκατομμύρια δραχμές (170.000 ευρώ) και είχε τη δυνατότητα να παράγει 250 τόνους έξτρα παρθένο ελαιόλαδο το χρόνο.
«Γρήγορα διαπιστώσαμε τον ανορθόδοξο τρόπο που γινόταν το εμπόριο του λαδιού. Οι περισσότεροι καλλιεργητές ενδιαφέρονταν μόνο να φορτώσουν το λάδι που παρήγαγαν στα βυτία για να το στείλουν στους Ιταλούς, κερδίζοντας μόνο μερικές δεκάρες το κιλό. Δεν τους ενδιέφερε να δημιουργήσουν αγορά», λέει ο Ηλ. Κανάκης.
Για να δοκιμάσει την απήχηση του λαδιού που παρήγε, το έβαλε με την επωνυμία του σε μερικά μπουκάλια. Αρχισε να γυρίζει τη μία μετά την άλλη τις διεθνείς εκθέσεις και να μετέχει σε διαγωνισμούς.
Η ευκαιρία που άρπαξε από τα μαλλιά εμφανίστηκε το 2003, όταν απέσπασε το πρώτο και το τρίτο βραβείο σε διαγωνισμό ελαιολάδου στην Καλιφόρνια (ΗΠΑ). Συνειδητοποίησε τότε ότι τα βραβεία αυτά μπορούσαν να γίνουν διαβατήριο για την αμερικανική αγορά κι αποφάσισε να τυποποιήσει το λάδι.
«Στην αρχή συσκευάζαμε το λάδι σε ένα τυποποιητήριο στην Καλαμάτα αλλά γρήγορα αποφασίσαμε να φτιάξουμε το δικό μας. Προσπαθήσαμε να εξασφαλίσουμε επιδότηση από τον αναπτυξιακό νόμο, αλλά μας περιέκοψαν την αρχική μας μελέτη και, τελικά, μας έδωσαν 200.000 ευρώ. Εμείς, όμως, προτιμήσαμε να υλοποιήσουμε το αρχικό μας σχέδιο επενδύοντας συνολικά 2 εκατ. ευρώ για να φτιάξουμε το συσκευαστήριο που είχαμε σχεδιάσει εξαρχής. Το 2005 ήταν έτοιμο».
Η στροφή στις εξαγωγές έγινε σχεδόν μονόδρομος για τον Ηλ. Κανάκη, καθώς στην ελληνική αγορά τα δεδομένα γινόταν ολοένα πιο δύσκολα. «Οι χονδρέμποροι και τα σουπερμάρκετ πλήρωναν ύστερα από τέσσερις ή οκτώ μήνες και μόνο με επιταγές», σημειώνει.
Η συμμετοχή στις εκθέσεις, όμως, δεν ήταν αρκετή για να βρει κανείς διέξοδο στις ξένες αγορές. Ούτε για να αποκτήσει επαφές με τα μεγάλα δίκτυα διανομής των προϊόντων.
Δίκτυα διανομής
«Αξιοποιήσαμε τις εμπορικές αποστολές που οργάνωσε ο Ελληνικός Οργανισμός Εξωτερικού Εμπορίου (ΟΠΕ) το 2006 και 2007. Θέλαμε να βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο με τις μεγάλες ξένες αλυσίδες, να αποκτήσουμε προσωπική επαφή μαζί τους και να τους παρουσιάσουμε εμείς οι ίδιοι τα προϊόντα μας, ώστε να τους πείσουμε για την υψηλή ποιότητα. Ετσι, αποκτήσαμε στενή επαφή με ισχυρά δίκτυα διανομής προϊόντων στην Αμερική, στην Ευρώπη, στη Ρωσία και σε χώρες της Ασίας».
Η επιμονή για διείσδυση στις ξένες αγορές αποδείχθηκε κίνηση ματ, αφού την τελευταία τριετία, εν μέσω ύφεσης, η εταιρεία άρχισε να αναπτύσσεται με άλματα. Από τους 800 τόνους το 2008, οι εξαγωγές αυξήθηκαν σε 1.200 τόνους το 2009 και 1.600 τόνους το 2010, με πενταπλασιασμό του κύκλου εργασιών (1 εκατ. ευρώ το 2004, 5 εκατ. ευρώ φέτος).
Η μαύρη τρύπα των επιδοτήσεων
Τεράστια ποσά που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την πρώθηση του ελληνικού ελαιολάδου και άλλων αγροτικών προϊόντων στις ξένες αγορές, χάνονται κάθε χρόνο στις γεωργικές ενώσεις και τους συνεταιρισμούς, υποστηρίζει ο Η. Κανάκης.
«Σκεφθείτε, για παράδειγμα, ότι κάθε χρόνο οι παραγωγοί ελαιολάδου για να ενεργοποιήσουν τα δικαιώματα επιδότησης που δικαιούνται, καταβάλλουν ένα ποσό στις γεωργικές ενώσεις. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου οι παραγωγοί δεν χρειάζεται να πληρώσουν τίποτα. Αντί, όμως, να χρησιμοποιηθούν αυτά τα ποσά για την προώθηση των αγροτικών προϊόντων στο εξωτερικό, τα χρήματα χάνονται. «Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Μεσσηνίας εισέπραξε από τους παραγωγούς περί τα 4 εκατ. ευρώ για τις ενεργοποιήσεις των δικαιωμάτων επιδότησης αλλά για την προβολή και προώθηση των προϊόντων διατέθηκαν μόλις 20.000 ευρώ...». Ο ίδιος τονίζει ότι η Ελλάδα πρέπει να κινηθεί άμεσα για να καθιερώσει και να πιστοποιήσει διεθνώς μια νέα κατηγορία ελαιολάδου κορυφαίας ποιότητας, την οποία οι ανταγωνίστριες χώρες δεν θα μπορούν να ανταγωνιστούν. «Ετσι, θα δικαιολογείται και η υψηλότερη τιμή του ελληνικού ελαιολάδου σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές του. Υψηλότερη τιμή που οφείλεται στην καλύτερη ποιότητά του αλλά και το αυξημένο κόστος παραγωγής του. Το ελληνικό λάδι έχει υψηλότερο κόστος παραγωγής αφού, εξαιτίας του μικρού κλήρου (πολλοί παραγωγοί με λίγες ελιές ο καθένας) οι ελιές εξακολουθούν να μαζεύονται με τα χέρια, όπως χιλιάδες χρόνια πριν», όπως αναφέρει. ΠΗΓΗΤο είδαμε στο newsmessinia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου