Πέμπτη 29 Ιουλίου 2021

Alors, c'est la guerre και ο Nino the mavro στην Πυλο ! (σύντομα κοντά σας )

 Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940-41 (στην Ελλάδα αναφέρεται και ως Πόλεμος του '40 ή Έπος του '40) ήταν η πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και συνασπισμού Ιταλίας και Αλβανίας, η οποία διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 31 Μαΐου 1941, όταν και ολοκληρώθηκε η κατάληψη της χώρας από τις γερμανικές δυνάμεις, οι οποίες επιτέθηκαν στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941. Η ιταλική κυβέρνηση απέστειλε στην Ελλάδα τελεσίγραφο, με το οποίο και απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια αόριστα στρατηγικά σημεία της Ελλάδος. 






 









 









Ε.Λ.Α.Σ. – ΠΙΝΕΡΟΛΟ

Από 12 Σεπτεμβρίου έως 13 Οκτωβρίου 1943

Τι προέβλεπε το πρωτόκολλο συνεργασίας

Υπεγράφη στις 4μ.μ. της 11ης Σεπτεμβρίου 1943, στο χωριό Πύλη. Οι όροι του συνοπτικά σύμφωνα με τον Στέφανο Σαράφη: «Όσοι από τους Ιταλούς ήθελαν να πολεμήσουν, θα κρατούσαν τον οπλισμό τους και ωσότου προσαρμοστούν στον ανταρτοπόλεμο θα χρησιμοποιούνταν κατά μικρά τμήματα χωρισμένα (λόχοι, τάγματα) και θα έπαιρναν θέση ανάμεσα στα αντάρτικα τμήματα. Αργότερα, όλη μαζί η ιταλική δύναμη θα έπαιρνε υπεύθυνα έναν τομέα. Ο στρατηγός Ινφάντε με ένα μικρό επιτελείο θα έρχονταν στην έδρα του Κοινού Γενικού Στρατηγείου (στο Περτούλι) για την παροχή πληροφοριών και την έκδοση σχετικών διαταγών για τα τμήματά του. Τη διατροφή θα αναλάμβαναν οι Άγγλοι υπό τους όρους που είχαν κανονίσει για τους αντάρτες. Όσοι από τους Ιταλούς δεν ήθελαν να πολεμήσουν, θα αφοπλίζονταν και θα κλείνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το υλικό εκείνων που θα αφοπλίζονταν θα το παραλάμβαναν κατά τόπους αντάρτικα τμήματα, θα καταγράφονταν και θα μοιράζονταν μεταξύ των οργανώσεων, ανάλογα με τη δύναμή τους, όπως και το υλικό των συμμάχων που έριχναν τα αεροπλάνα». (Σαράφης, σελ.187)

Σχέσεις ανταρτών και Ιταλών

Μετά την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ ιταλικών και ελληνικών στρατευμάτων άρχισαν να δημιουργούνται προστριβές μεταξύ του Ε.Λ.Α.Σ. και των ιταλικών στρατευμάτων. Οι προστριβές ήταν κυρίως πολιτικές αλλά και συμπεριφοράς. Πολλοί αξιωματικοί της Πινερόλο, πιστοί στο καθεστώς του Μουσολίνι, δεν μπορούσαν να ανεχτούν αυτή τη συμφωνία και έκαναν συστηματική προπαγάνδα ενάντια στον Ε.Λ.Α.Σ. Για την κατάσταση αυτή που επικρατούσε στα ιταλικά στρατεύματα ελάμβανε γνώση ο Ε.Λ.Α.Σ. διά μέσου δικτύου πληροφοριών με Ιταλούς αντιφασίστες που είχε δημιουργήσει στο εσωτερικό τους. Σε αντιστάθμιση της προπαγάνδας αυτής, αναπτύχθηκε ένα αντιφασιστικό κίνημα που καλλιεργούσε τη συναδέλφωση με τον Ε.Λ.Α.Σ. και τους Έλληνες πατριώτες για την αντιμετώπιση του κοινού εχθρού. Με πολυγράφους του Ε.Λ.Α.Σ. τυπώνονταν αντιφασιστικά κείμενα και προκυρήξεις. Σύμφωνα με τον Μ. Μπουκουβάλα «ηγέτης αυτής της προσπάθειας ήταν ένα νέος όμορφος Ιταλός, ο Νίνο». Όμως στις αρχές του Οκτωβρίου, Ιταλοί σταρτιώτες ασφαλείας συλλαμβάνουν τον Νίνο μαζί με έναν Ιταλό αντιφασίστα. Το Σύνταγμα της Αόστης συγκροτεί έκτακτο Στρατοδικείο και εκτελεί τους δύο Ιταλούς. Πέραν αυτών, δημιουργούνται διάφορα έκτροπα και στις σχέσεις ανταρτών και ιταλικών δυνάμεων, με υπαιτιότητα των πρώτων. Αναμφισβήτημες περιπτώσεις βρέθηκαν από την έρευνα, σε περιεχόμενο διαταγών του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ. προς τις εμπλεκόμενες μονάδες, όπου έγιναν τα διάφορα επεισόδια.

Αδέλφια Έλληνες

Η εξέλιξη της «υπόθεσης Πινερόλο»

Στις 14/10/43, ο Ε.Λ.Α.Σ με μια αστραπιαία επιχείρηση, αφοπλίζει το μέρος της Μεραρχίας που είχε στρατοπεδεύσει στην περιοχή Μουζακίου Καρδίτσας και στην Τύρνα, στην Πίνδο. Οι Ιταλοί εσπευσμένα οδηγούνται, για λόγους ασφαλείας, στην περιοχή της Νεράιδας όπου βρισκόταν τότε το αεροδρόμιο.

Στις 17/10/43 αρχίζουν μεγάλης κλίμακας γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Στα τέλη Νοεμβρίου φτάνουν στη Νεράιδα, όπου είναι ήδη συγκεντρωμένοι 6.000 Ιταλοί. Καταστρέφουν και καίνε τα πάντα στο χωριό μαζί με όλες τις αποθήκες τροφίμων, παίρνουν τα τρόφιμα και δολοφονούν αρκετούς Ιταλούς ασθενείς, νοσηλευόμενους στο πρόχειρο νοσοκομείο εκεί. Μετά το πέρας των γερμανικών επιχειρήσεων, οι Ιταλοί επιστρέφουν στη Νεράιδα, όπου αντιμετωπίζουν έναν τραγικό χειμώνα έως τα τέλη Μαρτίου του 1944, οπότε ο Ε.Λ.Α.Σ. και η Βρετανική Αποστολή αποφασίζουν να τους διοχετεύσουν σε οικογένειες χωρικών, για να γλιτώσουν από βέβαιο θάνατο. Με ελάχιστη τροφή και χωρίς στοιχειώδη ένδυση, μην έχοντας μέρος για να κοιμούνται, άρρωστοι, χωρίς φαρμακευτική υποστήριξη, οι εξαντλημένοι οργανισμοί τους δεν αντέχουν και πεθαίνουν κατά εκαντοντάδες. Υπολογίζονται περίπου σε 1.000 αυτοί που αποβιώνουν την περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου του ’43 και Μαρτίου του ’44, στη Νεράιδα.

Μαρτυρίες Ιταλών

Μαρτυρία που κατατέθηκε από τον Τζοβάνι Τζιράουντι, επιζών της σφαγής στην Κεφαλονιά, στο διεθνές συνέδριο που έγινε στην ιταλική πόλη Τσεζένα, από τις 27/9 έως τις 3/10 του 1987.

Λέει ο Μάριο Μπαούλε (υπηρετούσε στον 7ο λόχο του 2/14 τάγματος στα Πευκάκια: Μετά μια μέρα που πέρασε με διαταγές και ανακλήσεις, το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου, η στρατιωτική διοίκηση αρνήθηκε το σχέδιο, να δεχτούν την πρόσκληση των ανταρτών για συνεργασία. Ο λόχος μας μαζί με μια πυροβολαρχία αρνήθηκε τις διαταγές και, αφού συμφώνησε με τους Έλληνες, κατευθύνθηκε προς το βουνό[…]

Ο Λούτζι Μπερέτα, ραδιοτηλεγραφιτής, αναφέρει ότι με σύμφωνη γνώμη του αρχηγού του τμήματος πετάξαμε τους κώδικες στη φωτιά, καταστρέψαμε τις μονάδες R2 και R4 και χωρίς καμιά συμβουλή, το σούρουπο μαζί με λίγους ακόμη πήραμε το δρόμο προς το βουνό […]

Ο Σεβερίνο Κορόνα, σε υπηρεσία στην αυτόνομη μονάδα Πυροβολικού 100/17, προσδιορίζει τη βασική αιτία της επιλογής του, αποδεικνύοντας ότι το περιεχόμενο της ανακωχής ήταν επαρκώς κατανοητό για όποιον ήθελε να το αντιληφθεί. Η διαταγή του αρχιστράτηγου Μπαντόλιο ήταν αυτή: Συνεργασία με τα αγγλο-αμερικάνικα στρατεύματα και φυσικά με τους Έλληνες παρτιζάνους, καθώς και άμυνα έναντι αυτών που θα μας επιτεθούν.

Τι να κάνουμε; Όλοι συμφωνήσαμε να πάμε με τους παρτιζάνους. Μόνο μια πυροβολαρχία, που ο Διοικητής της ήταν φασίστας, πήγε με τους Γερμανούς. Ξεκινήσαμε με ελαφρύ οπλισμό, με συνοδεία ανταρτών.

Ομόλιο:

Τα μεσάνυχτα της 11ης Σεπτεμβρίου, καταφθάνει ο διερμηνέας των Ιταλών Μιχ. Τσουνάς. Αυτός προσφέρει κρυφά τις υπηρεσίες του στην αντίσταση.

“Ο Τσουνάς οδηγεί τώρα τους Έλληνες στο ιταλικό οχυρό και αρχίζει να καλεί τους Ιταλούς να παραδοθούν. Οι εκκλήσεις τους καθώς και οι εκδηλώσεις εγκαρδιότητας, αναστατώνουν τους Ιταλούς. Σε λίγο στα οχυρά, μέσα στο σκοτάδι, ξεσπούν γέλια και χαρές. Έλληνες και Ιταλοί συναδελφωμένοι ξεσπούν σε ιαχές «Finita la Guerra». Οι Ιταλοί μαζί με τους αξιωματικούς, που στο μεταξύ είχαν γυρίσει, προσχωρούν στους αντάρτες. Οι κάτοικοι ρίχνονται και μεταφέρουν τα εφόδια των Ιταλών μακριά από το χωριό. Τα πυροβόλα σέρνονται με ζώα προς δασωμένο μέρος για απόκρυψη. Τα αετόπουλα σβήνουν κάθε ίχνος από τις ρόδες’’ (Αρσενίου)

Φέιγ βολάν από τους Ιταλούς στους Έλληνες αιχμαλώτους.

Γιάννης Μπεράτης, Το πλατύ ποτάμι, β’ έκδοση

Συσσίτιο σε Ιταλούς στρατιώτες, αιχμαλώτους σε ελληνικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.
[περιοδικό «7 Anni di Guerra» ,1963. Αρχείο Στεφ. Κ. Αλεξάνδρου]













[φώτο από το βιβλίο της Νίτσας Κολιού]

 


 



 





 
30 Οκτωβρίου 1940: το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας του Μπενίτο Μουσολίνι ανακοινώνει την επίθεση στην Ελλάδα


Πρόχειρος τάφος στο μέτωπο: Κλεισούρα – Τρεμπεσίνα – Τεπελένι. Με τη φροντίδα των Ιταλών, θάφτηκε Έλληνας στρατιώτης αγνώστων στοιχείων.
[Από την περιοδοκή έκδοση: anni di guerra. Fotostoria del secondo conflitto mondiale visto dalle due parti in lotta, n.9 (agosto 1961)]
Οι Ιταλοί Αυγουστίνος, Τζοβόνι και Αρμάντο αγωνίστηκαν στο πλευρό των Ελλήνων. Ο Αυγουστίνος σκοτώθηκε σε μάχη στο Κατσιπόδι 27/12/44, ο Αρμάντο σε μάχη στου Μακρυγιάννη, από εκρηξη του όλμου του 10/12/44

Προκήρυξη Αντιφασιστών Ιταλών
 







 

Είναι λογικό οι Ιταλοί πολεμιστές, βρισκόμενοι ήδη τρία χρόνια μακρυά από την πατρίδα τους, αντίπαλοι σ’ έναν λαό με τον οποίο είχαν τόσα πολλά κοινά στοιχεία και σ’ έναν πόλεμο που τον θεωρούσαν άδικο, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να επιστρέψουν γρήγορα στις οικογένειές τους. Υπάρχουν μαρτυρίες, Ιταλών να δείχνουν δακρυσμένοι φωτογραφίες αγαπημένων τους προσώπων, στους Έλληνες. Έτσι εξηγείται και πως χιλιάδες στρατιώτες σε Βόλο και Εύβοια παραδόθηκαν σε πολίτες αναίμακτα.

Χαρακτηριστική είναι και η μαρτυρία του Α. Μπαρτολίνι:

«Πολλές φορές, στις συνεχείς επαφές που είχαν με τους Έλληνες,είχαν ερωτηθεί για το πώς μια χώρα όπως η Ιταλία, με ευγενείς φιλοελληνικές παραδόσεις, συνδεδεμένη με την Ελλάδα όχι μόνο από πολιτισμικές σχέσεις, αλλά και από την ανάμνηση των αγώνων της εθνικής ανεξαρτησίας της, μπόρεσε να πραγματοποιήσει μια επίθεση όχι αποδεκτή, άδικη, παράλογη για πολλούς. Και ήταν πράγματι δύσκολη οποιαδήποτε απάντηση..»

Η έκφραση “Una razza una faccia” χρησιμοποιούνταν από τους Έλληνες για να υπογραμμίσουν με ευχαρίστηση τις ευκρινείς σωματικές ομοιότητες με τους στρατιώτες της Ν. Ιταλίας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου