Ο Μελιγαλάς και ο «μύθος» του
Τελευταία Ενημέρωση:
14/09/2013
«Τιμή στους χίτες και
ταγματασφαλίτες» φώναζαν οι χρυσαυγίτες στην εκδήλωση στο Μελιγαλά που έγινε
πριν από ένα χρόνο, Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου, για να τιμηθούν τα θύματα της
Πηγάδας. Κρίμα που έλειπαν οι αριστεριστές για να φωνάξουν κι αυτοί με τη σειρά
τους «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΜΕΛΙΓΑΛΑΣ» και να αναβιώσει το κλίμα της Μεταπολίτευσης…
Η υπόθεση Μελιγαλά είναι βαθιά συνυφασμένη με τα πιο βαθιά τραύματα του Εμφυλίου και ταυτόχρονα ιδεολογικοποιημένη για πολιτική χρήση στο έπακρον. Ο ιστορικός Ιάσων Χανδρινός, αναφερόμενος στην εποχή των συνθημάτων, αφηγείται τα εξής ευτράπελα; «Αρχές της δεκαετίας του ’80. Το βάρος του “καυτού” εμφυλιακού παρελθόντος αισθητό και στα φοιτητικά αμφιθέατρα, όπου αντιπαρατίθενται από τη μια η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, Β' Πανελλαδική ή/και η εξέλιξή τους, οι Αριστερές Συσπειρώσεις και λοιπές εξωκοινοβουλευτικές ομάδες, και από την άλλη η τότε ταχέως αναπτυσσόμενη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ/ΟΝΝΕΔ, με Ρέιντζερς, Κένταυρους και λοιπές “ομάδες κρούσης”.
Όταν οι πρώτοι έβριζαν τους δεύτερους “ΔΑΠίτες - Χίτες – Ταγματασφαλίτες”, οι δεύτεροι, παραδόξως για την κοινή λογική, υιοθετούσαν το σύνθημα αυτό, για να τονίσουν αυτάρεσκα την ταυτότητα της “μαχητικής εθνικοφροσύνης”, που οι πρώτοι τούς απέδιδαν ως βρισιά και ως μομφή.
Δηλαδή, τα ΟΝΝΕΔόπουλα φώναζαν “Ζήτωσαν οι Χίτες, οι ταγματασφαλίτες, ζήτω η ΟΝΝΕΔ και οι ΔΑΠίτες”, και τα τοιαύτα, και έπαιρναν την απάντηση “ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς”, σε μια ενδιαφέρουσα “γηπεδική” συνομιλία πάνω στην πρόσφατη (1982) απόφαση του ΠΑΣΟΚ να αναγνωρίσει επίσημα την ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση».
Ο Μελιγαλάς προτού γίνει ιδεολογικός μύθος ένθεν κακείθεν ήταν ένα ιστορικό γεγονός που συνέβη λίγο μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Πελοπόννησο. Οι Γερμανοί, έχοντας οργανώσει και ενισχύσει παντοιοτρόπως τα φιλικά τους Τάγματα Ασφαλείας, που έκαναν τις βρώμικες δουλειές εναντίον των ΕΑΜμιτών, φεύγοντας άφησαν στις διοικήσεις τους την ευθύνη των περιοχών με το φόβο των κομμουνιστών. Από την άλλη μεριά, το ΕΑΜ θέλησε να ξεκαθαρίσει την περιοχή πριν από την έλευση της εξόριστης κυβέρνησης.
Ο Μελιγαλάς δε διαλέχτηκε τυχαία για να γίνει θέατρο των εμφυλιοπολεμικών μαχών. Με 3.000 περίπου κατοίκους ήταν έδρα των Ιταλών καραμπινιέρων (1941-1943), αλλά και ενός τμήματος του γερμανικού στρατού (1943-1944). Εκεί είχε την έδρα του ένα από τα πιο ισχυρά τμήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας με 1.000 άνδρες, στους οποίους είχαν προστεθεί κι άλλοι που ήρθαν, ένοπλοι αλλά και άμαχοι, κυνηγημένοι από την Καλαμάτα και τα γύρω χωριά. Υπολογίζεται ότι την εποχή της μάχης το χωριό είχε 7.000 άτομα.
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (Η απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά ταύτην γεγονότα, έκδοση του Στρατού το 1973, που δεν κυκλοφορεί πια), όσο και τον ιστορικό-δημοσιογράφο της περιοχής Πελοποννήσου, Παντελή Μούτουλα (Πελοπόννησος 1940-1945, Βιβλιόραμα), επρόκειτο για μια κανονική μάχη δύο σχετικά ισοδύναμων στρατιωτικών τμημάτων, με παγίδες, επιμέρους επιθέσεις, περικυκλώσεις, νάρκες, διεισδύσεις κ.τ.λ.
Έπειτα από μάχες τριών ημερών (14, 15, 16 Σεπτεμβρίου) οι ΕΑΜμίτες καταλαμβάνουν την πόλη του Μελιγαλά και ακολουθούν οι εκκαθαρίσεις στην αγορά Μπεζεστένι και κατόπιν στην περίφημη «Πηγάδα», η οποία «απετέλει είδος φρέατος που είχεν ανορυχθεί δια την ύδρευσιν της κωμοπόλεως».
Ο αριθμός των θυμάτων ποικίλλει ανάλογα με το ποιος τους μετράει. Το Ιστορικό Τμήμα του Στρατού τούς ανεβάζει σε 2.000 άτομα. Ο «Σύλλογος Θυμάτων» τους θέλει λίγο λιγότερους, γύρω στους 1.144 (όλοι ενήλικοι άνδρες και 18 γυναίκες). Το ιατροδικαστικό συνεργείο του Καψάσκη, το 1945, ανακοίνωσε ότι ξέθαψε 708 πτώματα. Στο μνημείο είναι γραμμένα 787 ονόματα από 61 πόλεις και χωριά. Η ΕΑΜική πλευρά μιλάει για πολύ μικρότερους αριθμούς, ο ΕΛΑΣ αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες», ενώ άλλοι υπολογίζουν ότι υπήρξαν 120 σκοτωμένοι στη μάχη και 280-350 εκτελεσμένοι στην Πηγάδα (Σπύρος Ξιάρχος, Η αλήθεια για τον Μελιγαλά, Καλαμάτα, 1982).
Είναι φανερό ότι η σφαγή των αιχμαλώτων είχε ξεφύγει από το πλαίσιο μιας τακτικής, κανονικής μάχης. Τα συσσωρευμένα μίση, οι χρόνιες εμφύλιες διαμάχες και, κυρίως, ο αγώνας για τη μελλοντική εξουσία φούντωναν τα μίση και όπλιζαν τα χέρια. Όπως παραδέχεται και ο «Ριζοσπάστης», το αγριεμένο πλήθος ήταν εκτός εαυτού και με μαχαίρια και τσεκούρια προσπαθούσε να εκδικηθεί τους συνεργάτες των καταχτητών, αλλά, ίσως, και να λύσει προσωπικές διαφορές (Η αλήθεια για τον Μελιγαλά, «Ριζοσπάστης», 11/9/2005).
Μετά το 1982 η επίσημη κυβέρνηση σταματά να παίρνει μέρος στις ετήσιες εκδηλώσεις για τον Μελιγαλά στο πλαίσιο της εθνικής συμφιλίωσης που διακήρυξε το ΠΑΣΟΚ. Η διαμάχη γύρω από το Μελιγαλά ατονεί. Η χώρα εισέρχεται στην Ευρώπη και πλέον υπάρχουν άλλες κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές προτεραιότητες. Τα επόμενα χρόνια το μνημόσυνο για τα θύματα του Μελιγαλά διεξάγεται από το «Σύλλογο θυμάτων», έχει χαρακτήρα οικογενειακό και τοπικό.
Σήμερα αυτοί που θυμούνται το Μελιγαλά είναι νοσταλγοί του παρελθόντος, άνθρωποι που κρίνουν το σήμερα με ό,τι συνέβη πριν από μισό αιώνα. Τα φρικτά γεγονότα του Μελιγαλά είναι άγνωστα στη νέα γενιά και δε θα μπορούσε κάποιος να τα εκτιμήσει σφαιρικά, αν δεν τα τοποθετήσει στο πλαίσιο ενός σκληρού εμφυλίου πολέμου που έδωσε θύματα και από τις δύο πλευρές. Η Ιστορία δε ζητεί πια δικαίωση της μιας ή της άλλης πλευράς, αλλά κατανόηση. Τι έγινε και γιατί.
Επιστροφή στο παρελθόν
Από τους ταγματασφαλίτες στους χρυσαυγίτες
Στο εφετινό μνημόσυνο στο Μελιγαλά θα υπάρχει μεγάλη παρουσία βουλευτών της Χρυσής Αυγής, και τα συνθήματα που θα ακουστούν, θα μας πάνε χρόνια πίσω: «Τιμή στους χίτες και ταγματασφαλίτες», «Αλήτες - φονιάδες -κομμουνιστές», «Τσεκούρι και φωτιά στα κόκκινα σκυλιά».
Τα παιδιά της Χρυσής Αυγής, έχοντας κρύψει το ναζιστικό και φασιστικό τους πιστεύω κάτω από τα μαξιλάρια τους, έχοντας ξεχάσει το πιστεύω στο δωδεκάθεο και τον αστρικό κύκλο, αφού προσηλυτίστηκαν με βιασύνη στην Ορθοδοξία, έπρεπε να εφεύρουν έναν ιδεολογικό στιβαρό πυρήνα. Έτσι αναζήτησαν ρίζες στη χούντα και τα ιδεολογικά της τερτίπια, κορυφαίο εκ των οποίων υπήρξε η Πηγάδα του Μελιγαλά.
Η δικτατορία των συνταγματαρχών είχε αναδείξει την ιστορία του Μελιγαλά ως εμβληματικό σημείο αντιπαράθεσης με τον πάντα ελλοχεύοντα γι' αυτήν «κομμουνιστικό κίνδυνο». Από το 1953 ετελούντο στην περιοχή του Μελιγαλά ετήσιες εκδηλώσεις μνήμης και μισαλλοδοξίας. Η χούντα θα αναβαθμίσει τον εορτασμό. Ο χουντικός υπουργός Αθλητισμού (!) Ασλανίδης θα διαμορφώσει το χώρο των εκτελέσεων (μάντρες, πάρκινγκ κ.ά.) και θα γιορτάζει πλέον με επισημότητα την επέτειο. Τις εκδηλώσεις θα τιμήσουν διά της παρουσίας τους το 1967 ο Παττακός, το 1968 ο «αντιβασιλέας» Ζωιτάκης, ενώ κατεβαίνουν οργανωμένα στην κάθε επέτειο μαθητές, στρατιώτες και «προσκυνητές» - όπως θα γράψει τοπική εφημερίδα - από άλλους ελλαδικούς τόπους.
Τα επόμενα χρόνια, επί κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας, δεν έλειψαν και οι παρουσίες βουλευτών του συγκεκριμένου κόμματος.
Βρικόλακες του Εμφυλίου...
Ο σημερινός μέσος Έλληνας, με τη στοιχειώδη ιστορική γνώση και συνείδηση (ευτυχώς γι’ αυτόν και δυστυχώς για τους βρικόλακες του εμφυλίου πολέμου 1946-1949) όχι μόνον δε θα πρέπει να παρασυρθεί από την κακόγουστη νεκρανάσταση του Μελιγαλά και του Γράμμου-Βίτσι, αλλά να γελάσει - με την ψυχή του - με τη ρεβανσιστική αναμέτρηση των χρυσαυγιτών με τους υπόλοιπους.
Ο λόγος αυτής της γεμάτης από θυμηδία αποστροφής, προς τα μελλούμενα διαδραματισθέντα, είναι απλός και ευεξήγητος: ο εκ των πραγμάτων τερματισμός της εμφύλιας τραγικής και ανόητης αλληλοσφαγής, μετά τον Αύγουστο του '49, ουσιαστικά είναι έργο του ίδιου του ελληνικού λαού. Οι δεξιοί συμπεθέρεψαν με τους αριστερούς και τους... συνοδοιπόρους του Κέντρου. Τα παιδιά των «αντιπάλων» αντάμωσαν, αδελφικά, στα ίδια θρανία και έπαιξαν τα ίδια παιχνίδια, στις ίδιες γειτονιές. Και τα ερωτικά ειδύλλια, ανάμεσα στ’ αγόρια και τα κορίτσια των «εχθρών», γκρέμισαν τα συρματοπλέγματα του εμφυλιοπολεμικού μίσους.
Η διά νόμου, η de jure οριστική κατάργηση των ψυχροπολεμικών φραγμάτων έγινε, στη μεταπολίτευση, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, από την πρώτη κυβέρνηση εθνικής ενότητας, την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και την παλιννόστηση των περίπου 60.000 πολιτικών προσφύγων, από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και με την άρση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου, με νόμο του Φώτη Κουβέλη, από την κυβέρνηση Τζαννετάκη. Εδώ, βεβαίως, δε χωρεί η καρικατούρα της «εθνικής συμφιλίωσης» του Συνασπισμού με τη μητσοτακική και εβερτική Δεξιά. Γιατί, προφανώς, αυτή η «συμμαχία» δύο ταξικών αντιπάλων είχε στόχο την ανατροπή ενός πολιτικού, φύσει συμμάχου της τότε Αριστεράς...
Μετά τις αδιαφιλονίκητες αυτές αλήθειες, τα... νταηλίκια και οι κραυγές υποκόσμου αποτελούν συμπτώματα κατάπτυστης χουλιγκανικής συμπεριφοράς.
Επίλογος
Η μνήμη του εμφυλίου, έτσι, που όλο και περισσότερο επανέρχεται ως δημόσια εκφορά «αυτής» της ψήφου, δρα ως «το ιδεολογικό σημείο» που δείχνει ότι σε έναν κατακερματισμένο κόσμο, όπως είναι ο «κόσμος της κρίσης», η ιστορική διαχείριση της μνήμης κινδυνεύει να αποπολιτικοποιήσει τη συζήτηση για την κρίση και την έξοδο από αυτήν, επαναφέροντας ένα συναισθηματισμό υπέρ των όποιων «ημών» και εναντίον των όποιων «άλλων», θεωρώντας τις ταυτότητές τους ως αμετάβλητες και συνεκτικές ακόμη και σήμερα και τα προβλήματα επίχειρο (τουλάχιστον έτσι θα «μεταφραστούν») «καλών» και «κακών» Ελλήνων.
Η εμφυλιοπολεμική ρητορική από σημαντική μερίδα στελεχών της κυβέρνησης (δεν μπορεί να εμφυλιοπολεμούν και να μην ξέρουν ότι η περίφημη «αντάμωση στα γουναράδικα» του Άρη ήταν η φράση υπέροχης απελπισίας μπροστά στην ατομική μοίρα των απροσκύνητων, αφού μιλούσε για το δικό τους τομάρι...) και η (πάντοτε περισσότερο προβληματική παρά λειτουργική) απόλυτη προτυποποίηση άλλων (πέρα από διαφορές και ομοιότητες) εποχών από τη γεμάτη ατζαμοσύνη «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση από την άλλη, λειτουργεί παρελκυστικά σε σχέση με τον (έντονο) πολιτικό διάλογο που πρέπει να γίνει ή έστω να βαθύνει.
Θα άξιζε, σε σχέση με την πολιτική διαχείριση της μνήμης (και δίχως να αρνούμαστε τα πολλαπλά λάθη όλων των πλευρών, που όμως δεν ισομερίζουν τις ευθύνες), να θυμίσουμε ότι το «opus magnum» του μετεμφυλιακού κράτους σε σχέση με την ηθική χειραγώγηση, η «πηγάδα του Μελιγαλά», «φουσκώνει» σε νούμερα και πλαισιώνεται όλο και περισσότερο από νεκρά παιδιά και βιασμένες-δολοφονημένες γυναίκες (ώστε ο κρατικός δωσιλογισμός να καρπωθεί την ηθική υπεραξία του συμβολισμού τους) χρόνια μετά το συμβάν, κι ενώ η πρώτη έκθεση του στρατιωτικού ιατροδικαστή Καψάσκη στα 1944 (βλ. ΓΕΣ) ομιλεί για 718 πτώματα ανδρών μάχιμης ηλικίας, εκ των οποίων κανένα παιδί και μόνο δύο γυναίκες.
Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης, απο το (θαρρος)
Η υπόθεση Μελιγαλά είναι βαθιά συνυφασμένη με τα πιο βαθιά τραύματα του Εμφυλίου και ταυτόχρονα ιδεολογικοποιημένη για πολιτική χρήση στο έπακρον. Ο ιστορικός Ιάσων Χανδρινός, αναφερόμενος στην εποχή των συνθημάτων, αφηγείται τα εξής ευτράπελα; «Αρχές της δεκαετίας του ’80. Το βάρος του “καυτού” εμφυλιακού παρελθόντος αισθητό και στα φοιτητικά αμφιθέατρα, όπου αντιπαρατίθενται από τη μια η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, Β' Πανελλαδική ή/και η εξέλιξή τους, οι Αριστερές Συσπειρώσεις και λοιπές εξωκοινοβουλευτικές ομάδες, και από την άλλη η τότε ταχέως αναπτυσσόμενη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ/ΟΝΝΕΔ, με Ρέιντζερς, Κένταυρους και λοιπές “ομάδες κρούσης”.
Όταν οι πρώτοι έβριζαν τους δεύτερους “ΔΑΠίτες - Χίτες – Ταγματασφαλίτες”, οι δεύτεροι, παραδόξως για την κοινή λογική, υιοθετούσαν το σύνθημα αυτό, για να τονίσουν αυτάρεσκα την ταυτότητα της “μαχητικής εθνικοφροσύνης”, που οι πρώτοι τούς απέδιδαν ως βρισιά και ως μομφή.
Δηλαδή, τα ΟΝΝΕΔόπουλα φώναζαν “Ζήτωσαν οι Χίτες, οι ταγματασφαλίτες, ζήτω η ΟΝΝΕΔ και οι ΔΑΠίτες”, και τα τοιαύτα, και έπαιρναν την απάντηση “ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς”, σε μια ενδιαφέρουσα “γηπεδική” συνομιλία πάνω στην πρόσφατη (1982) απόφαση του ΠΑΣΟΚ να αναγνωρίσει επίσημα την ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση».
Ο Μελιγαλάς προτού γίνει ιδεολογικός μύθος ένθεν κακείθεν ήταν ένα ιστορικό γεγονός που συνέβη λίγο μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Πελοπόννησο. Οι Γερμανοί, έχοντας οργανώσει και ενισχύσει παντοιοτρόπως τα φιλικά τους Τάγματα Ασφαλείας, που έκαναν τις βρώμικες δουλειές εναντίον των ΕΑΜμιτών, φεύγοντας άφησαν στις διοικήσεις τους την ευθύνη των περιοχών με το φόβο των κομμουνιστών. Από την άλλη μεριά, το ΕΑΜ θέλησε να ξεκαθαρίσει την περιοχή πριν από την έλευση της εξόριστης κυβέρνησης.
Ο Μελιγαλάς δε διαλέχτηκε τυχαία για να γίνει θέατρο των εμφυλιοπολεμικών μαχών. Με 3.000 περίπου κατοίκους ήταν έδρα των Ιταλών καραμπινιέρων (1941-1943), αλλά και ενός τμήματος του γερμανικού στρατού (1943-1944). Εκεί είχε την έδρα του ένα από τα πιο ισχυρά τμήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας με 1.000 άνδρες, στους οποίους είχαν προστεθεί κι άλλοι που ήρθαν, ένοπλοι αλλά και άμαχοι, κυνηγημένοι από την Καλαμάτα και τα γύρω χωριά. Υπολογίζεται ότι την εποχή της μάχης το χωριό είχε 7.000 άτομα.
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (Η απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά ταύτην γεγονότα, έκδοση του Στρατού το 1973, που δεν κυκλοφορεί πια), όσο και τον ιστορικό-δημοσιογράφο της περιοχής Πελοποννήσου, Παντελή Μούτουλα (Πελοπόννησος 1940-1945, Βιβλιόραμα), επρόκειτο για μια κανονική μάχη δύο σχετικά ισοδύναμων στρατιωτικών τμημάτων, με παγίδες, επιμέρους επιθέσεις, περικυκλώσεις, νάρκες, διεισδύσεις κ.τ.λ.
Έπειτα από μάχες τριών ημερών (14, 15, 16 Σεπτεμβρίου) οι ΕΑΜμίτες καταλαμβάνουν την πόλη του Μελιγαλά και ακολουθούν οι εκκαθαρίσεις στην αγορά Μπεζεστένι και κατόπιν στην περίφημη «Πηγάδα», η οποία «απετέλει είδος φρέατος που είχεν ανορυχθεί δια την ύδρευσιν της κωμοπόλεως».
Ο αριθμός των θυμάτων ποικίλλει ανάλογα με το ποιος τους μετράει. Το Ιστορικό Τμήμα του Στρατού τούς ανεβάζει σε 2.000 άτομα. Ο «Σύλλογος Θυμάτων» τους θέλει λίγο λιγότερους, γύρω στους 1.144 (όλοι ενήλικοι άνδρες και 18 γυναίκες). Το ιατροδικαστικό συνεργείο του Καψάσκη, το 1945, ανακοίνωσε ότι ξέθαψε 708 πτώματα. Στο μνημείο είναι γραμμένα 787 ονόματα από 61 πόλεις και χωριά. Η ΕΑΜική πλευρά μιλάει για πολύ μικρότερους αριθμούς, ο ΕΛΑΣ αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες», ενώ άλλοι υπολογίζουν ότι υπήρξαν 120 σκοτωμένοι στη μάχη και 280-350 εκτελεσμένοι στην Πηγάδα (Σπύρος Ξιάρχος, Η αλήθεια για τον Μελιγαλά, Καλαμάτα, 1982).
Είναι φανερό ότι η σφαγή των αιχμαλώτων είχε ξεφύγει από το πλαίσιο μιας τακτικής, κανονικής μάχης. Τα συσσωρευμένα μίση, οι χρόνιες εμφύλιες διαμάχες και, κυρίως, ο αγώνας για τη μελλοντική εξουσία φούντωναν τα μίση και όπλιζαν τα χέρια. Όπως παραδέχεται και ο «Ριζοσπάστης», το αγριεμένο πλήθος ήταν εκτός εαυτού και με μαχαίρια και τσεκούρια προσπαθούσε να εκδικηθεί τους συνεργάτες των καταχτητών, αλλά, ίσως, και να λύσει προσωπικές διαφορές (Η αλήθεια για τον Μελιγαλά, «Ριζοσπάστης», 11/9/2005).
Μετά το 1982 η επίσημη κυβέρνηση σταματά να παίρνει μέρος στις ετήσιες εκδηλώσεις για τον Μελιγαλά στο πλαίσιο της εθνικής συμφιλίωσης που διακήρυξε το ΠΑΣΟΚ. Η διαμάχη γύρω από το Μελιγαλά ατονεί. Η χώρα εισέρχεται στην Ευρώπη και πλέον υπάρχουν άλλες κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές προτεραιότητες. Τα επόμενα χρόνια το μνημόσυνο για τα θύματα του Μελιγαλά διεξάγεται από το «Σύλλογο θυμάτων», έχει χαρακτήρα οικογενειακό και τοπικό.
Σήμερα αυτοί που θυμούνται το Μελιγαλά είναι νοσταλγοί του παρελθόντος, άνθρωποι που κρίνουν το σήμερα με ό,τι συνέβη πριν από μισό αιώνα. Τα φρικτά γεγονότα του Μελιγαλά είναι άγνωστα στη νέα γενιά και δε θα μπορούσε κάποιος να τα εκτιμήσει σφαιρικά, αν δεν τα τοποθετήσει στο πλαίσιο ενός σκληρού εμφυλίου πολέμου που έδωσε θύματα και από τις δύο πλευρές. Η Ιστορία δε ζητεί πια δικαίωση της μιας ή της άλλης πλευράς, αλλά κατανόηση. Τι έγινε και γιατί.
Επιστροφή στο παρελθόν
Από τους ταγματασφαλίτες στους χρυσαυγίτες
Στο εφετινό μνημόσυνο στο Μελιγαλά θα υπάρχει μεγάλη παρουσία βουλευτών της Χρυσής Αυγής, και τα συνθήματα που θα ακουστούν, θα μας πάνε χρόνια πίσω: «Τιμή στους χίτες και ταγματασφαλίτες», «Αλήτες - φονιάδες -κομμουνιστές», «Τσεκούρι και φωτιά στα κόκκινα σκυλιά».
Τα παιδιά της Χρυσής Αυγής, έχοντας κρύψει το ναζιστικό και φασιστικό τους πιστεύω κάτω από τα μαξιλάρια τους, έχοντας ξεχάσει το πιστεύω στο δωδεκάθεο και τον αστρικό κύκλο, αφού προσηλυτίστηκαν με βιασύνη στην Ορθοδοξία, έπρεπε να εφεύρουν έναν ιδεολογικό στιβαρό πυρήνα. Έτσι αναζήτησαν ρίζες στη χούντα και τα ιδεολογικά της τερτίπια, κορυφαίο εκ των οποίων υπήρξε η Πηγάδα του Μελιγαλά.
Η δικτατορία των συνταγματαρχών είχε αναδείξει την ιστορία του Μελιγαλά ως εμβληματικό σημείο αντιπαράθεσης με τον πάντα ελλοχεύοντα γι' αυτήν «κομμουνιστικό κίνδυνο». Από το 1953 ετελούντο στην περιοχή του Μελιγαλά ετήσιες εκδηλώσεις μνήμης και μισαλλοδοξίας. Η χούντα θα αναβαθμίσει τον εορτασμό. Ο χουντικός υπουργός Αθλητισμού (!) Ασλανίδης θα διαμορφώσει το χώρο των εκτελέσεων (μάντρες, πάρκινγκ κ.ά.) και θα γιορτάζει πλέον με επισημότητα την επέτειο. Τις εκδηλώσεις θα τιμήσουν διά της παρουσίας τους το 1967 ο Παττακός, το 1968 ο «αντιβασιλέας» Ζωιτάκης, ενώ κατεβαίνουν οργανωμένα στην κάθε επέτειο μαθητές, στρατιώτες και «προσκυνητές» - όπως θα γράψει τοπική εφημερίδα - από άλλους ελλαδικούς τόπους.
Τα επόμενα χρόνια, επί κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας, δεν έλειψαν και οι παρουσίες βουλευτών του συγκεκριμένου κόμματος.
Βρικόλακες του Εμφυλίου...
Ο σημερινός μέσος Έλληνας, με τη στοιχειώδη ιστορική γνώση και συνείδηση (ευτυχώς γι’ αυτόν και δυστυχώς για τους βρικόλακες του εμφυλίου πολέμου 1946-1949) όχι μόνον δε θα πρέπει να παρασυρθεί από την κακόγουστη νεκρανάσταση του Μελιγαλά και του Γράμμου-Βίτσι, αλλά να γελάσει - με την ψυχή του - με τη ρεβανσιστική αναμέτρηση των χρυσαυγιτών με τους υπόλοιπους.
Ο λόγος αυτής της γεμάτης από θυμηδία αποστροφής, προς τα μελλούμενα διαδραματισθέντα, είναι απλός και ευεξήγητος: ο εκ των πραγμάτων τερματισμός της εμφύλιας τραγικής και ανόητης αλληλοσφαγής, μετά τον Αύγουστο του '49, ουσιαστικά είναι έργο του ίδιου του ελληνικού λαού. Οι δεξιοί συμπεθέρεψαν με τους αριστερούς και τους... συνοδοιπόρους του Κέντρου. Τα παιδιά των «αντιπάλων» αντάμωσαν, αδελφικά, στα ίδια θρανία και έπαιξαν τα ίδια παιχνίδια, στις ίδιες γειτονιές. Και τα ερωτικά ειδύλλια, ανάμεσα στ’ αγόρια και τα κορίτσια των «εχθρών», γκρέμισαν τα συρματοπλέγματα του εμφυλιοπολεμικού μίσους.
Η διά νόμου, η de jure οριστική κατάργηση των ψυχροπολεμικών φραγμάτων έγινε, στη μεταπολίτευση, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, από την πρώτη κυβέρνηση εθνικής ενότητας, την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και την παλιννόστηση των περίπου 60.000 πολιτικών προσφύγων, από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και με την άρση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου, με νόμο του Φώτη Κουβέλη, από την κυβέρνηση Τζαννετάκη. Εδώ, βεβαίως, δε χωρεί η καρικατούρα της «εθνικής συμφιλίωσης» του Συνασπισμού με τη μητσοτακική και εβερτική Δεξιά. Γιατί, προφανώς, αυτή η «συμμαχία» δύο ταξικών αντιπάλων είχε στόχο την ανατροπή ενός πολιτικού, φύσει συμμάχου της τότε Αριστεράς...
Μετά τις αδιαφιλονίκητες αυτές αλήθειες, τα... νταηλίκια και οι κραυγές υποκόσμου αποτελούν συμπτώματα κατάπτυστης χουλιγκανικής συμπεριφοράς.
Επίλογος
Η μνήμη του εμφυλίου, έτσι, που όλο και περισσότερο επανέρχεται ως δημόσια εκφορά «αυτής» της ψήφου, δρα ως «το ιδεολογικό σημείο» που δείχνει ότι σε έναν κατακερματισμένο κόσμο, όπως είναι ο «κόσμος της κρίσης», η ιστορική διαχείριση της μνήμης κινδυνεύει να αποπολιτικοποιήσει τη συζήτηση για την κρίση και την έξοδο από αυτήν, επαναφέροντας ένα συναισθηματισμό υπέρ των όποιων «ημών» και εναντίον των όποιων «άλλων», θεωρώντας τις ταυτότητές τους ως αμετάβλητες και συνεκτικές ακόμη και σήμερα και τα προβλήματα επίχειρο (τουλάχιστον έτσι θα «μεταφραστούν») «καλών» και «κακών» Ελλήνων.
Η εμφυλιοπολεμική ρητορική από σημαντική μερίδα στελεχών της κυβέρνησης (δεν μπορεί να εμφυλιοπολεμούν και να μην ξέρουν ότι η περίφημη «αντάμωση στα γουναράδικα» του Άρη ήταν η φράση υπέροχης απελπισίας μπροστά στην ατομική μοίρα των απροσκύνητων, αφού μιλούσε για το δικό τους τομάρι...) και η (πάντοτε περισσότερο προβληματική παρά λειτουργική) απόλυτη προτυποποίηση άλλων (πέρα από διαφορές και ομοιότητες) εποχών από τη γεμάτη ατζαμοσύνη «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση από την άλλη, λειτουργεί παρελκυστικά σε σχέση με τον (έντονο) πολιτικό διάλογο που πρέπει να γίνει ή έστω να βαθύνει.
Θα άξιζε, σε σχέση με την πολιτική διαχείριση της μνήμης (και δίχως να αρνούμαστε τα πολλαπλά λάθη όλων των πλευρών, που όμως δεν ισομερίζουν τις ευθύνες), να θυμίσουμε ότι το «opus magnum» του μετεμφυλιακού κράτους σε σχέση με την ηθική χειραγώγηση, η «πηγάδα του Μελιγαλά», «φουσκώνει» σε νούμερα και πλαισιώνεται όλο και περισσότερο από νεκρά παιδιά και βιασμένες-δολοφονημένες γυναίκες (ώστε ο κρατικός δωσιλογισμός να καρπωθεί την ηθική υπεραξία του συμβολισμού τους) χρόνια μετά το συμβάν, κι ενώ η πρώτη έκθεση του στρατιωτικού ιατροδικαστή Καψάσκη στα 1944 (βλ. ΓΕΣ) ομιλεί για 718 πτώματα ανδρών μάχιμης ηλικίας, εκ των οποίων κανένα παιδί και μόνο δύο γυναίκες.
Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης, απο το (θαρρος)
Βαγγέλης Μαγγανάς:Τα γεγονότα της Καλαμάτας και η δράση του.
Εισαγωγή
Η παρούσα μελέτη έχει ως στόχο να παρουσιάσει τη δράση της ένοπλης ομάδας του Βαγγέλη Μαγγανά κατά την ταραγμένη εποχή του Εμφυλίου Πολέμου.Όπως και το αντίστοιχο κείμενο που βρίσκεται στο παρόν ιστιολόγιο και αφορά τη δράση μιας άλλης παρόμοιας οργάνωσης της ίδιας εποχής (των ΕΑΟΚ του Πάνου Κατσαρέα),η παρούσα ανάρτηση δεν πρόκειται να αποτελέσει ούτε έναν ύμνο προς τον Μαγγανά ούτε ένα δριμύ κατηγορώ:αντιθέτως,θα φέρει στο φως της δημοσιότητας,όσο πιο αντικειμενικά γίνεται,στοιχεία σχετικά με τη δράση του συγκεκριμένου,προσωποπαγούς,παραστρατιωτικού σχηματισμού και του διαβόητου αρχηγού του,ο οποίος αποτελεί μία από τις γνωστότερες φυσιογνωμίες που έδρασαν στην Πελοπόννησο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου,γεγονός που απορρέει περισσότερο από την παράτολμη εισβολή του στην Καλαμάτα τον Ιανουάριο του 1946,παρά από τη συνολική συνεισφορά του στον ''αντισυμμοριακό'' αγώνα.Επίσης,θα εξεταστούν οι συνθήκες και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η είσοδός των ενόπλων,στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα.
Κατοχή
Ο Μαγγανάς,γεννήθηκε στα Κρεμμύδια της επαρχίας Πυλίας στη Μεσσηνία και πριν τον πόλεμο ήταν αμαξάς.Κατά τη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στα Τάγματα Ασφαλείας της Μεσσηνίας με το βαθμό του ανθυπολοχαγού[1] και μάλιστα συνελήφθη από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ τον Σεπτέμβριο του 1944.Σχετικά με το πως γλύτωσε την εκτέλεση υπάρχουν διάφορες εκδοχές:ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι ανασύρθηκε μέσα από την πηγάδα του Μελιγαλά όπου τον έριξαν οι αντάρτες ενώ αριστερές πηγές αναφέρουν πως ο ίδιος γλίτωσε στην Καλαμάτα ικετεύοντας γονυπετής για τη ζωή του.Είναι βέβαια πιθανό και οι δύο εκδοχές να απέχουν από την πραγματικότητα.
Επαναδραστηριοποίηση
Λίγο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας,επανεμφανίστηκε ως αρχηγός ένοπλης ομάδας και μάλιστα συγκρούστηκε τον Οκτώβριο του 1945 με αντάρτες στη Χρυσοκελαριά Μεσσηνίας[2].Παράλληλα,κατηγορείτο από τον Ριζοσπάστη για αρκετά εγκλήματα ενώ,σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα του Ριζοσπάστη,κατά τα τέλη του 1945 και ενώ έχει δικαστεί ερήμην σε ισόβια κάθειρξη,συνελήφθη,όμως την επόμενη μέρα δραπέτευσε με τη βοήθεια χωροφυλάκων[3].
Η ενέργειά του όμως που προκάλεσε έκπληξη και τον έκανε ευρύτερα γνωστό σε ολόκληρο το πανελλήνιο,ήταν η εισβολή του στην Καλαμάτα,στις 20 Ιανουαρίου του 1946,ως αποτέλεσμα του τεταμένου κλίματος που επικρατούσε στην ευρύτερη περιοχή.
Η κατάσταση στην Καλαμάτα
Η Καλαμάτα αλλά και η μεσσηνιακή ύπαιθρος,κατά την περίοδο της Κατοχής,είχαν βαφτεί στο αίμα,γεγονός που οφειλόταν αφενός στην συμπεριφορά των στρατευμάτων Κατοχής και των Ταγμάτων Ασφαλείας[4] και αφετέρου στα σκηνικά που διαδραματίστηκαν μετά την επικράτηση του ΕΛΑΣ στην πόλη αλλά και στην ευρύτερη περοχή[5].Τα πνεύματα δεν ηρέμησαν ούτε μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας,καθώς τότε συγγενείς θυμάτων αλλά και πρώην Ταγματασφαλίτες,βρήκαν την ευκαιρία που ζητούσαν για αντεκδίκηση,συνεχίζοντας τον φαύλο κύκλο του αίματος.
Τα πράγματα οξύνθηκαν ιδιαίτερα κατά τον Ιανουάριο του 1946 έπειτα από μια αλυσίδα γεγονότων:στις 16 Ιανουαρίου του 1946,τρεις αντάρτες,έπειτα από οδηγία του γραμματέα της ΝΕΛ,Βαγγέλη Ρογκάκου,δολοφονούν σε ενέδρα στο δρόμο Σπάρτης-Κροκέων τον αρχηγό της Χ Λακωνίας,δικηγόρο Γρηγόριο Κοντοβουνήσιο,τον εξάχρονο γιο του και δύο συνοδούς τους[6].Τα νέα κυκλοφορούν άμεσα και στην Καλαμάτα,όπου,σε συνδυασμό με την εφαρμογή του νόμου Σοφούλη ''περί αποσυμφορήσεως φυλακών'',που έχει ως αποτέλεσμα την αποφυλάκιση 82 κρατούμενων αριστερών από τις τοπικές φυλακές,εξαγριώνει τους ακροδεξιούς κύκλους της πόλης[7].Δύο μέρες μετά,άγνωστοι (προφανώς ένοπλοι δεξιοί) επιτίθενται με περίστροφα και χειροβομβίδες στο καφενείο του Κατσαρού,το οποίο αποτελούσε στέκι αριστερών,σκοτώνοντας δύο άτομα και τραυματίζοντας άλλα 4[8].Την επόμενη,η κηδεία των θυμάτων της προηγούμενης μέρας μετατρέπεται σε συλλαλλητήριο που έχει ως κατάληξη τους ξυλοδαρμούς δεξιών πολιτών από αριστερούς[9].Παράλληλα,οι αστυνομικές αρχές,συλλαμβάνουν 32 άτομα ως ύποπτους για την δολοφονική επίθεση στο καφενείο.
Το ''Κίνημα του Μαγγανά''
Τα έκρυθμα γεγονότα των προηγούμενων ημερών,είχαν ως αποτέλεσμα,το απόγευμα της 20ής Ιανουαρίου,την εισβολή στην Καλαμάτα μιας δύναμης περίπου 1000 με αρχηγό τον Μαγγανά[10].Αρχικά περίπου 40 με 50 από αυτούς κινήθηκαν προς τα κρατητήρια του Α' αστυνομικού τμήματος,από όπου απελευθέρωσαν τους συλληφθέντες για την επίθεση στο καφενείο του Κατσαρού καθώς και περίπου 15 δοσίλογους[11] ενώ στη συνέχεια οι ένοπλοι αποπειράθηκαν να αφαιρέσουν από τα ανακριτικά γραφεία τις δικογραφίες των δοσιλόγων[12],δεν τα κατάφεραν όμως καθώς συνάντησαν την αντίσταση της χωροφυλακής,η οποία είχε περιοριστεί στα δημόσια κτήρια.Παράλληλα,κατέστρεψαν τυπογραφείο έκδοσης κομμουνιστικών εντύπων και προχώρησαν σε εκτεταμένες συλλήψεις αριστερών στις συνοικίες της Υπαπαντής,της Ράχης,του Αγίου Νικολάου κλπ[13].Επίσης προσπάθησαν να αιχμαλωτίσουν 400 κρατούμενους που βρίσκονταν στο εργοστάσιο ''Καρέλια'' και πάλι όμως εμποδίστηκαν από τη χωροφυλακή[14].Τέλος,αφού συγκέντρωσαν όλους τους αιχμαλώτους,περίπου εκατό,αποχώρησαν την επόμενη μέρα από την πόλη βρίσκοντας καταφύγιο στα γύρω βουνά καθώς στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα κατέφθασαν τμήματα του στρατού υπό την ηγεσία του στρατιωτικού διοικητή Πελοποννήσου,Ν.Παπαδόπουλου καθώς και το αντιτορπιλικό ''Κρήτη''.Παράλληλα κηρύχθηκε ο στρατιωτικός νόμος σε Μεσσηνία και Λακωνία[15].
Μετά την αποχώρηση των ενόπλων,συγκροτήθηκε επιτροπή αποτελούμενη από τον μητροπολίτη Χρυσόστομο,τον δήμαρχο Παλαμάρα,τον συνταγματάρχη Κετσέα,τον διευθυντή της UNRRA,έναν ιεροκήρυκα καθώς και τον δικηγόρο Περρωτή (ανηψιός του κατοχικού νομάρχη Μεσσηνίας Δημητρίου Περρωτή που εκτελέστηκε τον Σεπτέμβριο του 1944 από τον ΕΛΑΣ)[16].
Τελικά,η επιτροπή κατάφερε να πείσει τους ενόπλους,οι οποίοι στο μεταξύ είχαν αρκετές διαρροές,να απελευθερώσουν τους ομήρους ενώ οι ένοπλοι διασκορπίστηκαν στη μεσσηνιακή ύπαιθρο[17]
Έτσι,έλαβε τέλος το λεγόμενο ''κίνημα'' του Μαγγανά,χωρίς όμως ο ίδιος να διακόψει τη δράση του.Η εισβολή των ένοπλων δεξιών στην Καλαμάτα είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 14 ατόμων[18]:έξι από αυτούς σκοτώθηκαν μέσα στην Καλαμάτα,είτε σε μπλόκα είτε και μέσα στα σπίτια τους[19],ένας σκοτώθηκε στη Θουρία,άλλος ένας στη Μεσσήνη[20] ενώ άλλοι έξι σκοτώθηκαν όντας αιχμάλωτοι των ανδρών του Μαγγανά[21].Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο ΕΑΜίτης δικηγόρος Θ.Κορμάς.
Η παράτολμη αυτή ενέργεια προκάλεσε σάλο όχι μόνο στην Ελλάδα,όπου κύκλοι της αριστεράς και του κέντρου έκαναν λόγο για απόπειρα φιλοβασιλικού πραξικοπήματος (συμπέρασμα βαθύτατα υπερβολικό για ευνόητους λόγους) ,αλλά και στο εξωτερικό[22].Από την άλλη,ο δεξιός τύπος της εποχής χαρακτήριζε την εισβολή των ενόπλων στην Καλαμάτα περίπου σαν λα'ι'κή εξέγερση ενώ εκμεταλλευόμενος μια αψιμαχία στο Κοπανάκι μεταξύ χωροφυλακής και ενόπλων αριστερών που έγινε την ίδια μέρα με το ''κίνημα'' του Μαγγανά[23] έκανε λόγο για αποσόβηση ενδεχόμενου κομμουνιστικού πραξικοπήματος.
Μετέπειτα δράση
Μετά από την επίθεση στην Καλαμάτα,ο Μαγγανάς επικηρύχθηκε από το ελληνικό κράτος με το ποσό των 10 εκατομμυρίων δραχμών[24] ενώ μέσα στο πρώτο μισό του Φεβρουαρίου είχαν συλληφθεί τουλάχιστον 13 από τους άνδρες του[25].Παράλληλα στις 27 Φεβρουαρίου καταδικάστηκε ερήμην εις θάνατον[26].Ο ίδιος συνέχισε τη δράση του,σε μικρότερη όμως κλίμακα:στις 18 Μαρτίου διεξήγαγε με 25 ενόπλους έρευνες για τυχόν κρυμμένα όπλα στην περιοχή του Πεταλιδίου όπου σκότωσε ένα άτομο και τραυμάτισε άλλα τρία[27],στις αρχές Απριλίου επιδρομή του στα Γιαννιτσάνικα είχε ως αποτέλεσμα έναν νεκρό και έναν ακόμη τραυματία[28] ενώ στις 17 Μα'ί'ου,έκανε επιδρομή στις φυλακές του χωριού Ψάρι,όπου ανάγκασε την ολιγομελή φρουρά να του παραδώσει τρεις αιχμάλωτους αντάρτες,τους οποίους εκτέλεσε με συνοπτικές διαδικασίες[29].
Τελικά συνελήφθη όλως τυχαίως,λίγες μέρες μετά,στις 22 του μήνα μαζί με δύο συντρόφους του στην περιοχή μεταξύ Χανδρινού και Πύλου από τον αξιωματικό της χωροφυλακής Αγγελίδη και έναν Βρετανό αξιωματικό και μεταφέρθηκε στις φυλακές Αβέρωφ[30].
Η πρώτη δίκη του,άρχισε στις 24 Απριλίου του 1947 από το Α' Κακουργιοδικείο Πειραιά το οποίο τελικά τον αθώωσε στις 24 Μα'ί'ου του επόμενου έτους[31].Ακολούθησε δεύτερη δίκη του τον Σεπτέμβριο του 1948 στο Ναύπλιο,όπου αθωώθηκε και εκεί αφού οι μάρτυρες κατηγορίας φοβήθηκαν να προσέλθουν στο δικαστήριο ενώ αξίζει να αναφερθεί πως τη δίκη παρακολούθησαν και περίπου 200 υποστηρικτές του.Μάλιστα,μετά το πέρας της δίκης,μεταβιβάστηκε στο δικαστήριο εντολή του υπουργού Δημοσίας Τάξεως για περαιτέρω κράτησή του Μαγγανά,ο ίδιος όμως είχε αποχωρήσει λίγο νωρίτερα[32].Άξιο αναφοράς,είναι το γεγονός πως κατά τη διάρκεια των δικών,ο Μαγγανάς τύγχαινε της αμέριστης συμπαράστασης της οργάνωσης Χ[33].
Τον Οκτώβριο εμφανίζεται με 70-80 άνδρες μέσα στην πόλη της Καλαμάτας[34] ενώ στις 20 Ιανουαρίου ο Τσακαλώτος ζητά μέσω διαταγής του την άμεση σύλληψη του Μαγγανά[35],η οποία θα επιτευχθεί στις 9 Απριλίου του 1949,όταν και συνελήφθη στην προσπάθειά του να εισέλθει για μία ακόμη φορά στην Καλαμάτα[36].
Το τέλος
Ο Μαγγανάς,θα παραμείνει για ένα χρονικό διάστημα στη φυλακή και έπειτα θα αποφυλακιστεί.Θα σκοτωθεί τον Ιούνιο του 1966,σε τροχαίο στις στροφές της Καζάρμας,στο δρόμο Πύλου-Καλαμάτας,στο ίδιο σημείο όπου λέγεται πως κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου είχε βιάσει και έπειτα σκοτώσει μια νεαρή δασκάλα[37].
Παράρτημα
Σημειώσεις-Παραπομπές
[1]Ριζοσπάστης,22/1/1946 και Ελευθερία 25/1/1946.
[2]Εμπρός,4/2/1948.
[3]Ριζοσπάστης,22/1/1946.
[4]Οι κάτοικοι της Καλαμάτας αποκόμισαν πικρές αναμνήσεις από την παρουσία των Ταγμάτων Ασφαλείας στην πόλη τους.Ενδεικτικά,όταν στις 26 Ιανουαρίου του 1944,το Τάγμα Ασφαλείας ''Λεωνίδας'',του Λεωνίδα Βρεττάκου,εισήλθε στην πόλη,έπειτα από επίθεση που δέχτηκε,προέβη από κοινού με το 1ο τάγμα του 737ου γερμανικού συντάγματος καταδρομών σε 142 συλλήψεις και 3 εκτελέσεις(Χέρμαν Φρανκ Μάγερ,Από τη Βιένη στα Καλάβρυτα,σελ 528-530).Μάλιστα,σχεδόν όλοι οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν αργότερα από τα γερμανικά στρατεύματα(Μιχάλης Π.Λυμπεράτος,Τα γερμανικά αντίποινα,τα Τάγματα Ασφαλείας και ο ΕΛΑΣ,Νότια Πελοπόννησος 1935-1950,σελ 71).Επίσης,την 1η Μα'ί'ου του 1944 και την 17η Ιουνίου του ίδιου έτους,οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας Καλαμάτας,συμμετείχαν στις εκτελέσεις 30 και 27 ομήρων αντίστοιχα,στις όχθες του ποταμού Νέδοντα(Στάθης Ν.Καλύβας,Η γεωγραφία της εμφύλιας βίας στην κατοχική Μεσσηνία,Νότια Πελοπόννησος 1935-1950,σελ 43).Παρόμοια περιστατικά έλαβαν χώρα και στις υπόλοιπες περιοχές της Μεσσηνίας(κωμοπόλεις,χωριά κλπ),δημιουργώντας έτσι ένα έντονο κλίμα εκδίκησης.
[5]Τον Σεπτέμβριο του 1944,ο ΕΛΑΣ επικράτησε των Ταγμάτων Ασφαλείας της Μεσσηνίας έπειτα από αιματηρές μάχες κυρίως στον Μελιγαλά και στην Καλαμάτα.Παρόλο που αρκετοί παράγοντες,οπως το Π.Γ. του ΚΚΕ,ο γ.γ. του ΚΚΕ Γ.Σιάντος και ο πρόεδρος της ΠΕΕΑ Α.Σβώλος είχαν είτε παλαιότερα είτε πιο πρόσφατα επιστήσει την προσοχή για αποφυγή τυχόν ''υπερβασιών''(Μιχάλης Π.Λυμπεράτος,Τα γερμανικά αντίποινα,τα Τάγματα Ασφαλείας και ο ΕΛΑΣ,Νότια Πελοπόννησος 1935-1950,σελ 73 και 88-89),οι βαρειές απώλειες των ΕΛΑΣιτών,που ανέρχονταν σε 12 με 40 νεκρούς στην Καλαμάτα και σε πάνω από 100 στον Μελιγαλά (ο Διονύσης Χαριτόπουλος,στο βιβλίο του,Άρης,ο αρχηγός των ατάκτων κάνει λόγο για 120 νεκρούς ενώ ο Χρ.Ν.Αντωνακάκης στο έργο του Η Εθνική Αντίσταση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στον Τα'ύ'γετο και τον Πάρνωνα αναφέρει πάνω από 150 νεκρούς) έδωσαν την αφορμή για μαζικές εκτελέσεις αιχμαλώτων Ταγματασφαλιτών,κυρίως από τον όχλο,που εκμεταλλεύτηκε την εσκεμμένα ελλιπή φύλαξη από πλευράς ΕΛΑΣιτών(Μιχάλης Π.Λυμπεράτος,Τα γερμανικά αντίποινα,τα Τάγματα Ασφαλείας και ο ΕΛΑΣ,Νότια Πελοπόννησος 1935-1950,σελ 93),ενώ έπειτα από την έρευνα μιας επιτροπής υπό τους δικηγόρους Βασίλη Μπράβο και Γιάννη Καραμούζη,όσοι από τους αιχμαλώτους κρίθηκαν ένοχοι,πετάχτηκαν στη γνωστή Πηγάδα,λίγο έξω από την κωμόπολη(Ελευθεροτυπία,11/9/2005).Αξίζει να σημειωθεί πως υπερβασίες δεν σημειώθηκαν μόνο κατά των αιχμαλώτων ανδρών των Τ.Α. αλλά και κατά αμάχων:αναφέρεται πως τοπικά στελέχη του ΚΚΕ που κατηύθηναν τον όχλο,τον προέτρεπαν να επιτεθεί ακόμα και κατά ατόμων άσχετων με τα Τάγματα Ασφαλείας,(Διονύσης Χαριτόπουλος,Άρης,ο αρχηγός των ατάκτων,σελ 589) ενώ παρόμοια περιστατικά με θανάτους αθώων διαδραματίστηκαν σε μικρότερο βαθμό και σε άλλες περιοχές του νομού(Ηλίας Ταβουλάρης,Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη του φαρμακείου του Δ.Ε.Σταυρού και οι διανομές του γραφείου διανομής της OUNRA στην επαρχία Μεσσήνης τη δεκαετία 1940-1950:Μαρτυρία,Νότια Πελοπόννησος 1935-1950,σελ 235).Με βάση αυτά τα γεγονότα,ήταν φυσικό επακόλουθο,αρκετοί συγγενείς εκτελεσμένων,είτε επρόκειτο για Ταγματασφαλίτες είτε για αμάχους που έπεσαν θύματα των υπερβασιών,να ζητήσουν με την πρώτη ευκαιρία εκδίκηση,χωρίς αυτό βέβαια να δικαιολογεί τις μετέπειτα πράξεις τους ούτε φυσικά και τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας.
[6]Ιωάννης Καρακατσιάνης,Η μεταβαρκιζιανή πολιτική κατάσταση στο Νότιο-Πελοποννησιακό χώρο,σελ 34-35 και Εμπρός,17/1/1946.
[7]Δημήτρη Δεμερτζή,Ιερός Σύνδεσμος Ελλήνων Αξιωματικών,Ιδέες και πρακτικές,1944-1952,σελ 90-91.
[8]Δημήτρη Δεμερτζή,σελ 91 και Ιστορικές Σελίδες,τεύχος 21,σελ 42.
[9]Εμπρός,24/1/1946.
[10]Γιώργου Μαργαρίτη,Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου,τόμος 1,σελ 520.
[11]Ελευθερία 22/1/1946 και Εμπρός 26/1/1946.
[12]Εμπρός 22/1/1946.
[13]Εμπρός 26/1/1946.
[14]Γιώργου Μαργαρίτη,τόμος 1,σελ 521.
[15]Εμπρός 22/1/1946.
[16]Εμπρός 22/1/1946 και 26/1/1946.
[17]Ελευθερία 23/1/1946.
[18]Ελευθερία 22/1/1946.
[19]Γιώργου Μαργαρίτη,τόμος 1,σελ 520-521.
[20]Εμπρός 22/1/1946.
[21]Γιώργου Μαργαρίτη,τόμος 1,σελ 520-521.
[22]βλ.ιταλικές εφημερίδες L'Unita και La Stampa 22/1/1946.Μάλιστα η φήμη του Μαγγανά έφτασε μέχρι την μακρινή Αυστραλία (REVOLUTIONARY SOUGHT.
ATHENS, Jan. .-- price of
£500 (A625) bas been placed on the head of Evanghelos Manganas, the leader of the recent uprising at Kalamata. A reward of £250 is offered for informatlon leading to his arrest.The West Australian,28/1/1946,p.5).
[23]Ελευθερία 23/1/1946.
[24]Ελεθερία 26/1/1946.
[25]Ελευθερία 6/2/1946 και 14/2/1946 Εμπρός 13/2/1946.
[26]Εμπρός 29/2/1946.
[27]Ελευθερία 19/3/1946.
[28]Ελευθερία 4/4/1946.
[29]περιοδικό Βλάση,τεύχος 33,σελ 3.
[30]Εμπρός 23/5/1946 και 24/5/1946.
[31]Εμπρός 25/5/1948.
[32]Ελευθερία 23/9/1948.
[33]Ιστορικές Σελίδες,τεύχος 21,σελ 42.
[34]Εμπρός 23/10/1948.
[35]Ελευθερία 21/1/1949.
[36]Εμπρός 12/4/1949.
[37]περιοδικό Βλάση,τεύχος 38,σελ 3.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου