Ναυμαχία Ναβαρίνου: Ο καθοριστικός ρόλος της Ρωσικής ναυτικής μοίρας στην έκβαση της Ναυμαχίας
Οι μεγάλες δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία παρακινούμενες από την επιθυμία ενίσχυσης της επιρροής τους στα Βαλκάνια, κατέληξαν στην Συνθήκη του Λονδίνου, την 6ης Ιουλίου 1827. Η Συνθήκη περιελάμβανε επτά συν ένα άρθρα, το οποίο θεωρήθηκε συμπληρωματικό και εν πολλοίς μυστικό. Το περιεχόμενό της σε γενικές γραμμές προέβλεπε να υπάρξει ανακωχή μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μεσολάβηση των Μεγάλων Δυνάμεων για την επίλυση των μεταξύ τους διαφορών. Η μεσολάβηση αυτή θα αποσκοπούσε στα εξής: Να γίνει η Ελλάδα αυτόνομο κράτος, φόρου υποτελές στον σουλτάνο, του οποίου την επικυριαρχία όφειλε να αναγνωρίσει, να αποζημιωθούν οι Οθωμανοί, των οποίων οι περιουσίες θα περνούσαν στην κυριότητα Ελλήνων και, τέλος, να οριστούν τα σύνορα του αυτόνομου ελληνικού κράτους ύστερα από διαπραγματεύσεις.
Για την Αγγλία, ένα φιλικό προσκείμενο και οικονομικά εξαρτημένο από αυτήν ελληνικό κράτος ήταν η απάντηση στις ρωσικές βλέψεις στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Όσο για τη Γαλλία, ακλουθούσε το θετικό για την ελληνική πλευρά ανταγωνισμό των δύο άλλων χωρών, μάλλον για να μην απομονωθεί από τις εξελίξεις σε αυτή την τόσο σημαντική από οικονομικής και γεωπολιτικής πλευράς περιοχή. Ακόμη, οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις διακήρυτταν ότι «δε θέλουν ζητήσει εις αυτάς τας συμφωνίας οποιανδήποτε αύξησιν ορίων γης, οποιανδήποτε αποκλειστικήν επιρροήν, οποιονδήποτε εμπορικόν πλεονέκτημα διά τους υπηκόους των, το οποίον οι υπήκοοι οποιουδήποτε άλλου Έθνους να μην δύνανται επίσης να απολαύσουν». Στην πραγματικότητα βεβαίως επρόκειτο για μια υποκριτική διακήρυξη από μέρους τους, αφού, έχοντας τον κύριο λόγο στις ελληνικές υποθέσεις και στις σχέσεις των επαναστατημένων Ελλήνων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεν είχαν ανάγκη από κανένα επιπλέον προνόμιο.
Άμεση συνέπεια της Συνθήκης ήταν η αποστολή τμημάτων των στόλων των τριών Μεγάλων Δυνάμεων στη Μεσόγειο για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Διοικητής του συμμαχικού στόλου, που αποτελείτο από 26 πλοία, ανέλαβε ο αντιναύαρχος Έντουαρτ Κοδριγκτον, ο οποίος από το 1826 είχε τοποθετηθεί ως ανώτατος διοικητής του βρετανικού στόλου της Μεσογείου, ενώ διοικητής του Γαλλικού και Ρωσικού στόλου ήταν ο υποναύαρχος Ανρι Δεριγνύ και ο υποναύαρχος Λογγίνος Χέιδεν αντίστοιχα. Τα αγγλικά πλοία ήταν: Ασία με 84 κανόνια, Γένουα 76, Αλβιών 74, Γκλάσκοβ 50, Κάμπριαν 48, Ντάρτμουθ 42, Τάλμποτ 28, Ρόδον 18, Κώνωφ, Γοργώ, Φιλονήλα και Έλαφος. Τα Γαλλικά πλοία ήταν: Βρεσλαυία με 84 κανόνια, Σκιπιών 80, Τριντάντ 74, Σειρήν 60, Αρμίδα 42, Αλυών 10, Δάφνη 6. Τέλος, τα Ρωσσικά πλοία ήταν: Γαγκούτη με 84 κανόνια, Αζόφ 74, Ιεζεκιήλ 74, Κωνσταντίνος Νέφσκη 44, Προβονόκ 42, Ελένη 38 και Κάστωρ 32.
Οι όροι της Συνθήκης του Λονδίνου, χωρίς το μυστικό άρθρο, επιδώθηκαν στην ελληνική πλευρά στα μέσα Αυγούστου 1827 και κατά τα τέλη του ίδιου μήνα έγιναν αποδεκτοί. Παρόλα αυτά ένα τμήμα του ελληνικού στόλου συνέχιζε να πραγματοποιεί επιχειρήσεις στον Κορινθιακό κόλπο. Κατά τα μέσα Σεπτεμβρίου η συνθήκη κοινοποιήθηκε και στον Ιμπραήμ, ο οποίος κράτησε επιφυλακτική στάση αναμένοντας οδηγίες από την Υψηλή Πύλη. Ούτε και αυτός όμως συμμορφώθηκε με το κάλεσμα της ανακωχής και επιχείρησε στα τέλη Σεπτεμβρίου να μεταφέρει ενόπλους από το Ναβαρίνο, όπου βρισκόταν ο στόλος, στην Πάτρα. Οι ενέργειες του όμως δεν αντιμετωπίστηκαν με την ίδια ανεκτικότητα.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, υπό τους Ταχίρ Πασά, Μουχαρέμ Μπέη και Μουσταφά Μπέη βρισκόταν στον κόλπο του Ναβαρίνου αποτελούμενος από 89 πλοία, ενώ ο Ιμπραήμ συνέχιζε με αμείωτη ένταση τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στην Πελοπόννησο. Η συμπεριφορά του αυτή έγινε αφορμή για να συνέλθουν οι τρεις ναύαρχοι και να αποφασίσουν να πλεύσουν προς τον όρμο του Ναβαρίνου, όπου βρισκόταν ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, άνευ αναβολής, με στόχο να επιβάλουν τους όρους της συνθήκης, χωρίς όμως να έλθουν σε σύγκρουση.
Οι ναύαρχοι προβλέποντας ότι η παρουσία του συμμαχικού στόλου στο λιμάνι του Ναβαρίνου ενδεχομένως να προκαλέσει την σύγκρουση, προνόησαν περί της λήψεως όλων των μέτρων και έθεσαν τα πλοία τους σε εμπόλεμη κατάσταση, ενώ ο γενικός αρχηγός του συμμαχικού στόλου αντιναύαρχος Κόδριγκτον διέταξε τους πλοιάρχους των πλοίων, όταν εισέλθουν εις τον κόλπο του Ναβαρίνου, να τοποθετήσουν τα πλοία τους εντός του λιμένα σε θέση μάχης απέναντι από τα εχθρικά πλοία.
Ο Τούρκος Ναύαρχος Ταχήρ Πασάς προ του θεάματος του κινούμενου συμμαχικού στόλου προς το στόμιο του λιμένα, την 8/20 Οκτωβρίου 1827, προέβη δια σήματος προς τον αρχηγό του συμμαχικού στόλου εις σύστασιν να μην εισέλθει στο λιμάνι. Ο Κόδριγκτον απάντησε δια σημάτων ότι ήρθε για να δώσει και όχι για να λάβει διαταγές. Έτσι, ο Κόδργκτον εισέπλευσε με το πλοίο Ασία στις 1 και 30 μ.μ. διαμέσου των εκατέρωθεν φρουρίων και κανονιοστασίων, με τα οποία ήταν εξοπλισμένο το στόμιο του λιμανιού, με στόχο να τοποθετηθεί απέναντι του τρικρότου που είχε την σημαία του Τούρκου Ναυάρχου. Η Γένουα αγκυροβόλησε πίσω από την Ασία με τα πυροβόλα της στραμμένα εναντίον μιας τουρκικής φρεγάτας, ενώ η Αλβιών έδεσε εις το μύχον του λιμένος όπισθεν της Ασίας. Το Ντάρτμουθ και Η Φιλομήλα έμειναν εις το στόμιον του λιμένος, ενώ η Σειρήν απεσπάσθη από την γαλλική μοίρα και διολισθήσα δια μέσου της πρώτης ομάδας των αιγυπτιακών πλοίων ετοποθετήθη μεταξύ τριών φρεγάτων.
Μέσα σε αυτή την τεταμένη κατάσταση, ο κυβερνήτης του Ντάρτμουθ Φέλλογς θεωρώντας ότι είναι άκρως επικίνδυνη η γειτνίαση προς το πλοίον του, του ενός αιγυπτιακού πυρπολικού, επί του οποίου παρατήρησε έντονη κινητικότητα, διέταξε να καταβιβάσουν την μεγάλη λέμβο του σκάφους και να μεταβεί σε αυτή μαζί με απόσπασμα και λευκή σημαία, ο υποπλοίαρχος Φιτσρόυ, ώστε να μεταβούν στο πυρπολικό και να το παρακαλέσουν να απομακρυνθεί. Αλλά ενώ κωπηλατούσαν ακόμη οι ναύτες επί της αγγλικής λέμβου, μια σφαίρα ριφθείσα εκ του αιγυπτυακού πυρπολικού τραυμάτισε θανάσιμα τον Φιτσρόυ, ο οπόιος έπεσε αιμόφυρτος εις τα χέρια του δοκίμου Φόρβες που βρισκόταν δίπλα του. Ετσι, οι κωπυλάτες ανέκοψαν και κινήθηκαν προς τα πίσω κουνώντας την λευκή σημαία για να σταματήσει εκ του πυρπολικού η επίθεση, αλλά μια δεύτερη σφαίρα έριξε νεκρό και τον Φόρβες. Αμέσως από το Ντάρτμουθ ερρίφθισαν αμυντικοί κανονιοβολισμοί προς προστασία της λέμβου, όμως ομαδικά πυρά από το πυρπολικό προς την λέμβο είχαν ως αποτέλεσμα, όλα τα υπόλοιπα μέλη της λέμβου, άλλοι να σκοτωθούν και άλλοι να τραυματισθούν.
Εν τω μεταξύ, ο Δεριγνύ κάλεσε δια του τηλεβόα της Σειρήνας την ευρισκόμενη κοντά του Αιγυπτιακή φρεγάτα Εσμίνα, ζητώντας της να απέχει της συρράξεως, αλλά βολή πυροβόλου από αιγυπτιακό πλοίο που βρισκόταν προς την πρύμνη της Γαλλικής ναυαρχίδας, ερρίφθη εναντίον της και σκότωσε ένα ναύτη. Η Σειρήν απάντησε με όλα τα πυροβόλα της προς το πλοίο εκείνης της πλευράς, ενώ το Ντάρτμουθ βύθιζε ένα πυρπολικό και η Φιλομήλα δεύτερο. Το πυρ έτσι γενικεύτηκε
Η Ασία άρχισε να βάλλη από την μια πλευρά της κατά της τουρκικής ναυαρχίδας και από την άλλη εναντίον δικρότου φρεγάτας, ενώ εβάλλετο εις την πρύμνη από μια κορβέτα και ένα βρίκι. Η προς τα αριστερά της αιγυπτιακής ναυαρχίδας δεν έβαλε εναντίον της, κατόπιν υποσχέσεως ,την οποία είχε δώσει προς τον Κόδριγκτον ο Αιγύπτιος ναύαρχος πριν αρχίσουν ακόμη οι κανονιοβολισμοί. Λίγο αργότερα ο Άγγλος ναύαρχος απέστειλε προς τον Μωχαρέμπεην δια λέμβου τον υπασπιστήν του και τον Έλληνα πιλότο Πέτρο Μικέλην, για να διαπραγματευθούν την παύση των εχθροπραξιών. Αλλά καθώς αποχωρούσαν οι απεσταλμένοι και ενώ ο υπασπιστής του Κόδριγκτον βρισκόταν στην κορυφή της κλίμακος και συνομιλούσε με τον Μωχαρέμ, Αιγύπτιος ναύτης εμφανίστηκε σε ανοικτή θυρίδα του πλοίου και βλέποντας τον Έλληνα πιλότο να κατέρχεται την κλίμακα, τράβηξε από την ζώνη του πιστόλι και τον πυροβόλησε. Ο Μικέλης βληθείς κατάστηθα εκυλίσθη νεκρός εις την λέμβον. Μετά από λίγο η αιγυπτιακή ναυαρχίδα άνοιξε πυρ κατά της αγγλικής. Τότε, ενώ τα βάλλοντα εναντίον της Ασίας πλοία είχαν εξουδετερωθεί, η Ασία έστρεψε τα πυροβόλα της εναντίον της αιγυπτιακής και δια συγκεντρωτικών και αδιαλείπτων πυρών εντός ολίγης ώρας την βύθισε.
Παράλληλα, τα πυροβόλα των φρουρίων προς το στόμιον του λιμένος έβαλλαν ταυτοχρόνως δαιμονιωδώς, δημιουργώντας ένα δικτυωτό φράγμα πυρός, το οποίο τα υφίστατο κάθε πλοίο που θα ήθελε να εισέλθει και να εξέλθει από το λιμάνι. Έτσι, ένα από τα γαλλικά πλοία το Τριντάντ εισέπλευσε στο λιμάνι με πολλές ζημιές από τα εκατέρωθεν πυροβολεία και αγκυροβόλησε σε θέση κάλυψης της γαλλικής ναυαρχίδας, η οποία είχε δεχθεί μεγάλη δοκιμασία, τόσο από τους κανονιοβολισμούς των εχθρικών πλοίων όσο και από τους κανονιοβολισμούς του φρουρίου. Κατά την ίδια ώρα ο Σκιπιών διέτρεχε άμεσο κίνδυνο καθώς ενώ έπλεε ταυτοχρόνως με το Τριντάντ, πλησίον του οποίου ήθελε να αγκυροβολήσει και έβαλλε κατά των φρουρίων και δύο μεγάλων φρεγατών, τουρκικό πυρπολικό όρμησε προς πλώρη του και επιχείρησε να μπλέξει τα σκοινιά και τα ξάρτια του προς τον πρόβολον του σκάφους. Το πυρπολικό ανεφλέγη και οι φλόγες του άρχισαν να μεταδίδονται στα ξάρτια του Σκιπίωνος και έφθασαν μέχρι του πυροβολείου, όπου εννέα ναύτες που κρατούσαν βλήματα έπαθαν θανάσιμα εγκαύματα. Υπό το φόβο γενικής ανάφλεξης, του Ντάρτμουθ, ο ριψοκίνδυνος πλοίαρχος του Ρόδου Νταβις έστειλε λέμβους και επ΄ αυτών ναύτες κατόρθωσαν με ρυμουλκά να απομακρύνουν και να βυθίσουν το φλεγόμενο τουρκικό πυρπολικό. Ο Σκιπίων, στη συνέχεια, έπλευσε προς την αντίθετη ακτή, προς την νότια άκρη της Σφακτηρίας και έλαβε θέση μεταξύ των αγκυροβολημένων εκεί φρεγατών Αρμίδα, Ταλμποτ, Γλασκοβ και Κάμπριαν, προς την ίδια σειρά όπου είχαν ταχθή η Σειρήν, η Γένουα και η Αλβιών, τα οποία μάχονταν με ισχυρούς αντιπάλους.
Ο Κόδρινγκτον ήταν πλέον ανήσυχος, καθώς έβλεπε ότι η ναυμαχία είχε αρχίσει να καθίστατο βαρεία για τον συμμαχικό στόλο, διότι μέχρι των πρώτον μεταμεσημβρινών ωρών βρισκόταν εκεί μόνο η αγγλική και η γαλλική ναυτική μοίρα, με λίγα πλοία έναντι των τουρκοαιγυπτίων που είχαν πολλαπλά και κάθε συμμαχικό πλοίο είχε εμπλακεί σε αγώνα με τρία ή τέσσερα εχθρικά.
Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή της ναυμαχίας εμφανίστηκε στο στόμιο του λιμένος ο Ρωσικός στόλος. Η ώρα ήταν 3 μ.μ. και ο Κόδριγκτον βλέποντας τα Ρωσικά πλοία αναφώνησε: Δόξα σοι ο Θεός!
Τα τέσσερα τρίκροτα και τα δίκροτα ρωσικά πλοία άλλαξαν την αρνητική έκβαση που είχε αρχίσει να παίρνει η ναυμαχία. Ο ρωσικός στόλος, αφού κατόρθωσε με το βαρύ πυροβολικό του να επιβάλει σιγή εις τα τουρκικά πυροβολεία των φρουρίων, τα οποία καταρχάς επιχείρησαν να δημιουργήσουν φράγμα πυρός επι του στομίου του λιμένος, εισήλθε κατά τάξιν, έχοντας υποστεί κάποιες ζημιές. Η ναυαρχίδα Αζόφ είχε υποστεί τις μεγαλύτερες ζημιές εκ τη πιέσεως δυο τουρκικών φρεγατών και εδέησε να την βοηθήσει η γαλλική Βρεσλαυία. Ο κυβερνήτης της Βρεσλαυίας ντε λα Μπρετοννιέρ, κατά την προσπάθεια το να βοηθήσει το Αζόφ, μετά κόπου κατόρθωσε να διακρίνει τα εχθρικά πλοία από τα συμμαχικά, καθώς ήταν τόσος πολύ ο καπνός που είχε επικαθήσει στην επιφάνεια της θάλασσας που είχε κυριολεκτικά εξαφανίσει τα πλοία και η ορατότητα, ακόμα και σε μικρή απόσταση, καθίστατο προβληματική. Στη συνέχεια ενώ προχωρούσε για να βρει κατάλληλη θέση μάχης, βρέθηκε υπό την επωτήδα της άγκυράς ενός εχθρικού πυρπολικού που εμφανίσθηκε μπροστά της. Ο κυβερνήτης της ημιόλιας Αλκυών Τουρπίν προσπάθησε να απομακρύνει το πυρπολικό, αλλά κατά την απότομη αλλαγή πορείας της Βρεσλαυίας για να αποφύγει το πυρπολικό προσέκρουσε στην Αλκυών, η οποία ενεπλάκη στη πλώρη της και μέσω των κινήσεων της για απεμπλοκή βρέθηκε εκτεθειμένη στο κέντρο της σε μεγάλες εχθρικές φρεγάτες. Παράλληλα, η Βρεσλαυία δεν μπορούσε να σταματήσει ρίχνοντας άγκυρα, καθώς η άγκυρα της θα έπεφτε πάνω στην Αλκυών και έτσι εξακολουθούσε να μάχεται κατά των φρεγατών που έβαλλαν εναντίον της Σειρήνος και κατά των πλοίων που χτυπούσαν η Ασία, η Γένουα και η Αλβιών.
Εν τω μεταξύ η Βρεσλαυία κατάφερε να απεμπλακεί και αγκυροβόλησε μεταξύ του Αζόφ και της Αλκυόνος, βάλλοντας εναντίον του τρίτου τουρκικού πλοίου της γραμμής και πέντε ακόμη μεγάλων φρεγατών. Έτσι κατάφερε να καταβάλει τα τρία από αυτά και να συντελέσει στην ανατίναξη των υπολοίπων. Η ώρα είχε φθάσει 3:30 μ.μ., όταν ο κυβερνήτης της ντε λα Μπρετοννιέρ τραυματίσθηκε σοβαρά και αντικαταστάθηκε από τον αντιπλοίαρχο Λογκεβίλ.
Η κατάσταση είναι πλέον ολέθρια και για τα δύο μέρη, καθώς οι βόμβες, οι σφαίρες και οι βολίδες πέφτουν ακατάπαυστα. Αυτή την οριακή στιγμή για την έκβαση της ναυμαχίας, ο Ρωσικός στόλος, με την παρουσία του και την δύναμη πυρός που έχει, δίνει την αίσθηση της συμμαχικής υπεροχής. Καθώς προσήλθε στη ναυμαχία αρκετό χρονικό διάστημα μετά την έναρξή της, με άθικτες τις δυνάμεις του, όταν ήδη οι άλλοι δύο σύμμαχοι είχαν υποστεί σημαντικές φθορές, συντελώντας έτσι στην αλλαγή της κατάστασης, που οδήγησε στην νίκη των συμμάχων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Σειρήν, μαχόμενη επί πολλών ωρών με μεγάλη αιγυπτιακή φρεγάτα σε απόσταση βολής πιστολιού, είχε υποστεί σοβαρές ζημιές, καθώς οι κεραίες της, τα ξάρτια της και το σπουδαιότερο οι λέμβοι της είχαν διαλυθεί. Παράλληλα, είχε διατρηθή από έξι μεγάλα βλήματα και το σκάφος είχε σχεδόν αχρηστευθεί. Όμως οι πυροβολητές παρέμεναν στις θέσεις του μαχόμενοι. Ξαφνικά μια μεγάλη έκρηξη στην τουρκική φρεγάτα, με την οποία μαχόταν η Σειρήν την ανατίναξε και την βύθισε.
Η Αρμίδα με κυβερνήτη τον Ουγκό αφού διέγραψε ένα κύκλο γύρω από μια μεγάλη τουρκική φρεγάτα, με την οποία μαχόταν το Τάλμποτ, αγκυροβόλησε μεταξύ των δύο αυτών πλοίων για να ανακουφίσει την αγγλική φρεγάτα και για να τραβήξει τα τουρκικά πυρά. Η ενέργεια αυτή της προκάλεσε σημαντικές ζημιές και πολύ πυροβολητές της βρέθηκαν εκτός μάχης, ενώ τουρκικό πυρπολικό που είχε παραμείνει ακυβέρνητο, με την κατεύθυνση του ανέμου, οδηγείται προς αυτήν. Έτσι ο κυβερνήτης Ουγκώ δίνει διαταγή να κατέβει μια λέμβο με τον σημαιοφόρο Μομφόρ για να απομακρύνει το πυρπολικό. Μόλις όμως η λέμβος προσέγγισε το εχθρικό πυρπολικό, εχθρικές σφαίρες τους συνέτριψαν. Όμως, το πυρπολικό κινήθηκε προς την αριστερά πλευρά της φρεγάτας με την οποία μαχόταν η Αρμίδα, πέφτοντας έτσι σε άλλο τουρκικό πλοίο της δεύτερης σειράς, το οποίο ανεφλέγη αμέσως και ανατινάχθηκε. Τέλος, η τουρκική φρεγάτα εκ της επιθέσεως της Αρμίδας αναγκάσθηκε να παραδοθεί εις τον πλοίαρχο Ουγκό, ο οποίος αντικατέστησε αμέσως το πλήρωμα με γαλλικό και διέταξε την ανύψωση της γαλλικής αλλά και της αγγλικής σημαίας. Στη συνέχεια, υπό τα πυρά του Ταλμποτ, μια άλλη φρεγάτα παραδώθηκε και μια ακόμη παρεδόθη σε ρωσικό πλοίο.
Το Αζόφ, επί του οποίου η παρουσία του ναυάρχου Χέυδεν υπήρξε αισθητή και αποτελεσματική, βοήθησε την Ασία και καταβύθισε δύο μεγάλες τουρκικές φρεγάτες, ενώ αχρήστευσε άλλο ένα τουρκικό πλοίο, το οποίο ερρίφθη προς τα ρηχά και ανατινάχθηκε. Αξιοθαύμαστος ήταν όμως και η δράση της Ασίας, καθώς η ευστοχία των πυροβολητών της προκαλούσε γενική έκπληξη. Ο ναύαρχος Κοδριγκτον ήταν η μεγάλη προσωπικότητα της ναυμαχίας, καθώς η στρατηγική του υπεροχή ήταν αδιαμφισβήτητη. Κατά το τετράωρο της μεγάλης δοκιμασίας, Κόδριγκτον βρισκόταν στο κατάστρωμα περιφερόμενος, για να παρακολουθεί την ναυμαχία , να συντονίζει και να δίνει εντολές. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν εγκατέλειψε την θέση του, ούτε όταν τον ενημέρωσαν ότι ο νεαρός γιός σημαιοφόρος Κόδριγκτον, που βρισκόταν και αυτός επί της Ασίας, τραυματίσθηκε. Η έμμονη του Άγγλου ναυάρχου να βρίσκεται ακάλυπτος στο κατάστρωμα, είχε προκαλέσει την προσοχή των εχθρών που βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση. Έτσι ο Ταχήρ πασάς διέταξε να σχηματισθεί διμοιρία από ικανούς σκοπευτές, τους οποίους διέταξε να σκοτώσουν τον Κόδριγκτον, λέγοντας τους χαρακτηριστικά να τον σκοπεύσουν στο κεφάλι ή στη καρδιά , καθώς πίστευε ότι εάν σκοτωθεί αυτός η ναυμαχία θα σταματήσει και τα πλοία του θα παραδοθούν.
Αξίζει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, ότι, ο Κόδριγκτον, κατά το απόγευμα, βλέποντας ότι η πυκνότητα του καπνού και των πυρών είναι τεράστια και υπήρχε κίνδυνος να χτυπηθούν συμμαχικά πλοία από φίλια πυρά, σκέφτηκε να διατάξει την προσωρινή διακοπή του πυρός και έδωσε εντολή να γραφεί η διαταγή και να δοθεί σήμα στο στόλο. Αλλά μόλις συγκεντρώθηκε το απόσπασμα που θα έδινε το σήμα από την Ασία, μια βροχή από σφαίρες του έριξε όλους νεκρούς. Αναζητηθεί τότε μια λέμβο της Ασίας για να μεταφέρει το μήνυμα, αλλά όλες οι λέμβους της ήταν διαλυμένες ή διάτρητες. Έτσι η ναυμαχία συνεχίστηκε με σφοδρότητα.
Η Αλβιών διέτρεξε επίσης άμεσο κίνδυνο, καθώς μόλις αγκυροβόλησε έγινε εκ μέρους των τούρκων επιχείρηση εμβολισμού. Άγημα όμως τριάντα ανδρών, υπό έναν υποπλοίαρχο και δύο δοκίμους απέκρουσε τους Τούρκους, πηδώντας στο σκάφος τους και με τα σπαθιά τους απώθησαν μέχρι τα πυροβολεία τους, όπου στην προσπάθεια τους να σωθούν, πολλοί έπεσαν στην θάλασσα. Αλλά στο τουρκικό πλοίο έπιασε πυρκαγιά, η οποία θα μεταδιδόταν και στην Αλβιόνα, εάν δεν κατάφερνε εγκαίρως να απεμπλακεί. Όμως το πλήρωμα απέμπλεξε την Αλβιόνα και έτσι γλύτωσε την καταστροφή. Σημαντικές ζημιές υπέστη και η Γένουα. Ο κυβερνήτης της Μπάτουρστ τραυματίσθηκε τρις φορές κατά την διάρκεια της ναυμαχίας και πέθανε λίγο αργότερα.
Το τέλος της ναυμαχίας επήλθε κατά την 6η μ.μ., με πλήρη σχεδόν την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Η πρώτη γραμμή του που αποτελούταν από τα μεγαλύτερα και βαρύτερα εξοπλισμένα πλοία είχε κατά το πλείστον καεί ή βυθιστεί, ενώ εκ της δευτέρας και τρίτης γραμμής, τα περισσότερα είχαν συντριβή.
Έτσι, από τα ενενήντα περίπου εχθρικά πλοία, χάθηκαν εξ ολοκλήρου ένα πολεμικό της γραμμής, τρείς μεγάλες φρεγάτες, εννιά μικρότερες φρεγάτες, είκοσι δύο κορβέτες, δεκαεννέα βρίκια, μία ημιολία και πέντε πυρπολικά. Τα υπόλοιπα ήταν σε άσχημη κατάσταση, χωρίς κατάρτια τα περισσότερα, με σπασμένα τα πλευρά και σχεδόν χωρίς πληρώματα. Έτσι από τον συνολικό εχθρικό στόλο, κατάφεραν να επιστρέψουν αργότερα στην Αλεξάνδρεια μόνο δεκατέσσερα πλοία, έχοντας και αυτά βαριές ζημιές. Οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές για τους τουρκοαιγυπτίους έφθαναν στις έξι χιλιάδες νεκρούς και τέσσερις χιλιάδες τραυματίες. Όμως και ο ζημιές για τον συμμαχικό στόλο ήταν σημαντικές, αλλά κανένα από τα πλοία δεν βυθίστηκε ή αχρηστεύτηκε. Οι ανθρώπινες απώλειες για τους συμμάχους έφθασαν στους εκατόν εβδομήντα τέσσερις νεκρούς και τετρακόσιους εβδομήντα πέντε τραυματίες. Τα συμμαχικά πλοία εγκατέλειψαν το Ναβαρίνο την 13/25 Οκτωβρίου, όπου τα μεν γαλλικά που είχαν φθορές έπλευσαν προς την Τουλόν για επισκευές, τα δε ρωσικά και τα αγγλικά προς την Μάλτα.
Η συντριπτική αυτή ήτα των τουρκοαιγυπτίων, πυροδότησε πολεμικές προετοιμασίες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Ρωσία, προς την οποία στράφηκε η οργή των Οθωμανών και παρά τις προσπάθειες της Αγγλίας να εκτονώσει το τεταμένο κλίμα των δύο χωρών, ο νέος ρωσο-οθωμανικός πόλεμος κηρύχτηκε τον Απρίλιο του 1828. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου οι τρεις δυνάμεις συμφώνησαν να στείλουν γαλλικά στρατεύματα στην Πελοπόννησο, τα οποία θα επέβλεπαν την αποχώρηση του Ιμπραήμ. Τον Σεπτέμβριο του 1829, η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, αποδεχόμενη μεταξύ άλλων αξιώσεων των ρώσων, την αποδοχή των αποφάσεων της τριπλής συμμαχίας για το ελληνικό ζήτημα. Είχε έρθει πλέον η ιστορική στιγμή, όπου η ελληνική επανάσταση, επτά χρόνια μετά την έναρξη της, έβρισκε μια απροσδόκητη δικαίωση στο πεδίο της διεθνούς διπλωματίας.
Δημοσθένης Κορδός
Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτισμικών Σπουδών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου