Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011
πριν το καράβι ναυαγήσει
Να αλλάξει ρότα η κυβέρνηση
Ζητούν οι Μεσσήνιοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, πριν το καράβι ναυαγήσει
Μπορεί οι τρεις βουλευτές Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ, Δ. Κουσελάς, Ν. Γιαννακοπούλου και Οδ. Βουδούρης, να μη το… διαλαλούν, αλλά η άποψή τους για τα τεκταινόμενα στη χώρα μας, ιδιαίτερα μετά την ανακοίνωση και των τελευταίων μέτρων, είναι ξεκάθαρη: η κυβέρνηση αρμενίζει στραβά και το ταχύτερο δυνατό χρειάζεται ο… καπετάνιος να αλλάξει ρότα.
Στις θέσεις που καταθέτουν σήμερα στο «Θ» δεν κρύβουν τα λόγια τους: ασκούν κριτική σε υπουργούς για καθυστερήσεις σε όλους τους τομείς, μιλούν για αναποτελεσματικότητα, σημειώνουν ότι η κρατική μηχανή βρίσκεται σε βαθύ λήθαργο, ενώ ζητούν να σταματήσει επιτέλους ο… ορυμαγδός μέτρων επί δικαίων και αδίκων. Να μπει, επιτέλους, μια κόκκινη γραμμή.
Μάλιστα, ο βουλευτής Οδ. Βουδούρης με ορισμένους συναδέλφους του της κοινοβουλευτικής ομάδας στέλνει ανοικτή επιστολή στον πρωθυπουργό, με τίτλο: «Η κατάσταση επιβάλλει ατομικές και συλλογικές υπερβάσεις».
Βέβαια, το ερώτημα που προκύπτει μετά τα παραπάνω είναι: εφόσον διαφωνούν οι βουλευτές, γιατί ψηφίζουν όλα τα μέτρα που μέχρι σήμερα έχουν φτάσει στη Βουλή, εκ των οποίων τα περισσότερα, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι, είναι άδικα κοινωνικά;
Απάντηση, φυσικά, δεν μπορούμε να δώσουμε εμείς. Ερμηνεύοντας, ωστόσο, αυτά που μας κατέθεσαν, ίσως να πιστεύουν ότι η μοναδική λύση για το κόμμα και τους ίδιους είναι όλα αυτά τα μέτρα που ανακοινώνονται κατά ριπάς να πετύχουν το στόχο τους…
Να σημειώσουμε ότι τα δύο ερωτήματα που τέθηκαν στους τρεις Μεσσήνιους βουλευτές ήταν:
1. Πώς βλέπετε τα νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν τις προηγούμενες ημέρες και
2. Συμμερίζεστε κάποιες απόψεις που ακούγονται στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ για κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή πρόωρες εκλογές;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ
1) Τα μέτρα είναι δυσβάσταχτα για τους περισσότερους συμπολίτες μας, που ποτέ δεν αρνήθηκαν να υποβληθούν σε θυσίες για να σωθεί η χώρα. Αντιδρούν, όμως, γιατί τα βάρη κατανέμονται άνισα. Δεν μπορεί, λ.χ., να κόβονται συντάξεις, να κόβεται το ρεύμα σε κάποιον που δε θα πληρώσει το έκτακτο τέλος στα ακίνητα και από την άλλη να μην ανοίγονται οι λογαριασμοί όσων χρωστούν εκατομμύρια σε ληξιπρόθεσμα, δεν μπορεί να καθυστερούν αλλαγές στους φοροελεγκτικούς μηχανισμούς, αλλαγές που νομοθετήθηκαν και δρομολογήθηκαν πριν από τον ανασχηματισμό.
Ήδη αυτό το μήνα έπρεπε να έχουμε το νέο σώμα φοροελεγκτών, να προχωρά η υλοποίηση του 3ετούς σχεδίου καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, που εγκρίθηκε το Μάιο, να έχουν ελεγχθεί μέσα από τις τράπεζες οι κινήσεις κεφαλαίων στο εξωτερικό. Ναι, χρειάζεται ένα νέο φορολογικό σύστημα, για να αποκατασταθούν αδικίες, προέχει όμως να γίνουν πράξη οι διοικητικές τομές που ήδη νομοθετήθηκαν, για να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή και να μη σηκώνουν τα βάρη μονάχα οι συνεπείς.
Όμως, μην ξεχνάμε πως βιώνουμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, έναν ανελέητο οικονομικό πόλεμο των αγορών απέναντι στα κράτη και τους λαούς τους, με τη χώρα μας πρώτη στο στόχαστρό τους. Πρέπει, λοιπόν, να γίνουμε το ταχύτερο δημοσιονομικά αυτάρκεις, με πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, ώστε τα δημόσια έσοδα να καλύπτουν τα έξοδα, χωρίς τους τόκους για το χρέος.
Έτσι μόνο θα θωρακιστούμε απέναντι σε οποιαδήποτε εξέλιξη ή εκβιασμό, καταργώντας τη συνεχιζόμενη εξάρτηση της χώρας από δανεικά, ακόμα και για να καλύψουμε μισθούς και συντάξεις και βασικές λειτουργίες του κράτους. Έτσι μόνο ακυρώνουμε το επιχείρημα πως η δήθεν «άσωτη» χώρα μας, μια χώρα που συνεχίζει να γεννά ελλείμματα και ανάγκες για νέα δανεικά, είναι το πρόβλημα της Ευρώπης και όχι η ευρύτερη κρίση, οι κακοφωνίες και τα καθυστερημένα αντανακλαστικά των εταίρων μας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε τα πρόσθετα μέτρα, αν θέλουμε να αποτρέψουμε τα πολύ χειρότερα για τη χώρα και τους πολίτες, αν θέλουμε να αφαιρέσουμε κάθε πρόσχημα ακύρωσης της συμφωνίας της 21ης Ιουλίου από τους πιστωτές και τους εταίρους μας. Μιας συμφωνίας που δίνει στη χώρα την αναγκαία ανάσα να βγει από την κρίση υπερχρέωσης, την ύφεση και την ανεργία.
Ωστόσο, ακόμα και με αυτά τα ασφυκτικά δεδομένα, πρέπει να υπάρξουν αρχές και όρια, κόκκινες γραμμές, με κορυφαίο να μη δεχτούμε απολύσεις.
2) Δε βλέπω κανένα κόμμα να θέλει πραγματικά να μοιραστεί το κόστος, τα βάρη και τις ευθύνες που εκ των πραγμάτων επωμίζονται σήμερα η κυβέρνηση και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Όσοι εκ του ασφαλούς ευαγγελίζονται ωραίες και εύκολες λύσεις, γιατί δεν έμειναν, όταν έπρεπε, να τις εφαρμόσουν;
Αυτό που προέχει δεν είναι η συγκυβέρνηση, είναι η στοιχειώδης εθνική συνεννόηση. Να μπει το συμφέρον της χώρας πάνω από κομματικές σκοπιμότητες και ατομικές φιλοδοξίες. Να πάψουν κάποιοι να λαϊκίζουν, ποντάροντας στην αγωνία των πολιτών και πλασάροντας γενικόλογα «μαγικά φίλτρα» δήθεν ανώδυνης εξόδου από την κρίση. Όποιος έχει άλλες λύσεις να τις πει ξεκάθαρα, αλλά με όλες τους τις συνέπειες. Όσο για τις εκλογές, σε αυτή την κρίσιμη φάση δε νομίζω πως θα προσφέρουν ουσιαστική διέξοδο, ούτε βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα.
ΝΑΝΤΙΑ Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
1) Αναφορικά με την ανταπόκρισή τους στην κοινωνία, τα πρόσθετα μέτρα είναι βαριά και ασήκωτα, ειδικά για τους οικονομικά ασθενέστερους. Για να εφαρμοστούν και να αποδώσουν, αλλά και όλα τα μέτρα, πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαια και να έχουν σαφή χρονικό ορίζοντα. Είναι ζήτημα δικαιοσύνης, οι πολίτες να συμμετέχουν στα βάρη, ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση.
Όσον αφορά στην πολιτική τους προέκταση, είναι αποτέλεσμα της αδήριτης ανάγκης να εκπληρωθούν οι στόχοι του ελλείμματος για το 2011 και να συνεχιστεί απρόσκοπτα η χρηματοδότηση της χώρας.
Είναι αποτέλεσμα της ολιγωρίας και της κακής διαχείρισης των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά και της δικής μας, στην αποτελεσματική περιστολή των δαπανών και της οπισθοχώρησης της μεταρρυθμιστικής ορμής της κυβέρνησης.
Για αυτό φωνάζουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να μείνουν στάσιμες. Γιατί κάθε μεταρρύθμιση που δεν υλοποιείται, σημαίνει δαπάνη που παραμένει στον προϋπολογισμό και, συνεπώς, έκτακτα εισπρακτικά μέτρα για να καλυφθεί το κόστος αυτής της δαπάνης.
Σε κάθε περίπτωση, επαναλαμβάνω ότι τα βάρη δεν μπορεί να τα σηκώνουν πάντα οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, που είναι τα «συνήθη θύματα».
Αν θέλουμε να μιλάμε σοβαρά για κοινωνική δικαιοσύνη, πρέπει, επιτέλους, να δημιουργήσουμε τέτοιους εισπρακτικούς μηχανισμούς που να μπορούν να συλλάβουν εκείνους που φοροδιαφεύγουν, χρόνια τώρα.
2) Το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών είναι πισωγύρισμα σε αυτήν τη σπουδαία προσπάθεια της χώρας για έξοδο από την κρίση. Μια περίοδος, ακόμη και σύντομη, προεκλογικής ακινησίας δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για μια εκτός ελέγχου κερδοσκοπική επίθεση έναντι της Ελλάδας.
Η οικονομία μας αντιστέκεται καθημερινά στις συντεταγμένες πιέσεις των κερδοσκόπων κι ένα ενδεχόμενο εκλογών θα καθιστούσε τη χώρα ακέφαλη σε μια κρίσιμη περίοδο.
Τη δεδομένη στιγμή, που κάθε λέξη μετράει και πρέπει να δείξουμε πρωτοφανή υπευθυνότητα, είναι, αν μη τι άλλο, λάθος επιλογή να θέσουμε τη χώρα σε μια επικοινωνιακή διελκυστίνδα με κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, προς άγραν ψήφων.
Προσωπικά, δεν είμαι αντίθετη ούτε σε κυβέρνηση προσωπικοτήτων ούτε σε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Φοβάμαι, όμως, τα προβλήματα συνεννόησης μεταξύ των υπουργών μιας τέτοιας κυβέρνησης.
Εδώ, έχουμε πολλές φορές να κάνουμε με τη δυσκολία στο συντονισμό του κυβερνητικού έργου από υπουργούς της ίδιας παράταξης, πόσο μάλλον από διαφορετικά κόμματα… Όμως, «ανάγκα και θεοί πείθονται». Μπροστά στη σωτηρία της χώρας, μπορεί να επιτύχει μια τέτοια προσπάθεια. Και μακάρι…
Εδώ μιλάμε για τη σωτηρία της χώρας. Επομένως, είναι αναγκαία η εθνική συνεννόηση και η ομοψυχία.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ
1) Το διακύβευμα της περιόδου που διανύουμε είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Πέρα από την αγωνία και την αδυναμία σημαντικού μέρους της κοινωνίας να ανταποκριθεί στα οικονομικά βάρη, κανείς δεν αγνοεί τις οδυνηρές συνέπειες μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας και κανείς δεν μπορεί να υποτιμά τις μη -αναστρέψιμες επιπτώσεις της για την Ελλάδα.
Ο ελληνικός λαός και η κυβέρνηση, μέχρι σήμερα κατάφεραν να αποτρέψουν μια ανεξέλεγκτη πορεία. Ωστόσο, η στάση της αντιπολίτευσης αποδεικνύεται πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Ενώ οι συνθήκες επιβάλλουν εθνική συσπείρωση, τα κόμματα της ιστορικής αριστεράς οχυρώνονται στη διαμαρτυρία, με στερεότυπες ρητορείες και ευχολόγια. Η Νέα Δημοκρατία από την πλευρά της, έχει αποκλειστική στόχευση να γίνει, πάση θυσία, ο αρχηγός της πρωθυπουργός της Ελλάδας, θέλοντας να αγνοεί ότι «επαναδιαπραγμάτευση» με δανεικά, συνεπάγεται νέα συμφωνία αλλά με ακόμα πιο δυσμενείς όρους. Η δήλωση του κ. Αντώνη Σαμαρά, ότι θα επιδιώξει επαναληπτικές εκλογές όσες φορές και αν χρειαστεί, θυμίζει τους επίδοξους αυτοκράτορες της όψιμης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που μηχανορραφούσαν για το θρόνο, αντί να αντιμετωπίσουν την επέλαση των βαρβάρων.
Η Ελλάδα, όμως, δεν αξίζει μια τέτοια μοίρα. Η αποφυγή της χρεοκοπίας αλλά ταυτόχρονα και η συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας μας είναι η μόνη αποδεκτή προοπτική. Αυτή την προοπτική θεωρούμε καθήκον μας να στηρίξουμε. Ωστόσο, για να έχει νόημα η στήριξη στην κυβερνητική προσπάθεια και να ενσωματώνει η προσπάθεια αυτή τις εύλογες ανησυχίες των πολιτών, επιβάλλεται να διευκρινίσουμε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υλοποιείται.
Τρεις είναι αυτές οι βασικές προϋποθέσεις.
1. Δέσμευση για το αποτέλεσμα
Τα σκληρά μέτρα λιτότητας πρέπει να συνδεθούν ρητά με συγκεκριμένο στόχο, ο οποίος θα αποτελεί ξεκάθαρη, οριστική και αμετάκλητη δέσμευση. Στόχος που θα αποτελέσει κυριολεκτικά «συμβόλαιο» με τους πολίτες: η χώρα να μπει σε τροχιά πρωτογενούς πλεονάσματος την άνοιξη του 2012, συνεχίζοντας την πορεία που είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί το πρωτογενές έλλειμμα από 24 δισ. ευρώ το 2009, σε 11 δισ. ευρώ το 2010 και περίπου 2 δισ. ευρώ το 2011. Αυτή η τροχιά είναι ο απαραίτητος όρος της ανάπτυξης. Πράγματι, ο μεγάλος ασθενής της ελληνικής πραγματικότητας είναι το Δημόσιο. Η επίτευξη του στόχου αυτού, θα αποδείξει ότι το ελληνικό δημόσιο είναι βιώσιμο. Το πλεονασματικό ισοζύγιο, για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια, θα ανοίξει το δρόμο στην αξιοποίηση των πολλαπλών δυνατοτήτων της χώρας μας.
2. Μέτρα με όρους δικαιοσύνης και με διάλογο
Τα μέτρα λιτότητας πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο δίκαια (ή τουλάχιστον όσο λιγότερο άδικα). Η διανομή των βαρών πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ουσιαστικής συζήτησης, έστω και στο χρονικά περιορισμένο πλαίσιο που διαθέτουμε, όχι αδιαπραγμάτευτη και τελεσίδικη αναγγελία.
3. Κυβέρνηση ομοιογενής, αποφασισμένη και αποτελεσματική
Πέρα από τις αδυναμίες της ευρωπαϊκής ηγεσίας να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της ευρωζώνης, είναι δεδομένο ότι στη σημερινή κατάσταση έχουν συμβάλει και οι σημαντικές καθυστερήσεις της κυβέρνησης. Οι υπουργικές αμφιθυμίες, η αναβλητικότητα, οι προσπάθειες ετεροπροσδιορισμού μέσα στο κομματικό πλαίσιο είναι μερικές από τις αιτίες καθυστέρησης. Είναι πλέον επιτακτικό να μπουν στην άκρη ψευδοδιλήμματα και προσωπικές πρακτικές, που μόνο μεταχρονολογούν τις αναγκαίες αποφάσεις, με μεγαλύτερο όμως κόστος για όλους. Και ενώ ορισμένοι υπουργοί μάχονται αποφασιστικά χωρίς να υπολογίζουν το πολιτικό κόστος, άλλοι δεν ακολουθούν αυτό το δρόμο. Θεωρούμε πλέον επιβεβλημένο, όσα μέλη της κυβέρνησης δεν αντέχουν την πίεση των περιστάσεων ή βάζουν σε προτεραιότητα την προσωπική τους πορεία, να αποχωρήσουν απ’ αυτή.
Η κρισιμότητα της κατάστασης επιβάλλει ατομικές και συλλογικές υπερβάσεις. Αυτές πρέπει να γίνουν με τους ξεκάθαρους στόχους και τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που αναφέραμε. Αν οι υπερβάσεις αυτές υλοποιηθούν, η έξοδος από την κρίση μπορεί να βρίσκεται πιο κοντά απ’ ό,τι νομίζουμε. Σε αντίθετη περίπτωση, δε θα χάσει η κυβέρνηση ή κάποια συγκεκριμένη παράταξη, αλλά η Ελλάδα στο σύνολό της.
2) Τα πρόσφατα γεγονότα αναδεικνύουν τις αδυναμίες του κυβερνητικού μοντέλου που ισχύει στη χώρα μας. Όχι ειδικά της συγκεκριμένης κυβέρνησης, αλλά του κυβερνητικού μοντέλου που ισχύει διαχρονικά από την πτώση της δικτατορίας και μετά. Ποία είναι τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου;
Πρόκειται για ένα σύστημα μονοκομματικής κυβέρνησης, αποκλειστικά κομματικής σύστασης (όπου οι περιστασιακοί «εξωκοινοβουλευτικοί» υπουργοί, όπως απαξιωτικά χαρακτηρίζονται, αποτελούν δακτυλοδεικτούμενες εξαιρέσεις) και όπου η κυβερνητική σύνθεση αποτελεί υποχρεωτική αντανάκλαση των εσωκομματικών ισορροπιών του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος.
Το μοντέλο αυτό σίγουρα είχε ορισμένα πλεονεκτήματα και χάρισε στη χώρα μας μια μεγάλη περίοδο σχετικής πολιτικής σταθερότητας (σχετικής, διότι ελάχιστες κυβερνήσεις εξάντλησαν το χρόνο θητείας τους, υποκύπτοντας καταχρηστικά συνήθως, στον καρκίνο των «πρόωρων εκλογών»). Σήμερα, όμως, είναι ολοφάνερο ότι αυτό το μοντέλο εξάντλησε τα όριά του. Αφενός μας βύθισε στην πολιτική κρίση, συνέπεια της οποίας είναι η τρέχουσα οικονομική κρίση, και αφετέρου αδυνατεί να μας βγάλει απ’ αυτήν.
Αργά ή γρήγορα (και όσο πιο γρήγορα τόσο το καλύτερο), θα πρέπει να περάσουμε σε ένα άλλο μοντέλο διακυβέρνησης. Ένα μοντέλο όπου οι ρόλοι του βουλευτή και του υπουργού θα είναι διακριτοί και το αξίωμα του πρώτου δε θα εγκλωβίζεται στην έννοια του προθάλαμου για υπουργοποίηση. Όπου η κοινοβουλευτική ομάδα δε θα θεωρείται απλώς «συνδετικός κρίκος» μεταξύ κυβέρνησης και πολιτών, αλλά θα αναδειχτεί σε μια πραγματική αυτοτελή εξουσία που θα ασκεί πραγματικά τη νομοθετική εξουσία. Ένα μοντέλο όπου η υπουργοποίηση δε θα αποτελεί την κατάληξη της κομματικής επετηρίδας, αλλά όπου υπουργοί θα γίνονται όσοι κατέχουν το σχετικό αντικείμενο και έχουν ευρύτερη πολιτική εμπειρία, όχι μόνο κομματική σταδιοδρομία.
Η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα ένα εντελώς διαφορετικό κυβερνητικό μοντέλο, όπου υπερκομματικές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες θα στηρίζουν κυβερνήσεις απαλλαγμένες από τον παραλυτικό τρόμο του λεγόμενου «πολιτικού κόστους», που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά η πελατειακή παράλυση που δημιουργεί το υπάρχον εκλογικό σύστημα.
Σήμερα, ορισμένοι πολίτες, από διάφορους πολιτικούς χώρους, έχουν την ψευδαίσθηση ότι η προσφυγή στις κάλπες μπορεί να δώσει λύση στην κρίση. Δε συνειδητοποιούν ότι οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση, που θα λειτουργήσει με το παλιό μοντέλο διακυβέρνησης, θα παρουσιάζει ακριβώς τα ίδια προβλήματα. Δυστυχώς, η αντιπολίτευση έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν προτίθεται να αλλάξει αυτό το μοντέλο. Ο κ. Αντώνης Σαμαράς έχει, μάλιστα, δηλώσει ευθαρσώς ότι θα προχωρήσει σε όσες επαναληπτικές εκλογές χρειάζεται ώσπου να βρεθεί ο ίδιος αρχηγός μιας μονοκομματικής κυβέρνησης, όπως στον παλιό καλό καιρό!
Συνεπώς, η ελπίδα εναπόκειται στο ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του, που πρωτοστάτησε με καινοτόμες ιδέες, για να προωθήσουν αυτό το νέο μοντέλο διακυβέρνησης, με την προϋπόθεση βέβαια ότι και άλλες δυνάμεις μέσα στην ελληνική κοινωνία θα ανταποκριθούν. Ένα μοντέλο με άνοιγμα στην κοινωνία, που δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά και αποκλειστικά με κομματικές συμφωνίες.
Του Αντώνη Πετρόγιαννη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου