Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Το χρονικό μιας αιματοβαμμένης απεργίας στην Καλαμάτα


Τελευταία Ενημέρωση: 30/12/2013
Ήταν 7 Μαΐου του 1934, όταν ξεκίνησε στην Καλαμάτα μια απεργία που, δυστυχώς, βάφτηκε με αίμα συμπολιτών μας και έθεσε την πόλη σε στρατιωτικό νόμο.
Για πολλές δεκαετίες έγινε σημείο αναφοράς για τους αγώνες των εργατών σ’ όλη τη Μεσσηνία, αλλά και την υπόλοιπη χώρα. Πρόκειται για την απεργία που ξεκίνησαν οι λιμενεργάτες και οι μυλεργάτες των αλευρόμυλων «Ευαγγελίστρια», οι οποίοι ήρθαν σε αντιπαράθεση με τους τότε ιδιοκτήτες των μύλων.
Ξεσηκώθηκαν έχοντας συμπαραστάτες ολόκληρη την πόλη, και αντιπάλους δυνάμεις του Στρατού και της Χωροφυλακής. Ήταν μια απεργία για χάρη της οποίας στήθηκαν πολυβόλα στο λιμάνι της Καλαμάτας, παρατάχθηκαν ολόκληροι λόχοι του Στρατού και, τελικά, χύθηκε αίμα αθώων πολιτών.
Η απεργία, που συντάραξε την πόλη και συγκλόνισε ολόκληρη τη χώρα, σε μια εποχή ταραγμένη οικονομικά, ξεκίνησε εξαιτίας της απόφασης των ιδιοκτητών των μύλων να εγκαταστήσουν ένα μηχάνημα το οποίο θα ρουφούσε τα σιτάρια από τα πλοία και θα τα μετέφερε απευθείας στις αποθήκες της «Ευαγγελίστριας».
Οι λιμενεργάτες αντέδρασαν άμεσα και έδειξαν έτοιμοι για απεργιακές κινητοποιήσεις. Για να αποφευχθούν οι κινητοποιήσεις, το κράτος πρότεινε στους λιμενεργάτες να λαμβάνουν ως σωματείο 6 δραχμές για κάθε τόνο σιταριού που θα εκφορτωνόταν. Όμως, οι λιμενεργάτες δεν πείσθηκαν στο «χρυσωμένο χάπι» και ήταν βέβαιοι ότι πλέον χάνουν τη δουλειά τους.
Στις 6 Μαΐου του 1934, ημέρα Κυριακή, στη Νομαρχία Μεσσηνίας πραγματοποιείται σύσκεψη προκειμένου να ληφθούν μέτρα εν όψει της λειτουργίας του μηχανήματος των μύλων (τότε την είχαν ονομάσει ρουφήχτρα) στις 9 Μαΐου. Με το φόβο ισχυρών κινητοποιήσεων, η τοπική εξουσία αποφασίζει να παραταχθούν δυνάμεις του Στρατού και της Χωροφυλακής στο λιμάνι της Καλαμάτας. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας στρατιώτες πεζοί και έφιπποι χωροφύλακες έχουν πάρει θέσεις σε όλο το μήκος του λιμανιού.
Την επομένη, 7 Μαΐου, στη γενική συνέλευση των λιμενεργατών, κηρύσσεται απεργία για την επομένη. Οι Καλαματιανοί είναι αναστατωμένοι με αυτές τις εξελίξεις και στις συζητήσεις που γίνονται, τάσσονται υπέρ της απεργίας των λιμενεργατών. Οι καταστηματάρχες της περιοχής του λιμανιού αποφασίζουν να κλείσουν τα μαγαζιά τους όσο θα διαρκεί η απεργία.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, δύο συνδικαλιστές λιμενεργάτες επικοινωνούν με το υπουργείο Οικονομικών σε μία προσπάθεια να βρουν μια ύστατη λύση, αλλά οι συνάδελφοί τους δεν αποδέχονται την προσφορά των 6 δραχμών ανά τόνο, τους αποκηρύσσουν και ξεκινούν τον απεργιακό αγώνα.
Την ημέρα που ακολούθησε, 8 Μαΐου, η πόλη είχε κυριολεκτικά νεκρώσει.
Δυνάμεις του Στρατού περιπολούν και ένα πολυβόλο έχει στηθεί στο λιμάνι, δημιουργώντας συνθήκες εκφοβισμού.
Το απόγευμα καταφθάνει στο λιμάνι της Καλαμάτας το πλοίο «Λίμνη» και την επομένη θ’ άρχιζε η εκφόρτωση των σιταριών από τα αμπάρια του πλοίου με το νέο μηχάνημα.
Οι λιμενεργάτες μαζί με τις οικογένειές τους και πολίτες της Καλαμάτας βρίσκονται στο λιμάνι και αποδοκιμάζουν την είσοδο του καραβιού. Στο πλευρό τους τάσσονται και οι μυλεργάτες, που κήρυξαν επίσης απεργία.
Ανοργάνωτα γίνεται μια προσπάθεια να διασπαστούν οι δυνάμεις του Στρατού που προστάτευαν τους μύλους… αλλά αποτυγχάνει.
Το πρωί της Τετάρτης 9 Μαΐου η προκυμαία του λιμανιού είναι πλημμυρισμένη από κόσμο. Λιμενεργάτες, μυλεργάτες και πολίτες που βρίσκονται στο πλευρό τους έχουν σκοπό να μην επιτρέψουν την εκφόρτωση του πλοίου «Λίμνη».
Η κατάσταση είναι τεταμένη. Άνδρες του στρατού βρίσκονται παρατεταγμένοι μπροστά από τους μύλους, εμποδίζοντας τους απεργούς να εισβάλουν στο κτήριο. Στο πλοίο έχουν μεταφερθεί, επίσης, στρατιώτες και χωροφύλακες με τα όπλα ανά χείρας.
Στις 8 το πρωί ξεκινά το μηχάνημα να «ρουφά» το σιτάρι από το πλοίο «Λίμνη».
Οι απεργοί εξαγριώνονται και προσπαθούν να σπάσουν τα μπλόκα των στρατιωτών. Σε κάθε τους προσπάθεια δέχονται χτυπήματα από τα κοντάκια των όπλων.
Σε λίγα λεπτά, οι απεργοί αντιλαμβανόμενοι ότι δεν μπορούν να πλησιάσουν τους μύλους, παίρνουν την απόφαση να κινηθούν δια θαλάσσης, προς το πλοίο που εκφορτωνόταν.
Τρεις λιμενεργάτες επιβιβάζονται σε μια βάρκα, που σέρνει μια φορτηγίδα και σ’ αυτήν ανεβαίνουν ακόμα περίπου 50 άτομα. Κινούνται προς το πλοίο «Λίμνη», ενώ και στην ξηρά συνεχίζεται η προσπάθεια να διασπαστούν οι δυνάμεις του Στρατού και της Χωροφυλακής.
Όταν η βάρκα έφθασε σε κοντινή απόσταση από το πλοίο, ακούστηκε από τα μεγάφωνα εντολή να ακινητοποιηθεί. Οι λιμενεργάτες αγνόησαν τις εντολές και συνεχίζουν την προσπάθεια να πλησιάσουν το πλοίο με άγριες φωνές και, προφανώς, όχι καλές διαθέσεις.
Τότε ο διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων δίνει εντολή για πυρά κατά βούληση. Για περίπου 15 λεπτά δέχονται καταιγισμό πυρών, όχι βέβαια προς τους ανθρώπους. Επικρατεί αναστάτωση μεγάλη στο λιμάνι. Οι συγκεντρωμένοι επιτίθενται με κάθε μέσο στους άνδρες του Στρατού, αλλά τελικά υποχωρούν καθώς βλέπουν δίπλα τους τραυματίες και νεκρούς.
Ο απολογισμός είναι βαρύς. Δύο λιμενεργάτες στη φορτηγίδα νεκροί και άλλοι δύο βαριά τραυματισμένοι.
Τα πυρά σταμάτησαν, όταν οι εξεγερμένοι σταμάτησαν τις αλλεπάλληλες επιθέσεις τους, προκειμένου να περιθάλψουν τους τραυματίες.
Ακολουθεί πανδαιμόνιο που θυμίζει πολεμική ζώνη. Ξαφνικά, οι εξεγερμένοι σηκώνοντας τους νεκρούς στα χέρια, ξεκινούν μια συγκλονιστική πορεία προς το κέντρο της Καλαμάτας. Μαζί τους ενώνεται πλήθος Καλαματιανών. Στην πορεία προς το κέντρο, οι εξεγερμένοι διαλύουν το κατάστημα της Τράπεζας Αθηνών και καταστρέφουν το σπίτι ενός από τους δύο ιδιοκτήτες των μύλων. Επίσης, καταστρέφεται ολοσχερώς ένας συρμός του τραμ, από τη μανία και την αγανάκτηση των διαδηλωτών.
Τμήματα του Στρατού έχουν μεταφερθεί στο κέντρο της πόλης. Οι διαδηλωτές έρχονται αντιμέτωποι με μία στρατιωτική φρουρά, επιτίθενται και καταφέρνουν να τραυματίσουν πολλούς από τους στρατιώτες.
Χωροφυλακή και Στρατός ανοίγουν και πάλι πυρ κατά των διαδηλωτών. Αποτέλεσμα δύο ακόμα νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Οι δυνάμεις του Στρατού γίνονται ακόμα πιο βίαιες και απωθούν τους διαδηλωτές.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, οι απεργοί, μπρος στη βία, έχουν διασπαστεί και η εξέγερση έχει τελειώσει.
Οι αρχές έχουν επιβάλει σχεδόν στρατιωτικό νόμο στην πόλη της Καλαμάτας. Τα δημόσια κτήρια και το λιμάνι φρουρούνται, ενώ περιπολούν στην πόλη ισχυρές δυνάμεις του Στρατού.
Δίδεται, μάλιστα, η εντολή, τα πτώματα των νεκρών να μη συλλεχθούν, ώστε να παραμείνουν στους δρόμους για παραδειγματισμό.
Την επομένη μέρα γίνονται οι κηδείες των νεκρών, οι οποίες παίρνουν μορφή διαδηλώσεων, αλλά όχι επιθετικών.
Η κατάσταση σιγά σιγά εκτονώνεται. Στις 11 Μαΐου απομακρύνονται από τις θέσεις τους ο νομάρχης, οι διοικητές του Στρατού και της Χωροφυλακής, καθώς και ο λιμενάρχης. Ήταν μία ενέργεια της κυβέρνησης για να εκτονωθεί η ένταση. Παράλληλα, όμως, συλλαμβάνονται δεκάδες λιμενεργάτες ως υπαίτιοι της αιματηρής εξέγερσης.
Τελικά, οδηγούνται σε δίκη 6 λιμενεργάτες. Τέσσερις απ’ αυτούς καταδικάστηκαν σε 18μηνη φυλάκιση και δύο χρόνια εξορίας στον Άγιο Ευστράτιο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κανείς από τους αξιωματικούς ή την τοπική εξουσία δε διώχτηκε ποινικά.
Η προσωπική αντίληψις του εισαγγελέως ήταν ότι τα αιματηρά γεγονότα οφείλονταν εις την έξαψιν των πνευμάτων.
Η αθηναϊκή εφημερίδα «Έθνος» στις 10 Μαΐου σχολίασε αυστηρά τα αιματηρά αυτά γεγονότα, και τις ευθύνες τις έριξε στην τότε κυβέρνηση, η οποία δεν έδωσε την πρέπουσα ικανοποιητική λύση στην αντιπαράθεση των δύο μερών.
Σχολιάζοντας συνέχισε ότι ουδείς μπορεί να εμποδίσει την άνοδο και πρόοδο μιας επιχείρησης, όμως πρέπει να ικανοποιηθούν και οι μέχρι τότε μοχθούντες εργαζόμενοι για την επιχείρηση αυτή, αξιοπρεπώς.
Αυτά συνέβησαν στην Καλαμάτα μας πριν από 80 χρόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου