Ο successful πρωθυπουργός και το success story της Ελλάδας στην Κίνα
To XΩΝΙ κρατάει ο Δημήτρης Καζάκης: Όταν ήμουν μαθητής στο λύκειο είχαμε έναν γυμναστή, που μόνο γυμναστής δεν ήταν. Κοντός, στρογγυλός σαν τόπι, αργοκίνητος και άτσαλος σε κάθε του κίνηση και παντελώς αγύμναστος. Με λίγα λόγια το ακριβώς αντίθετο του γυμναστή.
Το μόνο που πρόδιδε την ιδιότητά του ήταν το γεγονός ότι κυκλοφορούσε συνέχεια ντυμένος με μια αθλητική φόρμα. Ωστόσο, τον ευχαριστούσε να μαζεύει τους μαθητές στη δική του ώρα και να τους διηγείται τις success stories, όπως ο ίδιος τις έλεγε, δηλαδή τις επιτυχίες του. Ήταν σε όλα πετυχημένος και ήθελε οι μαθητές του να τον έχουν παράδειγμα προς μίμηση. Κι έτσι οι μαθητές δεν άργησαν να του δώσουν το παρατσούκλι ο successful, αγγλιστί ο πετυχημένος! Ήταν το μόνο αληθινά πετυχημένο πάνω του.
Που να φανταστώ ότι δεκαετίες αργότερα και καταμεσής της χειρότερης κρίσης που περνά η Ελλάδα θα ξαναβρεθώ μ' έναν ακόμη successful. Αυτή την φορά να περιφέρεται ως Έλληνας πρωθυπουργός και να επικαλείται την success story της Ελλάδας! Η Ελλάδα κερδίζει το στοίχημα δήλωσε ο φερόμενος ως Έλληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, μιλώντας στην Κινέζικη Ακαδημία Επιστημών και κάλεσε τους Κινέζους επιχειρηματίες να επενδύσουν στη χώρα μας και να γίνουν μέρος του «ελληνικού success story»! Βέβαια αυτό που κάποτε ήταν μια πολύ πετυχημένη παρωδία και φάρσα των συμμαθητών μου, σήμερα αποτελεί τον χειρότερο εφιάλτη της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων.
Αυτός λοιπόν ο τύπος, ο successful πρωθυπουργός, που αν δεν είχε στερήσει η καλπάζουσα ανεργία, η εξαθλίωση, τα αδιέξοδα και τα χρέη που διογκώνονται το έμφυτο χιούμορ του Έλληνα, είναι σίγουρο ότι θα τον έβλεπε όπως ακριβώς είναι, δηλαδή σαν έναν τρισάθλιο παλιάτσο, εντεταλμένο να ξεπουλήσει τον λαό και την χώρα στον πρώτο τυχόντα, βρέθηκε και στην Κίνα.
Στην ομιλία του στην Κινεζική Ακαδημία έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη ζημιά που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία λόγω της κρίσης, στη μείωση του ΑΕΠ περίπου κατά 25%, αλλά και στην ιδιαίτερα υψηλή ανεργία που αγγίζει το 27% και στους νέους το 60%. «Το σκέφτομαι κάθε πρωί που ξυπνάω» τόνισε. «Δημιουργεί τεράστια προβλήματα κοινωνικής συνοχής που πρέπει να αντιμετωπίσεις. Κι ο μόνος τρόπος είναι να αξιοποιήσεις κάθε κονδύλι, κάθε πρόγραμμα, αλλά και να προχωρήσεις αμέσως σε επενδύσεις και αποκρατικοποιήσεις. Ελπίζουμε ότι από τώρα ως τον Οκτώβριο θα έρθει σε αυτή την "άνυνδρη" οικονομία η βροχή του τουρισμού. Περιμένουμε 17 εκατ. τουρίστες φέτος. Και θέλω να ελπίζω ότι με Κινέζους τουρίστες θα ξεπεράσουμε τα 18 εκατομμύρια φέτος ή του χρόνου».
Προσέξτε σκεπτικό. Μιλά για την ανεργία λες και είναι κάτι παράδοξο. Λες και συμβαίνει από μόνη της χωρίς να είναι, αφενός, η πιο λογική συνέπεια της οικονομικής πορείας που έχουν επιβάλει οι αρχιερείς του δόγματος και, αφετέρου, ο πιο βασικός μοχλός διάλυσης των εργασιακών σχέσεων και της αγοράς εργασίας. Με τέτοια ανεργία δεν μπορεί να υπάρξει ούτε καν οργανωμένη αγορά εργασίας, ενώ το εργατικό δυναμικό στο σύνολό του δέχεται τέτοια απαξίωση που κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την δουλειά και το μέλλον του. Με άλλα λόγια πρόκειται για την πεμπτουσία της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, που θεωρεί ο successful πρωθυπουργός, οι επιτελείς του και τα μεγάλα αφεντικά ως αλάνθαστο γιατρικό.
Κανείς εργαζόμενος δεν πρόκειται να δεχτεί ποτέ να δουλέψει σαν Κινέζος κούλης, με μεροκάματα και συνθήκες εργασίας που προσιδιάζουν της «κομμουνιστικής» Κίνας, αν δεν είχε την πίεση της μαζικής ανεργίας. Αν δεν υπήρχε η ανεργία, κάθε μέτρο ελαστικοποίησης της εργασίας, κάθε μέτρο αναίρεσης βασικών εργατικών δικαίων, κάθε μέτρο μετατροπής του χώρου δουλειάς, αλλά και της αγοράς εργασίας σε πεδίο όπου κυριαρχεί το bellum omnium contra omnes, δηλαδή ο πόλεμος όλων εναντίον όλων ανάμεσα στους εργαζόμενους, θα αντιμετωπιζόταν με πεισματική αντίσταση.
Όταν στην πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα η Βρετανία, χάρις στην βιομηχανική επανάσταση που η ίδια μονοπωλούσε και της έδινε την δυνατότητα να κυριαρχεί παγκόσμια με βάση το δόγμα της «ελευθερίας των αγορών» – το οποίο στην πράξη σήμαινε ελευθερία δική μου να εισβάλω στις δικές σας αγορές – ένα από τα πιο δημοφιλή συγγράμματα οικονομίας στα σαλόνια της καλής κοινωνίας και στις ακαδημίες, ήταν του Patrick Colquhoun, A Treatise on the Wealth, Power and Resources of the British Empire, το οποίο είχε εκδοθεί στο Λονδίνο το 1814. Σ' αυτό το σύγγραμμα απ' όπου κατάγονται όλες οι σύγχρονες οικονομικές θεωρίες των επιτελείων της Ουάσιγκτον, των Βρυξελλών και του Βερολίνου, αναφέρονται τα εξής: «Φτώχεια είναι εκείνη η κατάσταση και οι συνθήκες στην κοινωνία, όπου το άτομο δεν διαθέτει πλεονάζον εργατικό δυναμικό σε απόθεμα, ή, με άλλα λόγια, καμία ιδιοκτησία ή μέσα διαβίωσης, εκτός από αυτά που προέρχονται από τη συνεχή άσκηση στην εργασία στις διάφορες ασχολίες της ζωής.
Η φτώχεια είναι επομένως το πιο αναγκαίο και απαραίτητο συστατικό στην κοινωνία χωρίς την οποία τα έθνη και οι κοινότητες δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν σε μια κατάσταση πολιτισμού. Είναι η μοίρα του ανθρώπου. Είναι η πηγή του πλούτου, αφού χωρίς φτώχεια δεν θα μπορούσε να υπάρχει εργασία. Δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν πλούτη, ευγένεια, ανέσεις, και κανένα όφελος για εκείνους που μπορεί να έχουν στην κατοχή τους πλούτο, αλλά καθόσον χωρίς ένα μεγάλο ποσοστό της φτώχειας, το πλεόνασμα εργασίας δεν θα μπορούσε ποτέ να καταστεί παραγωγικό για προμηθευτούν είτε ανέσεις, είτε πολυτέλειες της ζωής. . .» (σ. 321-22) Έτσι μιλούσε τότε η επίσημη Βρετανία, η οποία από την εξαθλίωση των εργατών εξαρτούσε την παντοκρατορία της.
Η φτώχεια είναι επομένως το πιο αναγκαίο και απαραίτητο συστατικό στην κοινωνία χωρίς την οποία τα έθνη και οι κοινότητες δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν σε μια κατάσταση πολιτισμού. Είναι η μοίρα του ανθρώπου. Είναι η πηγή του πλούτου, αφού χωρίς φτώχεια δεν θα μπορούσε να υπάρχει εργασία. Δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν πλούτη, ευγένεια, ανέσεις, και κανένα όφελος για εκείνους που μπορεί να έχουν στην κατοχή τους πλούτο, αλλά καθόσον χωρίς ένα μεγάλο ποσοστό της φτώχειας, το πλεόνασμα εργασίας δεν θα μπορούσε ποτέ να καταστεί παραγωγικό για προμηθευτούν είτε ανέσεις, είτε πολυτέλειες της ζωής. . .» (σ. 321-22) Έτσι μιλούσε τότε η επίσημη Βρετανία, η οποία από την εξαθλίωση των εργατών εξαρτούσε την παντοκρατορία της.
Ο εκβιασμός του εργαζόμενου με την φτώχεια και την αδυναμία να συντηρηθεί εκτός κι αν αποδεχτεί την πιο άγρια κι ανελέητη εκμετάλλευση του, ήταν και παραμένει έως σήμερα η πηγή του μεγάλου ιδιωτικού πλουτισμού. Ειδικά για όσους ήθελαν να κερδίσουν από την παγκόσμια αγορά, από την εξωστρέφεια της οικονομίας, από τις ξένες επενδύσεις και το ξένο εμπόριο. Αυτή η καταστροφική λογική για τον εργαζόμενο και την κοινωνία την είχαν εντοπίσει πολλοί φιλελεύθεροι διανοητές, που παρά την αστική καταγωγή τους, δεν είχαν χάσει τα μυαλά τους, ούτε την επιστημονική τους εγκυρότητα στο όνομα του άκρατου ιδιωτικού πλουτισμού.
Έτσι ο Μπένζαμιν Φράνγκλιν έβγαζε ένα πολύ ενδιαφέρον για την σημερινή μας κατάσταση και πολύ χρήσιμο συμπέρασμα από την επικράτηση της Αμερικανικής επανάστασης. Αξίζει να τον διαβάσουμε για να διαπιστώσουμε πόσο επίκαιρα είναι σήμερα αυτά που έγραφε πριν από δυο αιώνες και βάλε:
«Η ανεξαρτησία και η ευημερία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής θα ανατιμήσει τους μισθούς στην Ευρώπη, ένα πλεονέκτημα για το οποίο πιστεύω ότι κανείς δεν έχει ακόμη μιλήσει. Το χαμηλό επίπεδο των μισθών είναι ένα από τα μεγαλύτερα ελαττώματα των πολιτικών ενώσεων της Ευρώπης, ή μάλλον του παλιού κόσμου... Δυστυχώς, σε όλες τις πολιτείες του παλιού κόσμου, η πολυπληθέστερη κατηγορία των πολιτών δεν έχει τίποτα για να ζήσει εκτός από τους μισθούς της, και αυτοί είναι ανεπαρκείς για την υποστήριξή της. Αυτή είναι η πραγματική αιτία της δυστυχίας τόσων εργατών που εργάζονται στα χωράφια, ή σε εργοστάσια στις πόλεις. Είναι η πραγματική αιτία της εξαθλίωσης, ένα κακό που εξαπλώνεται κάθε μέρα, όλο και περισσότερο, καθώς οι κυβερνήσεις προσπαθούν να ελέγξουν με αδύναμες θεραπείες μόνο την εξαχρείωση των ηθών και σχεδόν κάθε εγκλήματος. Η πολιτική της τυραννίας και του εμπορίου έχει αγνοήσει και έχει μεταμφιέσει αυτές τις αλήθειες. Το φρικτό αξίωμα ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι φτωχοί, ώστε να μπορούν να παραμείνουν σε υποταγή, εξακολουθεί να υποστηρίζεται από πολλά πρόσωπα με σκληρή καρδιά και διεστραμμένη αντίληψη, με τους οποίους θα ήταν άχρηστο να φιλονικήσει κανείς. Άλλοι, πάλι, νομίζουν ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι φτωχοί, από την σκοπιά των τα υποτιθέμενων συμφερόντων του εμπορίου. Πιστεύουν ότι αν αυξηθεί το επίπεδο των μισθών θα αυξήσει την τιμή της παραγωγής του εδάφους και ειδικότερα της βιομηχανίας, η οποία πωλείται σε ξένα έθνη, και, συνεπώς, ότι η εξαγωγή καθώς και τα κέρδη που προκύπτουν απ' αυτή θα πρέπει να μειωθούν.
Αλλά αυτό το κίνητρο είναι ταυτόχρονα σκληρό και αβάσιμο. Είναι σκληρό μιας και όποια κι αν είναι τα πλεονεκτήματα του εξωτερικού εμπορίου, αν για να τα κατέχουν, θα πρέπει το ήμισυ του έθνους να λιώνει στην εξαθλίωση και δεν μπορούμε χωρίς εγκληματική προσπάθεια να τα αποκτήσουμε, τότε γίνεται καθήκον της κυβέρνησης να τα εγκαταλείψει. Η επιθυμία να κρατηθεί χαμηλά το επίπεδο των μισθών, με σκοπό να ευνοηθεί η εξαγωγή των εμπορευμάτων, είναι σαν να προσπαθήσεις να καταστήσεις τους πολίτες ενός κράτους σε κατάσταση εξαθλίωσης, ώστε οι ξένοι να μπορούν να αγοράσουν τις παραγωγές τους σε φθηνότερη τιμή. Είναι, στην καλύτερη περίπτωση, σαν να προσπαθείς να πλουτίσουν λίγοι έμποροι από την εξαθλίωση το σώματος του έθνους. Είναι σαν να παίρνεις το μέρος του ισχυρότερου σε αυτόν τον ήδη τόσο άνισο ανταγωνισμό, ανάμεσα στον άνθρωπο που μπορεί να πληρώσει τους μισθούς και σ' αυτόν που έχει την ανάγκη τους. Είναι, με μια λέξη, σαν να ξεχνάμε ότι το αντικείμενο της κάθε πολιτικής κοινωνίας πρέπει να είναι η ευτυχία του μεγαλύτερου αριθμού πολιτών.
Αυτό το κίνητρο είναι, επιπλέον, αβάσιμο. Κι αυτό γιατί, προκειμένου να διασφαλιστεί σε ένα έθνος μια κερδοφόρα εξαγωγή για τα προϊόντα της γεωργίας και της βιομηχανίας του, δεν είναι απαραίτητο ότι το επίπεδο των μισθών θα πρέπει να μειωθεί τόσο εξαιρετικά χαμηλά, όπως το βρίσκουμε σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Δεν είναι ο μισθός του εργάτη, αλλά η τιμή του εμπορεύματος, που θα πρέπει να μειωθεί, ώστε αυτά τα εμπορεύματα να μπορούν να πωλούνται σε ξένα έθνη. Όμως, ξεχνούν να κάνουν αυτή τη διάκριση. Ο μισθός του εργάτη είναι η τιμή της ημερήσιας εργασίας του. Η τιμή των εμπορευμάτων είναι το συνολικό κόστος για να συγκεντρωθεί η παραγωγή του εδάφους, ή να προετοιμαστεί οποιοδήποτε προϊόν της βιομηχανίας. Η τιμή αυτής της παραγωγής μπορεί να είναι πολύ μέτρια, ενώ ο εργάτης μπορεί να λαμβάνει καλές αμοιβές - δηλαδή, τα μέσα για να αποκτήσει μια άνεση διαβίωσης. Η εργασία που χρειάζεται να συγκεντρώσει ή να προετοιμάσει το αγαθό προς πώληση μπορεί να είναι φθηνή και ο μισθός του εργάτη καλός.
Παρά το γεγονός ότι οι εργάτες του Μάντσεστερ και του Νόργουιτς Norwich, όπως και εκείνοι της Αμιένης και του Abbeville, απασχολούνται στο ίδιο είδος της εργασίας, οι πρώτοι λαμβάνουν σημαντικά υψηλότερες αμοιβές από τους τελευταίους. Κι όμως τα μάλλινα υφάσματα του Μάντσεστερ και του Νόργουιτς, της ίδιας ποιότητας, δεν είναι τόσο ακριβά όπως αυτά από Αμιένη και Abbeville. Θα πάρει πολύ χρόνο για να αναπτυχθεί πλήρως αυτή η αρχή. Θα αρκεστώ να επισημαίνω εδώ, ότι προκύπτει σε ένα μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η τιμή της εργασίας στις τέχνες, ακόμη και στον τομέα της γεωργίας, μπορεί υπέροχα να μειωθεί με την τελειότητα των μηχανημάτων που απασχολούνται σ' αυτά, με τη νοημοσύνη και τη δραστηριότητα των εργαζόμενων, καθώς και με τον ορθολογικό καταμερισμό της εργασίας. Τώρα, αυτές οι μέθοδοι της μείωσης των τιμών των βιομηχανικών ειδών δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τους χαμηλούς μισθούς του εργάτη.
Σε ένα μεγάλο εργοστάσιο, όπου τα ζώα χρησιμοποιούνται αντί των ανδρών, και τα μηχανήματα, αντί της ισχύος των ζώων, και όπου ο ορθολογικός καταμερισμός της εργασίας γίνεται για να διπλασιάσει, μάλλον, να δεκαπλασιάσει, τόσο τη δύναμη και το χρόνο, το αγαθό μπορεί να παρασκευάζεται και να πωλείται σε μια πολύ χαμηλότερη τιμή από ό, τι σε εκείνες τις εγκαταστάσεις που δεν έχουν τα ίδια πλεονεκτήματα...» (Readings in the History of Economic Thought. S. Howard Patterson, New York: McGraw-Hill, 1932, σ. 97-98.)
Αλλά αυτό το κίνητρο είναι ταυτόχρονα σκληρό και αβάσιμο. Είναι σκληρό μιας και όποια κι αν είναι τα πλεονεκτήματα του εξωτερικού εμπορίου, αν για να τα κατέχουν, θα πρέπει το ήμισυ του έθνους να λιώνει στην εξαθλίωση και δεν μπορούμε χωρίς εγκληματική προσπάθεια να τα αποκτήσουμε, τότε γίνεται καθήκον της κυβέρνησης να τα εγκαταλείψει. Η επιθυμία να κρατηθεί χαμηλά το επίπεδο των μισθών, με σκοπό να ευνοηθεί η εξαγωγή των εμπορευμάτων, είναι σαν να προσπαθήσεις να καταστήσεις τους πολίτες ενός κράτους σε κατάσταση εξαθλίωσης, ώστε οι ξένοι να μπορούν να αγοράσουν τις παραγωγές τους σε φθηνότερη τιμή. Είναι, στην καλύτερη περίπτωση, σαν να προσπαθείς να πλουτίσουν λίγοι έμποροι από την εξαθλίωση το σώματος του έθνους. Είναι σαν να παίρνεις το μέρος του ισχυρότερου σε αυτόν τον ήδη τόσο άνισο ανταγωνισμό, ανάμεσα στον άνθρωπο που μπορεί να πληρώσει τους μισθούς και σ' αυτόν που έχει την ανάγκη τους. Είναι, με μια λέξη, σαν να ξεχνάμε ότι το αντικείμενο της κάθε πολιτικής κοινωνίας πρέπει να είναι η ευτυχία του μεγαλύτερου αριθμού πολιτών.
Αυτό το κίνητρο είναι, επιπλέον, αβάσιμο. Κι αυτό γιατί, προκειμένου να διασφαλιστεί σε ένα έθνος μια κερδοφόρα εξαγωγή για τα προϊόντα της γεωργίας και της βιομηχανίας του, δεν είναι απαραίτητο ότι το επίπεδο των μισθών θα πρέπει να μειωθεί τόσο εξαιρετικά χαμηλά, όπως το βρίσκουμε σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Δεν είναι ο μισθός του εργάτη, αλλά η τιμή του εμπορεύματος, που θα πρέπει να μειωθεί, ώστε αυτά τα εμπορεύματα να μπορούν να πωλούνται σε ξένα έθνη. Όμως, ξεχνούν να κάνουν αυτή τη διάκριση. Ο μισθός του εργάτη είναι η τιμή της ημερήσιας εργασίας του. Η τιμή των εμπορευμάτων είναι το συνολικό κόστος για να συγκεντρωθεί η παραγωγή του εδάφους, ή να προετοιμαστεί οποιοδήποτε προϊόν της βιομηχανίας. Η τιμή αυτής της παραγωγής μπορεί να είναι πολύ μέτρια, ενώ ο εργάτης μπορεί να λαμβάνει καλές αμοιβές - δηλαδή, τα μέσα για να αποκτήσει μια άνεση διαβίωσης. Η εργασία που χρειάζεται να συγκεντρώσει ή να προετοιμάσει το αγαθό προς πώληση μπορεί να είναι φθηνή και ο μισθός του εργάτη καλός.
Παρά το γεγονός ότι οι εργάτες του Μάντσεστερ και του Νόργουιτς Norwich, όπως και εκείνοι της Αμιένης και του Abbeville, απασχολούνται στο ίδιο είδος της εργασίας, οι πρώτοι λαμβάνουν σημαντικά υψηλότερες αμοιβές από τους τελευταίους. Κι όμως τα μάλλινα υφάσματα του Μάντσεστερ και του Νόργουιτς, της ίδιας ποιότητας, δεν είναι τόσο ακριβά όπως αυτά από Αμιένη και Abbeville. Θα πάρει πολύ χρόνο για να αναπτυχθεί πλήρως αυτή η αρχή. Θα αρκεστώ να επισημαίνω εδώ, ότι προκύπτει σε ένα μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η τιμή της εργασίας στις τέχνες, ακόμη και στον τομέα της γεωργίας, μπορεί υπέροχα να μειωθεί με την τελειότητα των μηχανημάτων που απασχολούνται σ' αυτά, με τη νοημοσύνη και τη δραστηριότητα των εργαζόμενων, καθώς και με τον ορθολογικό καταμερισμό της εργασίας. Τώρα, αυτές οι μέθοδοι της μείωσης των τιμών των βιομηχανικών ειδών δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τους χαμηλούς μισθούς του εργάτη.
Σε ένα μεγάλο εργοστάσιο, όπου τα ζώα χρησιμοποιούνται αντί των ανδρών, και τα μηχανήματα, αντί της ισχύος των ζώων, και όπου ο ορθολογικός καταμερισμός της εργασίας γίνεται για να διπλασιάσει, μάλλον, να δεκαπλασιάσει, τόσο τη δύναμη και το χρόνο, το αγαθό μπορεί να παρασκευάζεται και να πωλείται σε μια πολύ χαμηλότερη τιμή από ό, τι σε εκείνες τις εγκαταστάσεις που δεν έχουν τα ίδια πλεονεκτήματα...» (Readings in the History of Economic Thought. S. Howard Patterson, New York: McGraw-Hill, 1932, σ. 97-98.)
Δυο αιώνες μετά και τα συμφέροντα που λυμαίνονται την χώρα, καθώς και η ληστοσυμμορία των τρωγλοδυτών της πολιτικής που κυβερνά μας έχει ξαναγυρίσει πίσω στις λογικές που απέρριπταν οι πιο φιλελεύθεροι και λογικά σκεπτόμενοι διανοητές του 18ου αιώνα. Να συζητάμε δηλαδή πώς η εξαθλίωση του εργαζόμενου και η καταστροφή της κοινωνίας είναι για το καλό της προόδου και της οικονομίας. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα η μαζική ανεργία, η εξαθλίωση, τα άθλια μεροκάματα και οι δουλειές χωρίς μέλλον δεν είναι παρά η πιο κυνική ομολογία ότι η οικονομία δουλεύει απροκάλυπτα για μια χούφτα παράσιτων που ξέρουν μόνο να συσσωρεύουν πλούτο. Αυτό θα πει πρόοδος! Μόνο που η αλήθεια είναι αυτή που διατύπωνε από την εποχή του ακόμη ο Μπέντζαμιν Φράνκλιν. Αυτό έχει αποδείξει και η παγκόσμια οικονομική εμπειρία για όλες τις χώρες.
Συν κάτι ακόμη. Χωρίς ένα ευρύτατο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας με έμφαση στην παραγωγή με όρους σύγχρονης τεχνολογίας, εφαρμογών και αγαθών, τότε δεν υπάρχει κανένας τρόπος για μια οικονομία σαν της Ελλάδας να γλυτώσει την περιθωριοποίηση σε βαθμό τριτοκοσμικής υποβάθμισης. Η έμφαση στα χαμηλά μεροκάματα, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τις απορυθμίσεις και τις αποκρατικοποιήσεις κατοχυρώνουν την πλήρη αδυναμία της οικονομίας να αντιμετωπίσει την ανεργία. Η κυβέρνηση το ξέρει γι' αυτό και σαν πλασιέ με επικεφαλής έναν παλιάτσο successful σε ρόλο πρωθυπουργό, τριγυρνά σαν πλασιέ προκειμένου να πουλήσει την χώρα ως εφαλτήριο των κινέζων για δουλειές με την Ευρώπη. Η γνωστή από την εποχή των Οθωμανών φιλοσοφία των λεβαντίνων κομπραδόρων που μπορούσαν να πουλήσουν ακόμη και την μάνα τους για μια επικερδή διαμεσολάβηση. Εκεί μας κατάντησαν.
Οι σημερινές πολιτικές απασχόλησης, μαζί με τη διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης, έχουν σαν άμεσο στόχο να φέρουν αντιμέτωπους τον παλιό με το νέο εργαζόμενο, το γονιό με το παιδί του, όπου η ανάγκη για δουλειά του ενός υπονομεύει την ανάγκη για δουλειά του άλλου. Όσο πιο φτηνή γίνεται η εργατική δύναμη, όσο πιο ελαστικές γίνονται οι εργασιακές σχέσεις, όσο αυξάνουν τα ωράρια και ο εργάσιμος βίος, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η ανεργία, τόσο διευρύνεται η προσωρινή και η μερική απασχόληση, τόσο διογκώνονται τα αδιέξοδα για όλους τους εργαζόμενους, αλλά πιο πολύ για τους νέους.
Επομένως η ανεργία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με αποσπασματικά μέτρα, που δεν θίγουν την καρδιά του αναπτυξιακού προβλήματος. Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με λογικές αύξησης των θέσεων εργασίας προσωρινού χαρακτήρα, σε παρασιτικές για την κοινωνία και την οικονομία δραστηριότητες, με όρους εξαθλίωσης και υποταγής του εργαζόμενου. Απαιτείται μια ριζικά διαφορετική πολιτική με στόχο την πλήρη απασχόληση, με θέσεις εργασίας που εξασφαλίζουν προοπτική και αξιοπρέπεια για τον εργαζόμενο σε συνθήκες κατοχύρωσης των δικαιωμάτων του και αναβάθμισης του ρόλου του. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται άμεσα να επιδιωχθεί η προγραμματισμένη αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας, μαζί και μιας ριζικά διαφορετικής ανάπτυξης του τομέα των υπηρεσιών.
Πιο συγκεκριμένα:
· Να καταργηθούν οι μορφές ευλύγιστης, προσωρινής και μερικής απασχόλησης τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα και να κατοχυρωθούν ανελαστικά εργατικά δικαιώματα στη βάση της μόνιμης και σταθερής απασχόλησης.
· Να καταργηθεί το καθεστώς των συμβασιούχων και να αλλάξει ο χαρακτήρας της εποχικής ή συγκυριακής απασχόλησης, έτσι ώστε να μην καλύπτονται με εποχικό προσωπικό πάγιες και μόνιμες θέσεις εργασίας. Σε κάθε περίπτωση ο εποχικά ή συγκυριακά εργαζόμενος πρέπει να έχει ως προς τις αμοιβές και τις εργασιακές του σχέσεις καθεστώς πλήρως απασχολούμενου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις συλλογικές συμβάσεις, και να διαθέτει ακέραια τα κοινωνικοασφαλιστικά του δικαιώματα, ανεξάρτητα από το αν απασχολείται λιγότερο από το κανονικό.
· Να κατοχυρωθούν οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και η εκούσια διαιτησία. Να εξασφαλιστεί θεσμικά και να διευρυνθεί το περιεχόμενο των συλλογικών συμβάσεων και διαπραγματεύσεων. Βασική προϋπόθεση είναι να κατοχυρωθεί η αυτοτέλεια των συνδικάτων με την κατάργηση κάθε είδους σχέσεων, δεσμών και εξαρτήσεων από το κράτος. Να διασφαλιστεί η δημοκρατική λειτουργία και ο διεκδικητικός χαρακτήρας του συνδικαλιστικού κινήματος. Να αναβαθμιστεί ο ρόλος του σε συνδυασμό με τη δημιουργία οργάνων εργατικού και κοινωνικού ελέγχου των εργασιακών σχέσεων και πολιτικών.
· Να καταργηθεί η υπερωριακή απασχόληση. Να διασφαλιστεί το ωράριο των εργαζομένων και οι συγκυριακές ή εποχιακές ανάγκες να καλύπτονται με πρόσθετο προσωπικό στη βάση των συλλογικών συμβάσεων και του σεβασμού των κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων. Η εφαρμογή της τέταρτης βάρδιας να γίνεται μόνο με σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων και των συνδικάτων τους με τρόπο που να διασφαλίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων και να αντιμετωπίζει τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργούνται.
· Να μειωθεί ο πραγματικός εργάσιμος χρόνος για το σύνολο των εργαζόμενων με την άμεση εφαρμογή του 35ωρου (πενθήμερο, εφτάωρο) δίχως μείωση μισθών, συρρίκνωση των κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, ή αλλαγή της εργασιακής σχέσης. Η αποτελεσματική προστασία της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων, η διασφάλιση ανελαστικών ωραρίων, εργασιακών σχέσεων, μαζί και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, πρέπει να έχει σαν επιπλέον στόχο τον δραστικό περιορισμό της δεύτερης δουλειάς και γενικά της υπεραπασχόλησης.
· Να απαγορευτεί η παιδική και εφηβική εργασία έως τα 17 χρόνια, με ταυτόχρονη επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στο λύκειο. Για τους νέους και νέες ηλικίας 18-23 χρονών να εφαρμοστεί μέγιστο ημερήσιο ωράριο εργασίας 5 ωρών χωρίς μείωση του μεροκάματου ή του μισθού και με ακέραια όλα τα δικαιώματα που έχουν όλοι οι εργαζόμενοι. Να απαγορευτεί η απασχόληση των νέων σε βαριές και ανθυγιεινές δουλειές.
· Να κατοχυρωθεί η ισότητα στους όρους και τις αμοιβές της εργασίας ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες. Να προστατευτεί και να στηριχθεί η μητρότητα, αλλά και η πατρότητα. Για τη μητέρα ή τον πατέρα ανήλικων τέκνων να υιοθετηθεί μειωμένο ημερήσιο ωράριο εργασίας 5 ωρών χωρίς μείωση μισθού και δικαιωμάτων.
· Να δοθεί η δυνατότητα πρόωρης και πλήρους συνταξιοδότησης σε όλους τους εργαζόμενους που είναι άνω των 55 και έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον 35 έτη εργασίας με δυνατότητα εξαγοράς πρόσθετων ετών.
· Άμεση μετατροπή του ΟΑΕΔ σε ταμείο ασφάλισης κατά της ανεργίας με τον επαναπροσανατολισμό του συνόλου των πόρων του στην πραγματική στήριξη των ανέργων με το επίδομα ανεργίας στο 80% του βασικού μισθού για ολόκληρη την περίοδο της ανεργίας και την κατοχύρωση πλήρη κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων των ανέργων. Το ταμείο ασφάλισης κατά της ανεργίας θα πρέπει να αποτελεί οργανικό τμήμα της κοινωνικής ασφάλισης, να στηρίζει το σύνολο των ανέργων δίχως προαπαιτήσεις και προϋποθέσεις για ολόκληρο το διάστημα που αυτοί παραμένουν άνεργοι, να το διαχειρίζονται αποκλειστικά εκπρόσωποι των εργαζομένων δίχως η κυβέρνηση να έχει αρμοδιότητα παρέμβασης ή ελέγχου και να επιβαρύνει την εργοδοσία στο σύνολό της.
· Η πάλη για τον περιορισμό των απολύσεων πρέπει να είναι συνεχής. Να παρθούν πρόσθετα νομοθετικά μέτρα περιορισμού των απολύσεων που να καλύπτουν το σύνολο των εργατοϋπαλλήλων και των εργατοτεχνιτών. Να καταργηθεί ο θεσμός της διαθεσιμότητας και να προστατεύεται η συνδικαλιστική δράση στους χώρους δουλειάς. Να θεσμοθετηθεί η αποφασιστική γνώμη των συνδικάτων για τις απολύσεις και γενικά για την πολιτική απασχόλησης σε επίπεδο επιχείρησης και κλάδου.
· Να εξασφαλιστούν σύγχρονες συνθήκες εργασίας και υγιεινής των εργαζομένων, με άμεσα υπόλογη την εργοδοσία και με αποφασιστικό λόγο και ρόλο των ίδιων των εργαζομένων και των συνδικάτων.
· Να αναβαθμιστεί η σημασία και να βελτιωθεί η επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων ώστε να αντιστοιχηθεί με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας. Η παροχή της πρέπει να είναι αποκλειστική υπόθεση των Επαγγελματικών Επιμελητηρίων και να χρηματοδοτείται από τις επιχειρήσεις ως σύνολο.
· Να περιοριστεί δραστικά η αυταπασχόληση, η εργασία με δελτίο παροχής, που αποτελεί μορφή εξαρτημένης εργασίας δίχως κατοχυρωμένα δικαιώματα για τον εργαζόμενο. Να καταργηθεί η δυνατότητα πρόσληψης εργαζομένων με «σύμβαση έργου» ή ιδιωτικό συμφωνητικό. Ο εργοδότης πρέπει να υποχρεωθεί σε όλες τις περιπτώσεις να αμείβει και να αντιμετωπίζει τον εργαζόμενο με βάση τα ισχύοντα για τους μισθωτούς (συλλογικές συμβάσεις και νομοθεσία), ενώ με κάθε έκδοση δελτίου παροχής θα πρέπει να επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα επιδόματα που προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις, όπως και με το σύνολο των εργατικών και εργοδοτικών εισφορών στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Μόνο με άμεσα μέτρα σαν κι αυτά μπορεί να υπάρξει μια δραστική αποκλιμάκωση της ανεργίας και κυρίως των νέων. Πριν καν τεθεί σε «πρόσω ολοταχώς» η παραγωγική μηχανή της οικονομίας.
Δημήτρης Καζάκης, δημοσιεύτηκε Στο ΧΩΝΙ της 19/5/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου