Ο θάνατος της Δημοκρατίας, οι πρυτάνεις και ο υπουργός Παιδείας
Από την Καθημερινή
Επικίνδυνος εξευτελισμός
Του Λυκούργου Λιαρόπουλου*
Οταν η παρούσα κυβέρνηση θα επιχειρεί τον απολογισμό τού μάλλον σύντομου βίου της, η μόνη «επιμήκυνση» την οποία θα έχει επιτύχει θα είναι αυτή της θητείας των πρυτάνεων.
Δυστυχώς, η τεράστια αρνητική σημασία της μόλις ψηφισθείσας αντιμεταρρύθμισης δεν θα φανεί στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Εκεί τα προβλήματα είναι τόσο βαθιά, τόσο «πετρωμένα» στο συλλογικό μας υποσυνείδητο, ώστε καμία μεταβολή στον τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων δεν αρκεί.
Η πραγματική σημασία της είναι στον «ηθικό κίνδυνο» που προσφυώς ανέλυσε προ ημερών ο Πάσχος Μανδραβέλης, αλλά και στις επιπτώσεις της για τη δυνατότητα της κυβέρνησης να κυβερνήσει από εδώ και πέρα. Ο ηθικός κίνδυνος έγκειται στην παγίωση της γραμμής «νόμος είναι ό,τι θέλουμε εμείς». Η κυβερνησιμότητα του τόπου, όμως, εξαρτάται από το κατά πόσον η κυβέρνηση μπορεί να πείσει ότι έχει τη δυνατότητα και την αποφασιστικότητα να εφαρμόσει τον νόμο. Η ιστορία της Χαλυβουργίας ήταν ένα πρώτο θετικό σήμα. Η αντιμεταρρύθμιση στην Παιδεία ήταν αρνητική και απείρως ισχυρότερη. Πολλοί ρωτούν με απορία, «μα γιατί η κυβέρνηση ενέδωσε στους πρυτάνεις;» Τόσο ισχυροί είναι;
Η απορία είναι δικαιολογημένη. Μπορεί κανείς να πιστέψει ότι μία νέα κυβέρνηση, με ισχυρή εντολή, που αντιμετωπίζει τον εθνικό όλεθρο κιότεψε μπροστά σε έναν πρύτανη που έχει ήδη καλέσει ο εισαγγελέας, σε έναν θεατράνθρωπο μερικής απασχόλησης και πολλούς παντελώς αγνώστους στην κοινωνία; Και όμως, κάτι τρομοκράτησε την κυβέρνηση μέχρις εξευτελισμού. Ισως το ενδεχόμενο να μπει ο Σεπτέμβρης, με κρίσιμα νομοσχέδια, αποκρατικοποιήσεις, την κοινωνία στην «τσίτα» από την ύφεση, την τρόικα να «γκρινιάζει και να απειλεί και τα πανεπιστήμια να καίγονται. Δεν ήταν, συνεπώς, οι πρυτάνεις, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ και όλες οι αντιμεταρρυθμιστικές δυνάμεις που, ενώ βρίσκονται στον κυβερνητικό συνασπισμό, αλλά ακόμη και στο Υπουργικό Συμβούλιο, συνομιλούν με πρυτάνεις που στηρίζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς, αυτό θα αποδειχθεί σύντομα, καθώς οι δυνάμεις αυτές, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, απορρίπτουν τις πρόσφατες «διορθωτικές» παρεμβάσεις και «απαιτούν» την ολοκληρωτική απόσυρση του νέου «νέου» νόμου.
Η υπόθεση της Χαλυβουργίας ήταν θέμα τεσσάρων λεωφορείων με ΜΑΤ, στοιχειώδη επιχειρησιακό σχεδιασμό, σαφή πολιτική εντολή και αντίπαλο έναν «ξεδοντιασμένο» και πολιτικά απαξιωμένο συνδικαλιστικό σχηματισμό. Ηταν εύκολο, αλλά ακόμη και εκεί ζήσαμε εκ των υστέρων «διαπραγματεύσεις» και την παρέμβαση του υπουργού Δικαιοσύνης που ακύρωσε την απόλυση έξι απεργών (γιατί άραγε); Τα φλεγόμενα πανεπιστήμια, όμως, με μπροστάρη ένα κόμμα που επενδύει και υπόσχεται ανοικτά την αναταραχή, είναι άλλη ιστορία.Αυτήν, όμως, την ιστορία θα βλέπει η κυβέρνηση να εξελίσσεται μπροστά της από εδώ και πέρα, με τους ίδιους πρωταγωνιστές, όταν τελειώσουν όχι «τα μπάνια του λαού», αλλά τα δικά τους. Τότε θα φανεί πόσο εγκληματικά ανεύθυνη ήταν η δειλία που έδειξε η κυβέρνηση στο θέμα της Παιδείας. Αν ο κ. Σαμαράς είχε αναγάγει την πλήρη εφαρμογή ενός νόμου, που ήδη είχε αρχίσει να εφαρμόζεται, και που ψήφισαν 255 βουλευτές, σε θέμα πρώτης γραμμής το καλοκαίρι, θα μπορούσε το φθινόπωρο να προβάλει το επιχείρημα της δικής του ισχυρής πολιτικής νομιμοποίησης, αγνοώντας και ίσως αξιοποιώντας, τον αναμενόμενο πολιτικό ακτιβισμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τώρα, όμως, που ο αντίπαλος «μύρισε αίμα», πώς θα τον συγκρατήσεις; Ποια αξία έχει η επίκληση του αριθμού των βουλευτών της συγκυβέρνησης τώρα, όταν δεν έφτασαν οι 255;
Δεν ξέρω αν η ζημιά που έγινε είναι ανατάξιμη, ή αν θα αποδειχθεί θανατηφόρα. Αυτό που ξέρω είναι ότι η φύση των προβλημάτων απαιτεί την τόλμη και την άγνοια κινδύνου που μας υποσχέθηκε ο κ. Σαμαράς. Την τόλμη που έδειξε στη Χαλυβουργία και όχι την άτακτη υποχώρηση που επέλεξε, χωρίς λόγο και χωρίς όφελος, στην Παιδεία. Ισως ο κ. Αρβανιτόπουλος έπρεπε να τον προστατεύσει.
Δυστυχώς, όμως, το κακό ξεκίνησε με τον σχηματισμό του κυβερνητικού σχήματος στο υπουργείο της Παιδείας, σε αγαστή σύμπνοια με τα κόμματα της συγκυβέρνησης. Το... περίεργο επιχείρημα του κ. Βενιζέλου περί νόμου 4009 και Συντάγματος, θα τον... κυνηγάει για χρόνια. Τέλος, ακόμη και ο κ. Κουβέλης μάλλον θα μετανοήσει, έστω και ενδόμυχα, για τον υφυπουργό του. Η αντιμεταρρύθμιση ποτέ δεν ήταν προοδευτική, ούτε αριστερή.
* Ο κ. Λυκούργος Λιαρόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομίας και Οργάνωσης Υπηρεσιών Υγείας, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Επικίνδυνος εξευτελισμός
Του Λυκούργου Λιαρόπουλου*
Οταν η παρούσα κυβέρνηση θα επιχειρεί τον απολογισμό τού μάλλον σύντομου βίου της, η μόνη «επιμήκυνση» την οποία θα έχει επιτύχει θα είναι αυτή της θητείας των πρυτάνεων.
Δυστυχώς, η τεράστια αρνητική σημασία της μόλις ψηφισθείσας αντιμεταρρύθμισης δεν θα φανεί στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Εκεί τα προβλήματα είναι τόσο βαθιά, τόσο «πετρωμένα» στο συλλογικό μας υποσυνείδητο, ώστε καμία μεταβολή στον τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων δεν αρκεί.
Η πραγματική σημασία της είναι στον «ηθικό κίνδυνο» που προσφυώς ανέλυσε προ ημερών ο Πάσχος Μανδραβέλης, αλλά και στις επιπτώσεις της για τη δυνατότητα της κυβέρνησης να κυβερνήσει από εδώ και πέρα. Ο ηθικός κίνδυνος έγκειται στην παγίωση της γραμμής «νόμος είναι ό,τι θέλουμε εμείς». Η κυβερνησιμότητα του τόπου, όμως, εξαρτάται από το κατά πόσον η κυβέρνηση μπορεί να πείσει ότι έχει τη δυνατότητα και την αποφασιστικότητα να εφαρμόσει τον νόμο. Η ιστορία της Χαλυβουργίας ήταν ένα πρώτο θετικό σήμα. Η αντιμεταρρύθμιση στην Παιδεία ήταν αρνητική και απείρως ισχυρότερη. Πολλοί ρωτούν με απορία, «μα γιατί η κυβέρνηση ενέδωσε στους πρυτάνεις;» Τόσο ισχυροί είναι;
Η απορία είναι δικαιολογημένη. Μπορεί κανείς να πιστέψει ότι μία νέα κυβέρνηση, με ισχυρή εντολή, που αντιμετωπίζει τον εθνικό όλεθρο κιότεψε μπροστά σε έναν πρύτανη που έχει ήδη καλέσει ο εισαγγελέας, σε έναν θεατράνθρωπο μερικής απασχόλησης και πολλούς παντελώς αγνώστους στην κοινωνία; Και όμως, κάτι τρομοκράτησε την κυβέρνηση μέχρις εξευτελισμού. Ισως το ενδεχόμενο να μπει ο Σεπτέμβρης, με κρίσιμα νομοσχέδια, αποκρατικοποιήσεις, την κοινωνία στην «τσίτα» από την ύφεση, την τρόικα να «γκρινιάζει και να απειλεί και τα πανεπιστήμια να καίγονται. Δεν ήταν, συνεπώς, οι πρυτάνεις, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ και όλες οι αντιμεταρρυθμιστικές δυνάμεις που, ενώ βρίσκονται στον κυβερνητικό συνασπισμό, αλλά ακόμη και στο Υπουργικό Συμβούλιο, συνομιλούν με πρυτάνεις που στηρίζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς, αυτό θα αποδειχθεί σύντομα, καθώς οι δυνάμεις αυτές, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, απορρίπτουν τις πρόσφατες «διορθωτικές» παρεμβάσεις και «απαιτούν» την ολοκληρωτική απόσυρση του νέου «νέου» νόμου.
Η υπόθεση της Χαλυβουργίας ήταν θέμα τεσσάρων λεωφορείων με ΜΑΤ, στοιχειώδη επιχειρησιακό σχεδιασμό, σαφή πολιτική εντολή και αντίπαλο έναν «ξεδοντιασμένο» και πολιτικά απαξιωμένο συνδικαλιστικό σχηματισμό. Ηταν εύκολο, αλλά ακόμη και εκεί ζήσαμε εκ των υστέρων «διαπραγματεύσεις» και την παρέμβαση του υπουργού Δικαιοσύνης που ακύρωσε την απόλυση έξι απεργών (γιατί άραγε); Τα φλεγόμενα πανεπιστήμια, όμως, με μπροστάρη ένα κόμμα που επενδύει και υπόσχεται ανοικτά την αναταραχή, είναι άλλη ιστορία.Αυτήν, όμως, την ιστορία θα βλέπει η κυβέρνηση να εξελίσσεται μπροστά της από εδώ και πέρα, με τους ίδιους πρωταγωνιστές, όταν τελειώσουν όχι «τα μπάνια του λαού», αλλά τα δικά τους. Τότε θα φανεί πόσο εγκληματικά ανεύθυνη ήταν η δειλία που έδειξε η κυβέρνηση στο θέμα της Παιδείας. Αν ο κ. Σαμαράς είχε αναγάγει την πλήρη εφαρμογή ενός νόμου, που ήδη είχε αρχίσει να εφαρμόζεται, και που ψήφισαν 255 βουλευτές, σε θέμα πρώτης γραμμής το καλοκαίρι, θα μπορούσε το φθινόπωρο να προβάλει το επιχείρημα της δικής του ισχυρής πολιτικής νομιμοποίησης, αγνοώντας και ίσως αξιοποιώντας, τον αναμενόμενο πολιτικό ακτιβισμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τώρα, όμως, που ο αντίπαλος «μύρισε αίμα», πώς θα τον συγκρατήσεις; Ποια αξία έχει η επίκληση του αριθμού των βουλευτών της συγκυβέρνησης τώρα, όταν δεν έφτασαν οι 255;
Δεν ξέρω αν η ζημιά που έγινε είναι ανατάξιμη, ή αν θα αποδειχθεί θανατηφόρα. Αυτό που ξέρω είναι ότι η φύση των προβλημάτων απαιτεί την τόλμη και την άγνοια κινδύνου που μας υποσχέθηκε ο κ. Σαμαράς. Την τόλμη που έδειξε στη Χαλυβουργία και όχι την άτακτη υποχώρηση που επέλεξε, χωρίς λόγο και χωρίς όφελος, στην Παιδεία. Ισως ο κ. Αρβανιτόπουλος έπρεπε να τον προστατεύσει.
Δυστυχώς, όμως, το κακό ξεκίνησε με τον σχηματισμό του κυβερνητικού σχήματος στο υπουργείο της Παιδείας, σε αγαστή σύμπνοια με τα κόμματα της συγκυβέρνησης. Το... περίεργο επιχείρημα του κ. Βενιζέλου περί νόμου 4009 και Συντάγματος, θα τον... κυνηγάει για χρόνια. Τέλος, ακόμη και ο κ. Κουβέλης μάλλον θα μετανοήσει, έστω και ενδόμυχα, για τον υφυπουργό του. Η αντιμεταρρύθμιση ποτέ δεν ήταν προοδευτική, ούτε αριστερή.
* Ο κ. Λυκούργος Λιαρόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομίας και Οργάνωσης Υπηρεσιών Υγείας, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου