Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Ανοιχτή επιστολή προς πάσα αρμόδια αρχή

Θέμα :Κτίριο Δημοτικού Σχολείου Κάτω Μηναγίων
Ανοιχτό γράμμα
προς πάντα αρμόδιο φορέα,
Σύλλογο, Δήμο, Περιφέρεια, ΥΠΕΠΘ
Θέμα: Κτίριο Δημοτικού Σχολείου Κάτω Μηναγίων

του Κάτω Μηναγαίου Θεοδ. Κων. Μπλουγουρά.
                                                                              ===============
Είδα την έκθεση της ‘‘ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΑΕ ΟΤΑ’’, μακροσκοπικό οπτικό έλεγχο της 1/8/2016, για την κατάσταση του διδακτηρίου του εν ενεργεία πριν κάμποσα χρόνια δημοτικού σχολείου του χωριού Κάτω Αμπελοκήπων (Κάτω Μηναγίων) και έπαθα για την εικόνα της εγκατάλειψης. Δεν είναι, βλέπεις, η αποκατάστασή του ένα έργο άμεσης ανάγκης, δεν είναι ένας δρόμος, δεν είναι μια πλατεία, δεν είναι μια βρύση, δεν είναι ένα πηγάδι, να πάρει φωτιά στο άψε σβήσε με την πρώτη όχληση ο πολιτικός φορέας, να κινητοποιήσει τον κρατικό μηχανισμό, να προλάβει τα χειρότερα. Είναι ένα σχολείο, και μάλιστα κλειστό εδώ και κάμποσα χρόνια, όπως τόσα άλλα στη χώρα για τους γνωστούς λόγους – αστυφιλία, μετανάστευση, υπογεννητικότητα, έλλειψη παιδιών… Και οι οχλήσεις; ‘Ο μπαινάκης κι ο βγαινάκης’.
Και έπαθα, φέρνοντας στο νου την ιστορία του και την προοπτική του.
Μπαίνοντας η 10/ετία του 1930 βρήκε το μικρό χωριό (25 σπίτια) χωρίς σχολείο. Τα όσα σχολικής ηλικίας παιδιά, καμιά εικοσαριά (από περισσότερα), έπαιρναν την άγουσα, βρέξει χιονίσει, άλλοτε για το γειτονικό χωριό Άνω Μηνάγια, μισή ώρα δρόμο κακοδρόμο από Μελισσοχάντακο, ή για το χωριό Μηλίτσα, μια ώρα δρόμο από Βγενόβραχο, κατέβα ανέβα μια χαράδρα όλο μελίστρα. Όσα παιδιά… Όσων οι γονείς πιάναν στον αέρα την εκπαιδευτική φρεσκαδούρα της 4/ετίας 1928-1932 και πήραν να σκέφτονται στα σοβαρά το ‘άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο’ κόντρα σε ένα παλαιικότερο γνωμάτισμα/δογμάτισμα, που έλεγε ‘δε φέρνουν ψωμί τα γράμματα, όχι, έχουμε δουλειές, χωράφια, σταφίδες, αμπέλια – γίδια, πρόβατα, βόιδα…’ ή το ακόμα χειρότερο ‘τα γράμματα μουρλαίνουν τον άντρωπο’.         
Η κόντρα, λοιπόν, ως διάθεση πήρε τότε να δυναμώνει. Στο δυνάμωμα συνέτειναν, από σπόντα, και δυο μικρά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που από τα δυο τους περίπου χρόνια, στα μισά πες του 1931 προς 1932, ‘το δήλωσαν’ ορθά κοφτά, ή καλύτερα: ‘το ξέκοψαν’, ότι για σχολείο ταχιά αυτά  ‘δεν καταδέχονται’ ούτε Μελισσοχάντακο ούτε Βγενόβραχο – τσαντίλα της μοίρας τους στέρησε βηματισμούς, δρασκελιές, τρεχαλητά. Κι έτυχε οι γονείς τους να είναι από τους πιο ευεπίφορους δέκτες της φρεσκαδούρας ’28-’32 και διαπρύσιοι κήρυκες του ‘άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο’. Και στοχάστηκαν: ‘Τι κάνουμε τώρα; Θα τ’ αφήσουμε κούτσουρα;’ Τα καημένα εκείνα… από σπόντα πυροδότησαν το φιλοσχολικό μπιγκ μπαγκ των γεννητόρων τους. Οι οποίοι ξαμολήθηκαν. Για σχολείο στο χωριό οπωσδήποτε! Ήταν κι από τους τα πρώτα φέροντες από νου και λόγο και φρόνημα και πήραν μαζί τους όλο το χωριό. Ακόμα  και τα κατάλοιπα των παλαιικότερων γνωματισμάτων/δογματισμάτων συντάχθηκαν μαζί τους. Ο ένας, αλφαβητισμένος πως, ξαμολήθηκε σε υπηρεσίες και ‘αντρώπους’, για διαβατήρια αφενός υπηρεσιακά: ‘συνηγορούμεν υπέρ της ιδρύσεως κλπ. κλπ.’ και αφετέρου πολιτικοημετερικά: ‘Κύριε Υπουργέ, ο επιφέρων το σημείωμα τυγχάνει ημέτερος κλπ. κλπ.’, κι έτσι με αυτά και με απανωτά πηγαινέλα Αθήνα κι ανοίγοντας πόρτες και παράθυρα εξασφαλίστηκε το υπουργικό ‘Εγκρίνομεν’۰ ο άλλος, άνθρωπος του ‘γεια σου, φίλε, τι χαμπάρια’, πήρε σβάρνα τα χωριά για το ‘ό,τι προαιρείστε, χτίζουμε σχολείο’, και ποιος δεν πρόσφερε το κάτι τις του!
Σημαντική πτυχή της υπόθεσης ‘σχολείο’ είναι  και η δωρεάν προσφορά του οικοπέδου πλάι στην πηγή Σκασμάδα, εκ των ων ουκ άνευ – αναγκαίο – στοιχείο για
τα σχολιαρούδια. Γενναία χειρονομία του γερο Κώτσιου Κορδού με τα πολλά εγγόνια, που μόνο αυτά ήθελαν ένα…σχολείο!
Συναγερμός στο χωριό. Να κουβαληθεί η πέτρα να χτιστούν οι τοίχοι, να παραχθεί ο ασβέστης να δέσει το χτίσιμο! Για το πρώτο επιστρατεύτηκαν τα υποζύγια του χωριού. Για το δεύτερο στήθηκε ασβεστοκάμινο. Και καλά η ασβεστόπετρα για το καμίνι, αφθονούσε – και αφθονεί – στο χωριό. Το υλικό όμως της φωτιάς, τα ξύλα; Πολλά ξύλα, πάρα πολλά ξύλα, πάρα πάρα πολλά ξύλα! Πώς ήρθαν από το λόγγο; Σε αυτό διέπρεψαν οι γυναίκες. Οι Μηναγαίισσες! Ζαλιές και ζαλιές από το λόγγο! Δεκαπέντε είκοσι γυναίκες ζαλωμένες ξύλα η μια πίσω από την άλλη, σειρά μεγάλη. Κι όχι πέντε δέκα ξυλαράκια η κάθε ζαλιά. Φουρνιά ολόκληρη, όσο να ‘κάψει’ ένας φούρνος, κι ακόμα παραπάνω. Πολύς όγκος στη ράχη τους. Και με ανταγωνισμό μεταξύ τους, μη φανεί μικρότερη η ζαλιά της καθεμιανής από της αλληνής. Νταμαχιάρες! Και να γέρνουν περπατώντας σαν τις βάρκες, μία από δω, μία από κει. Και πολλά τα δρομολόγια από το λόγγο ως το καμίνι! Οχτώ δέκα δρομολόγια την ημέρα. Και πολλές ημέρες! Αλλιώς δε χόρταινε το καμίνι, δεν έβγαινε ο ασβέστης. Οι αφηγηματικές αναδρομές στα του σχολείου αυτού ξεχνούν την ειδική αυτή συμβολή των γυναικών. Τηρουμένων των  αναλογιών είναι σα να κάνεις λόγο για το αλβανικό έπος και να παραλείπεις να αναφερθείς στις Ηπειρώτισσες, που κουβαλούσαν ζαλιά τα  κιβώτια  με τα πυρομαχικά στο μέτωπο.
Και στήθηκε το σχολείο. Το 1935. Χαρτωμένο, χτισμένο, εξοπλισμένο. Κι άνοιξε, στελεχωμένο, το σχολικό έτος 1935 – 1936. Μάζεψε τα σκόρπια σε άλλα σχολεία παιδιά του χωριού, αγκάλιασε και όσα τυχόν δεν ‘είχαν τιμήσει’ στην ώρα τους Μελισσοχάντακο ή Βγενόβραχο κι ανέλαβε η καμπάνα της εκκλησίας του χωριού πρωί κι απόγευμα το προσκλητήριο. Κι απόχτησε το χωριό και δεύτερο παράγοντα καλού λόγου και πολιτισμού, είχε άμβωνα, τώρα και έδρα. Παπά και δάσκαλο.
Τέσσερις σχολικές χρονιές διδάσκοντες και διδασκόμενοι πορεύτηκαν με τον ενθουσιασμό του νεοφώτιστου κι ακούστηκε σ’ ανατολή και δύση το σχολείο – τι τα ‘Μικρά Διαμάντια’, το βιβλιαράκι με τις εκθέσεις των παιδιών που κυκλοφόρησε, τι η σχολική δανειστική βιβλιοθήκη που οργανώθηκε και λειτούργησε, τι η ημερήσια έφιππη σχολική  εκδρομή που πραγματοποιήθηκε στην Πύλο!
Το τι φόρα πάρθηκε για την πέμπτη σχολική χρονιά 1940-1941 δε λέγεται. Όμως  το σχολείο, φευ, δεν άνοιξε την πέμπτη χρονιά. Μια επιστράτευση για ‘μετεκπαίδευση στα νέα όπλα’, όπως είπαν, δεν εξαίρεσε ούτε δασκάλους. Τα παιδιά του χωριού ξανασκόρπισαν σε άλλα σχολεία. Αλλά για λίγο. Κηρύχτηκε ο πόλεμος 28/10/1940 κι έκλεισαν όλα. Ξανάνοιξαν Σεπτέμβριο 1941 σε συνθήκες ξενικής κατοχής. Συνθήκες του ‘‘ Όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά’’ που λέει ο ποιητής. Παντού. Και στα Κάτω Μηνάγια.
Μάθημα…ακροποδητί. Άνοιγε ο δάσκαλος τους σχολικούς χάρτες λόγου χάρη να διδάξει Ιστορία και Γεωγραφία και με την ευκαιρία να πετάξει και κάνα λόγο φρονηματισμού α λα κρυφό σχολειό για τα συγκαιρινά – ανατολικό μέτωπο, δυτικό μέτωπο – κι έτρεμε η καρδιά του μη φανεί ο Ιταλός ή ο Γερμανός. Με το παραμικρό – στο δρόμο, βλέπεις, το σχολείο, πλάι στη δημοσιά, και μόστρα η αίθουσά του στην οπτική αδιακρισία του πλιατσικολόγου καβαλάρη Ιταλού, που πήγαινε να ποτίσει το μουλάρι του δίπλα στην πηγή Σκασμάδα – με το παραμικρό, λοιπόν, ο δάσκαλος μάζευε γοργά γοργά δείκτες, χάρακες και χάρτες. Φόβος! Που διοχετευόταν και στα
παιδιά. Κίνδυνος ακόμα και ο εθνικός ύμνος «Σε γνωρίζω από την όψη…». Να μην τον διδάξει ο δάσκαλος; Τι δάσκαλος θα ήταν; Τον δίδαξε. Φόβος ξεφόβος, τον δίδαξε. Κίνδυνος και το εθνικό άσμα: «Ελλάδα μας, γλυκιά/, τρισδοξασμένη συ,/ που ήσουν τίποτε στη γη,/σαν ήρθε όμως η στιγμή,/πετάχτηκες ορθή.// Με χρόνια, με καιρούς/ ζωσμένη το σπαθί/ εσκόρπισες το άγιο φως/ εκεί που ο σκλάβος αδερφός/ σε πρόσμενε σκυφτός». Να το άκουγε αυτό καραμπινιέρος; Καλά ξεμπερδέματα. Αλλά να μην το διδάξει; Και θα ήταν δάσκαλος αυτός πια; Το δίδαξε. Και πολλά άλλα όμοια. Κόντρα στον κίνδυνο από τη συχνή πλιατσικολογική επέλαση των κατακτητών, οι οποίοι άρπαζαν βιος από τους κατοίκους και ενσπείρανε τρόμο στο χωριό. Στέρηση και φόβος το κλίμα. Όμως στέρηση ξεστέρηση, φόβος ξεφόβος όλο και κάποια αναλαμπή ελπίδας στιγμές στιγμές γλύκαινε την ατμόσφαιρα στο σχολείο. Μία πάνω, μία κάτω, λοιπόν, έτσι πορεύτηκε το σχολείο στα κάτω Μηνάγια, μέσα στη στέρηση και το φόβο, ως τα Χριστούγεννα του 1941.
Από το 1942 τα πράγματα πήρανε να αλλάζουν. Σεπτέμβριο του 1941 είχε ιδρυθεί το ΕΑΜ, πρώτους μήνες του 1942 ακούστηκε και ο ΕΛΑΣ, οπότε λιγόστεψαν οι απανωτές επελάσεις των Ιταλών για ‘όλιο, βιδέλο, τσιπόλα, σούμπιτο’ – λάδι, βοϊδικά, κρεμμύδια, γρήγορα!’ – μέχρι που σταμάτησαν. Έμενε ο φόβος να περιλάβουν το χωριό με το πυροβολικό τους. Ωστόσο ο λόγος στο σχολείο δεν ήταν φοβισμένος πια, ήταν άνετος, ήταν βαθύς, ήταν αναλυτικός, οι κατακτητές ήταν περιορισμένοι στις βάσεις τους σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων γύρω γύρω από τα Μηνάγια, ένα αεράκι αφοβίας άρχισε να πνέει, ένα αυτό. Δεύτερο, ΕΑΜ και ΕΛΑΣ στη νότια Μεσσηνία – όπως και αλλού – οργάνωσε πολιτική και στρατιωτική προστασία της υπαίθρου, το αεράκι αφοβίας έγινε αέρας, δυνάμωσε. Αυτά όλα, μαζί με τις επιθέσεις της αγγλικής αεροπορίας (RAF) και τις ρίψεις προκηρύξεων για τον πτοημένο κόσμο και οπλισμού για την Αντίσταση πήραν να σχηματίζουν την εντύπωση, την ιδέα, αν θέλεις, ότι υπάρχει κι έρχεται κάτι καλύτερο από τη σκοτεινή, την καταθλιπτική κατάσταση των κατακτητών. Θα πρέπει να έχεις ζήσει τη σκοτεινιά, τη μαυρίλα της ξενικής κατάκτησης/κατοχής, για να μπορείς να εκτιμήσεις τις πυγολαμπίδες αισιοδοξίας που πρόσφεραν αυτοί οι παράγοντες. Έβγαιναν τα παιδιά από εκείνο το σχολείο μεσημέρια, απογεύματα κι ήταν ξέθαρρα.
Η αντιστασιακή οργάνωση ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και συνέχεια ΕΠΟΝ της επαρχίας Πυλίας χρειάστηκε έναν τόπο ως διοικητικό Κέντρο και μια στέγη για τις στοιχειώδεις υπηρεσίες. Η ορεινή/ ημιορεινή θέση του πλέον απαμακρυσμένου από τις βάσεις των κατακτητών χωριού Κάτω Μηνάγια ήταν ό,τι έπρεπε. Και έγινε Κέντρο – πρωτεύουσα της ΕΑΜικής Πυλίας το είπανε. Και στο σχολείο αφενός στεγάστηκαν οι διοικητικές υπηρεσίες και αφετέρου εκεί συγκεντρώνονταν κατά διαστήματα τα ΕΑΜικά στελέχη της οργάνωσης ή της ΕΠΟΝ της επαρχίας Πυλίας για αλληλοενημέρωση, οδηγίες και συντονισμό.
Με την κατάρρευση της Ιταλίας Σεπτέμβριο 1943 και την αυτομόληση πολλών Ιταλών στην οργάνωση ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, αντί παράδοσή τους στους Γερμανούς, και τη διανομή τους στα διάφορα χωριά, εκεί στο σχολείο φυλάχτηκε μήνες ο επιδικασμένος στο χωριό Κάτω Μηνάγια Ιταλός. Ο Πολύβιος. Συχνές ήταν εκεί και οι ομιλίες από αρμόδιους αγορητές, μέλη της οργάνωσης, σε συγκεντρώσεις των κατοίκων προς ενημέρωση και τόνωση του ηθικού. Εκεί συντάσσονταν και τα Δελτία Ενημέρωσης, τα οποία πολλαπλασιασμένα σε πολύγραφο διανέμονταν χέρι το χέρι σε όλα τα χωριά. Εκεί παίρνονταν αποφάσεις για σοβαρά θέματα, όπως ενέδρες του ΕΛΑΣ κατά των Γερμανών ή εγκρίσεις ( ή και απορρίψεις) αιτημάτων διαφόρων μελών προς
ένταξη στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Ακόμα και για αποτροπή τυχόν συνεργασιών κατοίκων κατοίκων της περιοχής με τους κατακτητές.
Από εκεί μέσα βγήκε η φοβέρα ότι τάγμα του ΕΛΑΣ διανυκτερεύει μονίμως στο σχολείο και αλίμονο σε όποιον επιχειρήσει να το πλησιάσει. Η αλήθεια ήταν ότι το τάγμα ήταν μεταβατικό, δεν είχε μόνιμη έδρα. Αλλά ίσχυσε η παροιμία «Ο φόβος φυλάει τα έρημα». Και για μήνες, κοντά χρόνο, δεν τόλμησαν να βγουν από τη βάση
τους οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους. Αλλά κάποτε αποφάσισαν να τελειώνουν με αυτό το…τάγμα! Και στις 4/4/44 κίνησαν από τρεις μεριές: Πύλο, Πεταλίδι, Κορώνη. Με το που ξεκίνησαν όμως, ξαμολήθηκαν οι σύνδεσμοι – ταχυδρομικές υπηρεσίες της αντίστασης, πουλιά πετούμενα από το ένα χωριό στο άλλο – οι οποίοι ήρθαν στα Κάτω Μηνάγια πολύ νωρίτερα από τους πυροβολισμούς από Κόκκινου, Κλεισούρα, Καλλιθέα, που αναγκάστηκαν, φαίνεται, να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους οι Γερμανοί και οι συνεργάτες  τους. Το ΕΑΜ στην…πρωτεύουσα πρόλαβε να αφήσει ένα σχολείο εγκαταλειμμένο χρόνια! – σκηνοθεσία. Σκουπίδια πολυκαιρινά, τζάμια σπασμένα, θρανία φύρδην μίγδην, πίνακας στραβοπεσμένος. Και οι επισκέπτες ήλθαν, είδαν και απήλθαν, αναβάλλοντας το ξεκαθάρισμα με το…τάγμα για την άλλη φορά, με πιο οργανωμένη, χωρίς πρόωρες ντουφεκιές, νυχτερινή επιχείρηση.  Αλλά άλλη φορά δεν υπήρξε, να κάμουν ρημαδιό χωριό και σχολείο. Τους πρόλαβε η άρον άρον αναχώρησή τους από Μεσσηνία Σεπτέμβριο 1944.
      Η χρήση του σχολείου ως στέγης των διοικητικών υπηρεσιών της Αντίστασης τα κρίσιμα χρόνια της ξενικής κατοχής αφενός αποτελεί απαράγραπτη σελίδα της Ιστορίας του, περιβεβλημένη το κύρος και την τιμή των σημαντικών ιστορικών γεγονότων, και αφετέρου, όπως θα φανεί από την επόμενη παράγραφο,  δεν επηρέασε αρνητικά το όσο επέτρεπαν οι δύσκολες συνθήκες διδακτικό έργο.  
Φεύγοντας οι Γερμανοί από Μεσσηνία Σεπτέμβριο μήνα άνοιξαν και τα σχολεία. Δημοτικά, Γυμνάσια, όλα. Τα παιδιά από Κάτω Μηνάγια, από παλιά, δεν διακρίνονταν για μετά το Δημοτικό φιλοδοξίες. Ένα στη 10/ετία μπορεί να αποτολμούσε. Το πολύ δύο. Πανεπιστήμιο; Δεν είχε ακουστεί κανένα. Εκείνη τη σχολική χρονιά, 1944-1945, φεύγοντας οι Γερμανοί, τόλμησαν οχτώ (8) παιδιά να δώσουν εισιτήριες εξετάσεις στο Γυμνάσιο. Και πέτυχαν όλα! Θρίαμβος! Το χωριό πανηγύρισε, χαλάλι, είπαν, ο παιδεμός και τα έξοδα να χτιστεί αυτό το σχολείο, μπράβο και πάλι μπράβο, που έχει τέτοια αποτελέσματα! Τα γύρω χωριά έμειναν έκθαμβα! Δεν το περίμεναν.
Τα παιδιά αυτά ήταν από εκείνα που γράφτηκαν ως πρωτάκια τη σχολική χρονιά 1936 – 1937 στο καινούργιο Δημοτικό Σχολείο και άκουσαν ως την αποφοίτησή τους τρεις δασκάλους, Όλγα Σαρατσιώτη, Κώστα Γέμελο, Γιώργο Κυριαζόπουλο. Τρία (3) από αυτά, τελειώνοντας το Γυμνάσιο, πέρασαν στο πανεπιστήμιο και ένα (1) στην Παιδαγωγική Ακαδημία. Η δυναμική αυτού του γεγονότος από αυτό το Δημοτικό Σχολείο ανέτρεψε τα δογματίσματα του χωριού περί μουρλαμάρας του ‘αντρώπου’ από τα γράμματα. Άρδην και ανεπιστρεπτί. Και πλήθυναν από εκεί και πέρα οι μετά το Δημοτικό γυμνασιακές φιλοδοξίες των παιδιών. Και οι επιτυχείς κρούσεις των πανεπιστημιακών θυρών. Αυτό μέχρι την τελευταία χρονιά της λειτουργίας του το 1970 ως σχολείου. Σταμάτησε η χρήση του λόγω επικινδυνότητας από ρωγμές. Το διδακτικό έργο συνεχίστηκε σε μικρό οικοδόμημα στον αυλόγυρο της εκκλησίας. Και αργότερα σε όλο και λιγότερα παιδιά σε γειτονικά σχολεία.
Τι λένε οι αρμόδιοι φορείς; Ο Σύλλογος; Ο Δήμος; Η Περιφέρεια; Το ΥΠΕΠΘ; Θα το αφήσουν να γκρεμιστεί; Επί των ημερών τους; Δε θα θα κινήσουν, όχι πάντα λιθον, το γενικό αυτό κι αόριστο, αλλά κάθε ιμάντα του κρατικού μηχανισμού;
Να σημειωθεί ότι δε θα είναι μάταιη η σχετική δαπάνη. Καλά, παιδιά τώρα δεν υπάρχουν στο χωριό, να λειτουργήσει σχολείο, το εξηγήσαμε αυτό – αν και δεν ξέρουμε τι επιφυλάσσει το μέλλον. Η προοπτική όμως να λειτουργήσει ως σχολικό μουσείο – πράγματα, σκεύη, γεγονότα, πρόσωπα σε εμπράγματη ή εικονική μορφή – είναι επαρκής λόγος να αναληφθεί πρωτοβουλία αποκατάστασης του κτιρίου. Έτσι, με αυτή την ιδιότητα το σχολείο θα διατηρεί υπό άλλη μορφή τη μορφωτική του αποστολή. Αντικείμενα, βιβλία, έγγραφα, ονόματα, φωτογραφίες, εικόνες θα  καθρεφτίζουν τη λειτουργία του τα χρόνια της ακμής του. Το πράγμα θα λειτουργεί συνεκτικά για τους ανθρώπους του χωριού, κεντρίζοντάς τους το ενδιαφέρον γύρω από το θέμα ‘σχολείο της γενέτειρας’. Έρευνες σε υπηρεσίες, αναζητήσεις μαρτυριών, αναδιφήσεις Αρχείων, καλλιεργώντας συνείδηση τοπικότητας, θα απεργάζονται αυτό που λέμε συλλογική αγάπη της γενέτειρας. Η αγάπη του είδους είναι η πρώτη βαθμίδα της ευρύτερης αγάπης προς την πατρίδα.
     Τι θα εμπόδιζε ακόμα να εξοπλιστεί και με μια βιβλιοθήκη; Να επανεξοπλιστεί θα έλεγα, μια και παλαιότερα είχε οργανωθεί δανειστική βιβλιοθήκη στο σχολείο; Να ξανανιώσει ο χώρος, να θυμηθεί τα νιάτα του; Ποιος θα ενδιαφερθεί, θα πεις, τώρα στο χωριό για τέτοιο πράγμα; Απαντώ: Πού ξέρεις… 
     Εκτός από Μουσείο και βιβλιοθήκη το αποκαταστημένο πλέον κτίριο θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται υπό την αιγίδα αρμόδιων φορέων, Συλλόγου, Δήμου, Περιφέρειας, γιατί όχι και υπηρεσιών ΥΠΕΠΘ; ως συνεδριακό κέντρο ποικίλου ενδιαφέροντος, τουριστικού, αγροτικού ή άλλου, στο πλαίσιο μιας πολιτικής αποκεντρωτικού χαρακτήρα. Ήδη η πρόσβαση στα χωριά τώρα, και στα Κάτω Μηνάγια, ευτυχώς δε βρίσκεται στην προ του…1960 κατάσταση. Είναι εύκολη.
     Εξαρτάται, λοιπόν, από τη ζέση των αρμόδιων φορέων – κλιμακωτά: Συλλόγου, Δήμου, Περιφέρειας, ΥΠΕΠΘ – να γίνει η αξιοποίηση του είδους αυτού, μακριά από πνεύμα στείρας αδιαφορίας, αντιπαλότητας ή ωχαδερφισμού, πνεύμα που αφήνει ανεκμετάλλευτες τις διάφορες δυνατότητες – προθέσεις, διαθέσεις, δεξιότητες, γνώσεις, ικανότητες – να λιμνάζουν, να τελματώνουν, να εξατμίζονται, να γερνάνε, να ρέβουν αναξιοποίητες. Ζέση, επιμονή, οίστρος απαιτείται, Περιφερειάρχη, Δήμαρχε, Πρόεδρε, να απαγκιστρώσετε ένα Γεωπόνο λόγου χάρη ή έναν Υγειονομικό από τη βολή του στην πόλη να τον πάτε και οι τρεις συνοδεία στο χωριό, στο ‘σχολάζον’ σχολείο, κι εκεί να συζητηθεί ενώπιον ενδιαφερομένων, που θα έχετε καλέσει, θέμα αρμοδιότητας του καθενός – πώς προστατεύεις πι χι την ελιά από τον καρκίνο της ο ένας, πώς κάνεις ένα χωριό… καρποστάλ υγείας ο άλλος!
     Δεν τελειώνει εδώ η χρησιμότητα του αποκαταστημένου κτιρίου του σχολείου. Εκτός από την καθιερωμένη ήδη τον Αύγουστο ωραία πανηγυρική εκδήλωση στην πλατεία, η νιότη αυτή, που οργανώνει την ωραία αυτή πανηγυρική εκδήλωση, θα μπορούσε άλλη στιγμή να πλουτίσει το καλοκαίρι της με μια καλλιτεχνική εκδήλωση στην αίθουσα του σχολείου, με μια θεατρική τους παράσταση λόγου χάρη. Την ‘Γκόλφω’ ας πούμε ως ξεκίνημα. Ή μαθήματα χορού.
     Όλα τα ανωτέρω είναι συνέχιση της μορφωτικής αποστολής του σχολείου, που ναι μεν δεν έχει τώρα σχολιαρούδια, να το ζωντανέψουν, μπορεί όμως, μικρός φάρος, να εκπέμψει μια ιδέα φως! Μ π ο ρ ε ί. Μας το βεβαιώνει και ο Όμηρος: «Τόδε έργον αέξεται, ω επιμίμνω» ξ, 66. = Αυτό το έργο προχωρεί, για το οποίο δείχνω επιμονή».   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου