Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

250 χρόνια από την πρώτη ατυχή επανάσταση


Οι πρώτες πολεμικές ενέργειες 
       Ο Παναγιώτης Μπενάκης ήταν ο πιο σημαντικός άνδρας της επαναστατικής κίνησης και ο πιο έμπιστος των Ρώσων, εικάζεται μάλιστα ότι τον προόριζαν για ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Με έξοδά του είχε συγκεντρώσει τουλάχιστον από τον προηγούμενο χρόνο, ίσως και παλαιότερα, ένα αξιόλογο στρατιωτικό σώμα από 1.400 άνδρες, το οποίο προφασιζόταν αρχικά, ότι το προόριζε για την ασφάλεια της Καλαμάτας. Λέγεται ότι κρυφά είχε συγκεντρώσει τροφές και πήγε στο Οίτυλο να συναντήσει το Θεόδωρο Ορλώφ στον οποίο πρότεινε ένα σχέδιο ενεργείας, που προέβλεπε να σχηματιστούν δύο Σπαρτιατικές Λεγεώνες επανδρωμένες με Μανιάτες, η Ανατολική και η Δυτική. 

      Στην Προσηλιακή ή Ανατολική Μάνη σχηματίστηκε η Ανατολική Σπαρτιατική Λεγεώνα, στην οποία αποσπάστηκαν 20 Ρώσοι στρατιώτες με επικεφαλής το λοχαγό Μπάρκωφ και τον Έλληνα υπολοχαγό Αντώνιο Ψαρό, ο οποίος ήταν πλοίαρχος εμπορικού σκάφους και όταν πληροφορήθηκε για τη ρωσική εκστρατεία στην Πελοπόννησο έσπευσε να ακολουθήσει. Στην Ανατολική Λεγεώνα από τους Μανιάτες αναφέρονται ο καπετάν Δημητράκης και ο καπετάν Γρηγοράκης. Ο Σ. Β. Κουγέας θεωρεί ότι Δημητράκης θα ήταν ο πατέρας του Τζανήμπεη Γρηγοράκη, αλλά το 1770 αυτός δεν ζούσε. Να θεωρήσει κανείς ότι ήταν ο Καβαλιέρης-Δημήτριος Γρηγοράκης και ο αδελφός του Τσιγκούριος-Γρηγόριος είναι παρακινδυνευμένο, διότι και οι δύο τότε ήταν σε νεαρή ηλικία. Πρώτα η Ανατολική Λεγεώνα αντιμετώπισε τους Τουρκοβαρδουνιώτες, οι οποίοι πανικόβλητοι έφυγαν για να φυλαχθούν στο Μυστρά. Εντύπωση κάνει το γεγονός ότι στην πορεία της Ανατολικής Λεγεώνας προς το Μυστρά δεν αναφέρεται καμία τουρκική αμυντική προσπάθεια στο κάστρο του Πασσαβά, αφού εκεί ορίστηκε τόπος συγκέντρωσης της Ανατολικής Λεγεώνας. Ίσως αυτό σημαίνει ότι σε προ- ηγούμενο χρόνο είχε εγκαταλειφθεί από τους Τούρκους ή είχε εγκατασταθεί εκεί από το 1715 η οικογένεια των Τουρκοβαρδουνιωτών Καραμαναίων που τελικά τους έδιωξαν οι Μανιάτες. Στη Δυτική Σπαρτιατική Λεγεώνα τοποθετήθηκαν 12 Ρώσοι στρατιώτες και διακόσιοι Έλληνες υπό τη διοίκηση ενός Ρώσου λοχαγού. Υποχρεώθηκαν όλοι να δώσουν όρκο πίστης στην αυτοκράτειρα Αικατερίνη, όπως έκανε και ο Πανα- γιώτης Μπενάκης, ο οποίος έμεινε στην Καλαμάτα για τη φρούρηση της πόλης. Η Δυτική Λεγεώνα ξεχύθηκε στην ύπαιθρο της Μεσσηνίας και έσφαζε Τούρκους και λεηλατούσε τις περιουσίες τους. Από τα γραπτά του Σουλεϋμάν Πενάχ του έτους 1785, μαθαίνουμε ότι το 1770 στην Καλαμάτα κατοικούσαν 15 Τούρκοι και με την είσοδο των Μανιατών στην πόλη, δεν αντιστάθηκαν και εγκατέλειψαν τα υπάρχοντά τους στη διάθε- ση των επαναστατών, κατέφυγαν δε στα κάστρα της Μεθώνης και της Κορώνης. Στην Ανδρούσα, που κατακλύστηκε από Μανιάτες και άλλους Έλληνες, οι Τούρκοι πολιορκήθηκαν στους υπάρχοντες πύργους. Για τρεις ημέρες έγιναν μάχες και με τη μεσολάβηση του Μητροπολίτη μερικοί από τους Τούρκους της Ανδρούσας κατέφυγαν στα κάστρα της Μεθώνης και της Κορώνης. Άλλοι κατέφυγαν στο Νησί, όπου δέχθηκαν την επίθεση Μανιατών κ.ά., οι οποίοι μερικούς αιχμαλώτισαν και τους υπόλοιπους σκότωσαν. Ο Στασινός Δαρειώτης από το Νησί (Μεσσήνη) επαναστάτησε και συνέδρα- με τη Δυτική Λεγεώνα. Ένα μέρος των επαναστατών πέρασε από το Λεοντάρι και έφθασε τελικά μέχρι την Αρκαδιά (Κυπαρισσία) υπό τη διοίκηση του Δολγορούκωφ, ο οποίος διατάχθηκε να βαδίσει εναντίον του Νεοκάστρου για να κυριεύσει ένα ασφαλές λιμάνι. Προηγουμένως οι Τούρκοι της Αρκαδιάς ήθελαν να σφάξουν όλους τους Έλληνες, αλλά φοβήθηκαν τα αντίποινα και με τη μεσολάβηση του Γάλλου προξένου έγινε συμφωνία να φύγουν για κάποιο νησί του Αιγαίου. Στο τέλος όμως οι Μανιάτες κατέσφαξαν τους Τούρκους και πυρπόλησαν την πόλη. Κατά μια άλλη εκδοχή, οι Μανιάτες και οι Μεσσήνιοι βρήκαν τους Τούρκους της Αρκαδιάς απροετοίμαστους και τους πολιόρκησαν. Μετά από συμφωνία παρέδωσαν τα όπλα τους και πολλοί αναχώρησαν και πήγαν να φυλαχθούν στα γειτονικά κάστρα. Μερικοί ανέβαλαν την αναχώρησή τους και οι Έλληνες παραβιάζοντας τη συμφωνία, τους έκλεισαν όλους σε ένα σπίτι και έβαλαν φωτιά και τους έκαψαν ζωντανούς. Ένα από τα πολλά σφάλματα που έγιναν στις επιχειρήσεις, ήταν ότι οι Ρώσοι δεν προσπάθησαν από την πρώτη στιγμή να ξεσηκώσουν όλο το Μοριά, επειδή ο Θεόδωρος Ορλώφ ήταν συνεχώς αναβλητικός στις αποφάσεις του. Αναφέρεται για την κινητοποίηση στο εσωτερικό της Πελοποννήσου: «...Εν τω μεταξύ εστάλησαν και απεσταλμένοι εις το εσωτερικόν της χερσονήσου, ίνα αναγγείλωσι την άφιξιν των Ρώσσων και καλέσωσι τον λαόν εις εξέγερσιν. Αλλ’ ουδεμία κίνησις αξία λόγου εγένετο τότε εν τη Πελοποννήσω. Τα ολίγα των Ρώσσων πλοία ουδεμίαν ενέπνεον εμπιστοσύνην εις τους κατοίκους αυτής, οίτινες ευλόγως προέβλεπον, ότι οι Τούρκοι, αναλαβόντες θάρρος μετά την πρώτην κατάπληξιν, ήθελον έχη τον απαιτούμενον χρόνον να τεθώσι πανταχού εν αμύνη και να περιμένωσι την βοήθειαν των γειτόνων χωρών...». Σχετικά με την κινητοποίηση του Μπενάκη αναφέρεται: «...Ο δε Μπενάκης κατήρτισεν εν Καλάμαις σώμα στρατιωτικόν πολυάριθμον εξ Ελλήνων, ωπλισμένων ως επί το πολύ δι’ εξόδων του, ενισχύετο δε απαύστως και περιέμενε κατά τα συμπεφωνημένα την άφιξιν του Αλεξίου και του Παπάζωλη... Εν τούτοις και ούτος πολλά, ως φαίνεται, υποσχεθείς, ολίγα ηδυνήθη να εκτελέση, ουδ’ ηδυνήθη να εμβάλη προθυμίαν τινά εις τους Μανιάτας, ίνα ταχθώσιν υπό τους Ρώσσους...». Αντίθετη γνώμη εκφράζει ο Γκρέϋγκ ο οποί- ος αναφέρει ότι στον Πασσαβά συγκεντρώθηκαν αμέσως 1.200 Μανιάτες. Οι Ρώσοι δεν έφεραν μαζί τους επαρκή εφόδια παρά μόνο 40 κιβώτια όπλα και στολές, τις οποίες φορούσαν οι Μανιάτες και οι Τούρκοι τους θεωρούσαν Ρώσους. Ο Αθ. Γρηγοριάδης κατέγραψε πληροφορίες από παράδοση, οι οποί- ες αναφέρονται σε αποστολή όπλων από τους Ρώσους, που όμως δεν φαίνονται καθόλου ασφαλείς, ούτε επιβεβαιώνονται από άλλες πηγές: «...Ο Παπάζογλους παραδόσας εις τον Μωραγιάνην Γρηγοριάδην 3 χιλιάδας όπλα, πολλά ξίφη, για- ταγάνια, πιστόλια, και πυριτοθήκας, και δέκα κιβώτια πλήρη πολεμοφοδίων, ανε- χώρησεν εκείθεν την 26ην Δεκεμβρίου εις Λακεδαίμονα και συνεννοήθη μετά των προυχόντων Κρεββατάδων, παραδόσας εις αυτούς 4.000 όπλα και ικανά πολεμοφό- δια. Εκείθεν απήλθεν εις Λακωνίαν όπου συνεννοηθείς μετά του πανισχύρου ηγεμό- νος Ιωάννου Μαυρομιχάλη, και των λοιπών προυχόντων και παραδόσας εις αυτούς 5.000 όπλα και ικανά πολεμοφόδια, κατήλθεν την 7ην Ιανουαρίου του έτους 1769 εις Καλάμας και κατέλυσεν εν τη οικία του Μωραγιάννη Μπενάκη...». Για την πολιορκία της Κορώνης εκτός από τους Μανιάτες των Μαυρομιχαλαίων και του Αθ. Κουμουνδούρου συγκεντρώθηκαν στο Πεταλίδι 400 Ρώσοι στρατιώτες υπό τον πρίγκιπα Δολγορούκωφ και ήρθαν ακόμη 100 Μαυροβούνιοι με τον επίσκοπό τους, Επτανήσιοι, Ρουμελιώτες και Σφακιανοί.

Ριζόμυλος ή Δερβένι: 
      Μια αξιοπρόσεκτη πληροφορία που μας δίνει ο Α.-Α. Lemaire622, είναι ότι από την πρώτη στιγμή της εκστρατείας 2.000 Μανιάτες, ο αριθμός αυτός κρίνεται υπερβολικός, πήγαν στο Δερβένι. Αυτό είναι στο Μακρυπλάγι και με τη στενωπό του ελέγχεται ο δρόμος ο οποίος από τα Παραδείσια περνά από το χωριό Δερβένι, ακολουθούν οι στροφές της Τσακώνας και φθάνει στην Άνω Μεσσηνία. Η σχετική περικοπή από το ημερολόγιό του αναφέρει: «…Στις (25 Φεβρουαρίου/) 8 Μαρτίου οι Μανιάτες, που ο αριθμός τους ανερχόταν σε πολλές χιλιάδες, προχώρησαν ως τη Λογγά, το Καστέλλι, το Βουνάρι και άλλα γειτονικά στην Κορώνη χωριά, λεηλατώντας και καίγοντας τα σπίτια των Τούρκων. Γλύτωσαν μόνο αυτά των Ελλήνων. Έχουν επικεφαλής τους πάρα πολλούς Μοσχοβίτες, οι οποίοι τους διοικούν, τους κατευθύνουν και τους μαθαίνουν να τηρούν μια πειθαρχία που δεν είχαν γνωρίσει ποτέ. Δύο χιλιάδες Μανιάτες κατέλαβαν το στενό πέρασμα του δερβενιού, το οποίο βρίσκεται στη μέση της διαδρομής από την Τριπολιτσά, δώδεκα λεύγες από εδώ (την Κορώνη), με αποτέλεσμα να είναι πλέον αδύνατο να φτάσει κάποια (τουρκική) ενίσχυση για να προστατεύσει το νότιο τμήμα του Μοριά από την (ρωσική) εισβολή…». Την πληροφορία αυτή δεν επικαλείται κανείς άλλος από τους παλαιότερους συγγραφείς των Ορλωφικών. Οι μεταγενέστεροι, μετά την εικασία που έκανε ο Σ. Β. Κουγέας, εντοπίζουν τη στάθμευση των Μανιατών στο Ριζόμυλο. Ο Γ. Β. Νικολάου, που παρουσίασε το ημερολόγιο του Γάλλου προξένου, παρασυρόμενος από την πρόσφατη βιβλιογραφία, αναφέρει ότι δύο χιλιάδες Μανιάτες κατέλαβαν τα στενά του Ριζομύλου. Από τα στενά του Ριζομύλου όμως δεν προστατεύεται το νότιο τμήμα του Μοριά.  Άλλωστε ο Lemaire καθορίζει ότι τα στενά που κατέλαβαν οι Μανιάτες βρίσκονται στο μέσον της διαδρομής Κορώνης-Τριπολιτσάς. Ακόμη την απόσταση των στενών από την Κορώνη υπολογίζει σε 12 λεύγες. Σε άλλο σημείο υπολογίζει την απόσταση της Κορώνης από το Νησί σε 6 λεύγες και από την Ανδρούσα σε 8 λεύγες, επομένως τα στενά που θα φύλασσαν οι Μανιάτες θα έπρεπε να βρίσκονται βορειότερα της Ανδρούσας, άρα αποκλείονται τα στενά του Ριζομύλου. Στο ερώτημα, πώς προέκυψε ο Ριζόμυλος ως τόπος οχύρωσης των Μανιατών κατά τα Ορλωφικά, η απάντηση είναι ότι πρόκειται για εικασία του Σ. Β. Κουγέα στην οποία οδηγήθηκε από κακή πληροφόρηση. Ο Rulhière, αγνοώντας την τοπογραφία της περιοχής, δημιούργησε λανθασμένες εντυπώσεις, συγχέοντας το Δερβένι με το Νησί και έγραψε: «...Τότε οι Τούρκοι και οι Αλβανοί, στρατοπεδευμένοι κάτω στην Τριπολιτσά, μαθαίνοντας ότι ο στόλος τους εμφανίστηκε ανατολικά του Μοριά, έσπευσαν 8.000 προς την πεδιάδα της Κορώνης από τη στενωπό του Νησιού (le défilé de Nisy). Αυτή η σπουδαία στενωπός φυλασσόταν από τους Μανιάτες. Το χωριό Nisy είναι χτισμένο σε ένα φαράγγι ανάμεσα σε δύο βουνά από τα οποία το ένα έχει το όνομα του Ηφαίστου (Vulcain-Βουλκάνο), πράγμα που μας κάνει να συμπεράνουμε ότι τα ερείπια που είναι γεμάτη η κορυφή του είναι από ένα ναό αφιερωμένο στην Παναγία. Ο Μανιάτης καπετάνιος Ιωάννης Μαυρομιχάλης εισέβαλε στο χωριό, αφού εγκατέλειψε τους Ρώσους από δυσαρέσκεια...». Το Νησί όμως δεν είναι χτισμένο σε στενοπορία και από τη μια πλευρά είναι μεν το βουνό Βουλκάνο, αλλά από την άλλη είναι η πεδιάδα της Κάτω Μεσσηνίας. Το Δερβένι, όπως δηλώνει και το όνομά του, βρίσκεται σε στενωπό και πολλές φορές έγινε πεδίο πολεμικών συγκρούσεων, διότι έλεγχε την επικοινωνία μεταξύ Αρκαδίας και Μεσσηνίας. Την πλάνη για τα στενά του Ριζομύλου δημιούργησαν οι τοπο- γραφικές περιπλοκές του Rulhière, διότι όλοι στηρίχτηκαν στην περιγραφή του. Ακόμη ο Rulhière και χρονολογικά λανθασμένα αναφέρει ότι αποσπάστηκε ένα σώμα Μανιατών κατά τη λύση της πολιορκίας της Κορώνης, για την οποία έγινε λογομαχία και επήλθε δυσαρέσκεια. Ενώ ο Lemaire γράφει ότι πριν φθάσουν στην Κορώνη, ένα μέρος των Μανιατών, χωρίς να κατονομάζει τον αρχηγό του, είχε πάει στο Δερβένι. Ίσως ο Rulhière δανείστηκε το όνομα του Ιωάννη Μαυ- ρομιχάλη από την τελική μάχη που έγινε στο Νησί, χωρίς να το συναντήσει στις ιστρορικές πηγές.για τη λογομαχία και την αποχώρηση από την Κορώνη. Ο Κ. Παπαρηγόπουλος, φαίνεται ότι έλαβε υπ’ όψη του τον Rulhière, αλλά αγνόησε τα περί στενωπού στο Νησί και έγραψε: «...Μετά δε ταύτα ο οσμανικός στρατός ενέβαλεν εις την Πελοπόννησον. Ενταύθα ο Αλέξιος Ορλώφ επολιόρκει έτι την Μεθώνην, ο δε Ιωάννης Μαυρομιχάλης, όστις προ καιρού είχε δυσαρεστηθή προς τους Ρώσους και χωρισθή απ’ αυτών, κατείχε το Νησίον μετά ικανών τινων Μανιατών...». Ο Κ. Σάθας ακολούθησε και αυτός τον Rulhière και αναφερόμενος στην κάθοδο των Τουρκαλβανών από την Τρίπολη στη Μεσσηνία σημείωσε: «...Κατά την στιγμήν εκείνην ο εν Τριπολιτσά στρατοπεδεύων Αλβανός Χατζή Οσμάν επί κε- φαλής οκτώ χιλιάδων εξώρμησε προς την Μεσσηνίαν. Ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης αποχωρισθείς των Ρώσων από της μετά του Ορλώφ συγχύσεως, διέτριβε τότε εν Νησίω επί κεφαλής των Μανιατών...». Πότε όμως προέκυψε η δυσαρέσκεια του Ιωάννη Μαυρομιχάλη, κατά την άφιξη του Θεόδωρου Ορλώφ στο Οίτυλο ή κατά τη λύση της πολιορκίας της Κορώνης; Ο Π. Μ. Κοντογιάννης628, ακολουθώντας επίσης το Rulhière, έγραψε: «… Τούρκοι και Αλβανοί, αφού συνήγαγον εκ του πεδίου της Μάχης (της Τριπολιτσάς) την λείαν εχύθησαν, ουδεμίαν ευρόντες αντίστασιν, εις την πεδιάδα της Μεσσηνί- ας, ελεηλάτουν δε και έφθειρον αυτήν. Αλλά διερχόμενοι παρά το Νησίον δίοδον τινά, συνήντησαν φυλάττοντα αυτήν μετά Μανιατών τον Ιωάννην Μαυρομιχάλην όστις περιελθών εις έριδας προς τους Ρώσσους είχεν αφήση αυτούς. Οι Αλβανοί και οι Τούρκοι, περί τας οκτώ χιλιάδας όντες, αρχηγόν είχον τον Χατζή Οσμάν βέην. Ο Μαυρομιχάλης, καίπερ προς τους Ρώσους ερίσας, ανήγγειλεν αυτοίς την προσέγγισιν του εχθρού, ανελάμβανε δε να κρατήση επί πλείστον χρόνον αυτόν, ίνα οι Ρώσοι δυνηθώσιν ή να έλθωσιν εις βοήθειάν του ή να σωθώσιν, αν εφοβούντο. Αλλ’ οι Ρώσσοι, είτε ένεκα προσωπικής δυσαρεσκείας, είτε διότι είχον πλέον τελεί- ως περιέλθη εις απόγνωσιν, εγκατέλειπον αυτόν. Εν τούτοις ο Μαυρομιχάλης δεν υπεχώρησεν· προσβληθείς υπό πολλαπλασίου εχθρού, επιδών δε τους συντρόφους του φονευθέντας, αιχμαλωτισθέντας ή φυγόντας, ωχυρώθη μετά των απομεινάντων είκοσι τεσσάρων εντός του Μελιπύργου και εκράτησεν εκεί επί τρεις ημέρας και νύκτας τον περιζώσαντα αυτόν τουρκικόν στρατόν· αλλά τέλος βόμβα διαρραγείσα προ του πύργου, εφόνευσε πάντας τους περί αυτόν. Ο ίδιος όμως κατώρθωσε να διαφύγη κεκαλυμμένος υπό πληγών μετά του μικρού υιού αυτού Πέτρου, του μετά ταύτα περιωνύμου Πετρόμπεη….». Να σημειωθεί ότι του Ιωάννη Μαυρομιχάλη γιός ήταν ο Γεώργιος, ο οποίος αιχμαλωτίστηκε εκεί, εξισλαμίστηκε και σταδιοδρόμησε στο τουρκικό ναυτικό και είναι ο γνωστός Σουκιούρμπεη. Ο Σ. Β. Κουγέας γράφει: «…Αι σύγχρονοι γαλλικαί πηγαί Rulhière και Villemain ομιλούν περί στενωπού (défilé), την οποίαν καταλαβών ο Ιωάννης Mαυρομιχάλης με τους 400 συμπολεμιστάς του, ως άλλοτε ο Λεωνίδας με τους 300 την στενωπόν των Θερμοπυλών, εδέχθη την συντριπτικήν επίθεσιν των 5000 Τουρκαλβανών. Εικάζω ότι η στενοπορία αυτή είναι το σημερινόν στενόν του περί τα 12 χιλιόμετρα από Νησίου προς Βελίκαν ευρισκομένου «Ριζόμυλου», όπου ακριβώς γίνεται η διακλάδωσις της εκ Μεσσήνης εις Πύλον και Πεταλίδι-Κορώνην αμαξιτής οδού…». Την εικασία του Σ. Β. Κουγέα δεν επιβεβαιώνει ο Lemaire ο οποίος καθορίζει τις αποστάσεις. Επομένως, στηριζόμενοι στις πληροφορίες του Lemaire, θα πρέπει να θεωρήσουμε ως πιθανότερη εκδοχή, ότι ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης πριν να αρχίσει η πολιορκία της Κορώνης αποσπάστηκε από τη Δυτική Λεγεώνα και πήγε στο Δερβένι, το οποίο ο Σουλεϋμάν Πενάχ αποκαλεί Μαρμάρι. Σύμφωνα με το Lemaire δεν ευσταθούν τα αναφερόμενα ότι ο Ιωάννης Μαυ- ρομιχάλης ήταν στην πολιορκία της Κορώνης και όταν δόθηκε η εντολή να την λύσουν, αυτός δυσαρεστήθηκε και έφυγε και πήγε με δική του πρωτοβουλία μαζί με το σώμα του στα στενά του Ριζομύλου. Στο ημερολόγιο του Γκρέυγκ αναφέρεται ότι στις 3 Μαΐου ο Δολγορούκωφ πληροφορήθηκε ότι μεγάλο σώμα Τουρκαλβανών έρχεται σε βοήθεια των πολιορκημένων της Μεθώνης και έδωσε εντολή σε ισχυρό ελληνικό σώμα να καταλάβει στενωπό για να εμποδίσει την κάθοδό του μέχρι το ρωσικό στρατόπεδο. Αυτή η αποστολή σρατευμάτων είναι άσχετη με τον Ιωάννη Μαυρομιχάλη, διότι τότε αυτός ήταν ήδη πολιορκημένος στο Νησί. 

Η πολιορκία της Κορώνης
      Όπως αναφέρθηκε, οι Μανιάτες πρότειναν στο Θεόδωρο Ορλώφ την πολιορκία του κάστρου της Κορώνης την οποία είχε πολιορκήσει το 1685 ο Μοροζίνη. Ο Θεόδωρος Ορλώφ ακολούθησε χωρίς προβληματισμό τη συμβουλή τους. Η επιλογή της πολιορκίας τού κάστρου αυτού κρίθηκε αργότερα ως ατυχής, αφού τα τείχη της πόλης ήταν ισχυρά και μια βαθειά τάφρος περιέβαλλε το φρούριο. Για την κατάληψη της πόλης ήταν αναγκαία η καταστροφή μέρους του τείχους με το πυροβολικό, που θα διευκόλυνε την είσοδο των πορθητών. Η φρουρά του κάστρου ήταν απροετοίμαστη για άμυνα, δεν είχε γίνει εφοδι- ασμός με τρόφιμα, ούτε προμήθεια πυρομαχικών, ενώ οι υπερασπιστές του κά- στρου είχαν πεσμένο ηθικό, αφού αριθμητικά ανέρχονταν σε 400, οι οποίοι είχαν ενισχυθεί από 50 Δουλτσινιώτες Μουσουλμάνους και από λίγους Τούρκους της υπαίθρου. Ακόμη είχαν στρατολογήσει βίαια και μερικούς Έλληνες από το Βαρόσι (ο έξω του κάστρου οικισμός) της Κορώνης για πυροβολητές. Οι Τούρκοι δεν προχώρησαν σε σφαγές των Ελλήνων, όπως συνήθιζαν σε τέτοιες περιπτώσεις, διότι είχαν το φόβο, ότι θα μπορούσε να έχουν αργότερα την ίδια τύχη. Λίγες ημέρες μετά την άφιξη του Θεόδωρου Ορλώφ στο Οίτυλο κατέπλευ- σε και ο Σπυριδώφ και άρχισε η πολιορκία της Κορώνης. Τα ρωσικά πλοία ξε- κίνησαν στις 27 Φεβρουαρίου / 10 Μαρτίου και την επομένη ήταν μποστά στην πόλη. Όπως αναφέρθηκε οι Μανιάτεςμε τους Μαυρομιχαλαίους και τον Αθ. Κουμουνδούρο ξεκίνησαν από τη στεριά και πήγαν στο Πεταλίδι, όπου συνάντησαν το Ρώσο αντισυνταγματάρχη πρίγκιπα Δολγορούκωφ με 400 Ρώσους και τους Μαυροβούνιους. Όλοι δε μαζί προχώρησαν προς στην Κορώνη, και αφού πέρασαν τη Λογγά, το Καστέλι και το Βουνάρι ένα μέρος των Μανιατών ανέλαβε να φυλάξει τη διάβαση στο Δερβένι του Μακρυπλαγίου. Την ίδια ημέρα Ρώσοι και Μανιάτες εγκαταστάθηκαν στον πύργο του Τζαφέρογλου και στον Άγιο Δημήτριο που βρίσκονται σε απόσταση ενός και πλέον χιλιομέτρου από την Κορώνη. Προχωρώντας οι Μανιάτες μαζί με Ρώσους αξιωματικούς σε ένα πλάτωμα κοντά στο φρούριο, δέχθηκαν επίθεση από εκατό περίπου Τούρκους, ακολούθησε μάχη με λιγοστές απώλειες και στις δύο πλευρές και οι Τούρκοι γύρισαν στο κάστρο και την επομένη έκλεισαν οριστικά οι πύλες του. Η πολιορκία της Κορώνης άρχισε την 1/12 Μαρτίου. Τη γενική εποπτεία της πολιορκίας είχε ο Θεόδωρος Ορλώφ, του οποίου όμως η ικανότητα αμφισβητήθηκε. Επί τρεις ημέρες ο στόλος κανονιοβολούσε την ανατολική πλευρά του φρουρίου, για να καλύψει την κατασκευή πυροβολο- στοιχίας μέσα στο Βαρόσι της Κορώνης. Οι Τούρκοι δεν έρριξαν ούτε ένα βλήμα εναντίον τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι: «...Η φρουρά της Κορώνης, συγκειμένη εξ ανάνδρων και απειροπολέμων Τούρκων, αθλίως εμάχετο προς ανανδροτέρους και απειροτέρους...». Οι Ρώσοι δεν οργάνωσαν καλά τις πυροβολαρχίες τους. Όταν άρχισαν να κανονιοβολούν το φρούριο, απάντησαν και οι Τούρκοι, οι οποίοι προηγουμένως δεν τους είχαν χτυπήσει. Ο κανονιοβολισμός εκατέρωθεν δεν ήταν συχνός. Με το ρυθμό που χτυπούσαν οι Ρώσοι, δεν μπορούσαν να ελπίζουν, ότι θα προκαλούσαν ρήγμα στο φρούριο, για να ακολουθήσει έφοδος. Ο Μ. Σακελλαρίου αναζητώντας τον υπεύθυνο της κακής πορείας της πολιορκίας έγραψε. «...Κατά ταύτα πολιορκία στενή, από ξηράς και θαλάσσης καλώς διεξαγομένη, έπρεπε να επιφέρη σοβαράς καταστροφάς και να εξαναγκάση τους πολιορκουμένους εις παράδοσιν. Αλλ’ εκ μέρους των Ρώσων οι όροι ούτοι δεν εξεπληρώθησαν. Αι κατά ξηράν πυροβολαρχίαι εστήθησαν κακώς, τα πυροβόλα ήσαν ολίγα, δώδεκα μόνον, και κακώς συντετηρημένα, μια γαλιότα ευρεθείσα άνευ πολεμεφοδίων έβαλλε κατά μεγάλα διαστήματα. Δηλαδή το κυρίως εκπολιορκητικόν όπλον ήτο ασθενές και όχι αποτελεσματικόν...». Όπως ανέφερε στο ημερολόγιό του ο Γάλλος πρόξενος στην Κορώνη Lemaire: «…Στη διάρκεια της συζήτησης που είχα με τον πρίγκιπα Κοσλοβόσκι μου είπε ότι η επίθεση κατά του κάστρου της Κορώνης θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήταν, μέχρι τώρα, πολύ αδύνατη και όχι πολύ αποφασιστική, διότι ο στρατηγός ήθελε να το προφυλάξει και να μην το καταστρέψει ώστε, μετά την κατάληψή του να το χρησιμοποιήσει ως κύρια στρατιωτική βάση, σε συνδυασμό και με την πολεμικήν εμπειρίαν των γειτόνων Μανιατών. [Είπε επίσης] ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο είχαν κατασκευάσει πάρα πολύ μικρά πυροβολεία και ότι τα πολεμικά πλοία είχαν ρίξει βολές μόνο από πολύ μακριά, ελπίζοντες να εκφοβίσουν και να κουράσουν την τουρκική φρουρά, που δεν ήταν μεγάλη, και να την αναγκάσουν να παραδοθεί. Αν όμως έβλεπαν ότι συνεχίζει να αντιστέκεται, θα αποφάσιζαν τελικά να σφυροκοπήσουν το κάστρο με τα κανόνια και να κατασκευάσουν υπονόμους. Πράγματι αντιλήφθηκα ότι κατέβαζαν από τα πλοία 18 μεγάλα κανόνια, διαμετρήματος 24 ιντσών…». Μέσω του Έλληνα προξένου της Αγγλίας στην Κορώνη έγινε πρόταση στους πολιορκημένους για παράδοση, αλλά οι Τούρκοι την απέρριψαν, ενώ στη συνέχεια έγιναν και άλλες άκαρπες προσπάθειες για να τους πείσουν να παραδοθούν. Αναφέρεται ότι όταν ήρθαν οι Ρώσοι στο Οίτυλο, ο φρούραρχος της Κορώνης είχε παρακαλέσει τον πρόξενο της Γαλλίας να μεσολαβήσει στο Θεόδωρο Ορλώφ για συνθηκολόγηση.  Πριν όμως να αρχίσει η πολιορκία έλαβε ενισχύσεις και βλέποντας τις ανεπαρκείς προετοιμασίες των Ρώσων αποφάσισε να αντισταθεί. Αντίθετα, από τη νωθρή στάση των πολιορκητών, οι Τούρκοι ανέκτησαν το θάρρος τους και αργότερα, στις 23 Μαρτίου/3 Απριλίου, επιχείρησαν να κάνουν επιδρομή στα γύρω χωριά, αλλά εμποδίστηκαν. Στις 2/13 Μαρτίου ο Lemaire έγραψε στο ημερολόγιό του: «…Ήρθε στην κατοικία μου ένας Ρώσος αξιωματικός, απεσταλμένος ενός συνταγματάρχη που διοικεί τις πυροβολαρχίες, για να μου ζητήσει να υποβάλλω εκ μέρους του στους Τούρκους μια πρόταση παράδοσης. Μ’ αυτή τους υπόσχονται ότι θα τους παραχωρήσουν απόλυτη ελευθερία για να φύγουν με τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους και τα πράγματά τους…». Στις 10/21 Μαρτίου έγινε νέα πρόταση στην τουρκική φρουρά του κάστρου για παράδοση, αλλά η απάντηση ήταν ότι αν δεν μπορούσαν να αμυνθούν θα έβαζαν φωτιά στις πυριτιδαποθήκες για να ανατιναχθούν όλοι μαζί, αντί να δοκιμάσουν την τύχη των Τούρκων του Μυστρά. Στο ημερολόγιό του ο Lemaire στις 8/19 Μαρτίου έγραψε ότι συναντήθηκε με τον καπετάν Μιχαλάκη Μαυρομιχάλη τον οποίο χαρακτήρισε ως τον πιο ειλικρινή, τον πιο τίμιο και πιο αφοσιωμένο στη Γαλλία από όλους τους αρχηγούς των Μανιατών. Πρόκειται για έναν από τους γιούς του Ιωάννη Μαυρομιχάλη ο οποίος, όπως αναφέρεται παρακάτω, είχε αξιόλογη δραστηριότητα στα χρόνια του Λάμπρου Κατσώνη (1788-1792). Στις 16/27 Μαρτίου Μανιάτες λήστεψαν τα σπίτια μερικών Γάλλων εμπόρων στο Βαρόσι της Κορώνης και ο Lemaire συμπλήρωσε: «…Οι Ρώσοι αξιωματικοί μου είπαν ότι έχουν την ανάγκη των Μανιατών για να υποτάξουν το Μοριά. Εφ’ όσον δεν διαθέτουν αρκετό στρατό για να το πετύχουν μόνοι τους, είναι αναγκασμένοι να κλείσουν τα μάτια τους στις ληστείες που διαπράττουν. Όταν όμως θα καταλάβουν τα κάστρα θα τους επιβάλλουν πειθαρχία…». Για να επιτύχουν την κατάληψη του φρουρίου, οι Ρώσοι άρχισαν από τις 14/25 Μαρτίου να κατασκευάζουν υπόνομο (λαγούμι), από τον οποίο θα ανατίναζαν ένα μέρος του τείχους. Στην προσπάθειά τους όμως βρήκαν μια μεγάλη πέτρα και χτυπώντας την για να θρυμματιστεί έγιναν αντιληπτοί από τους πολιορκημένους. Ένας Τούρκος αξιωματικός έβαλε πάνω σε ένα τύμπανο κόκκους σιτάρι και από το αναπήδημα αυτών προσδιόρισε το σημείο του υπόνομου, τότε έσκαψαν από την αντίθετη πλευρά ώστε να ξεθυμάνει η έκρηξη χωρίς να βλάψει το τείχος. Στις 2/13 Απριλίου οι Ρώσοι εγκατέλειψαν την προσπάθεια με τον υπόνομο. Στις 3/14 Απριλίου ο Lemaire σχετικά με τον υπόνομο έγραψε στο ημερόγιό του μια άλλη εκδοχή: «…εκατό άνδρες της φρουράς, έχοντας μάθει ότι Ρώσοι και Έλληνες δουλεύουν για να φτιάξουν υπόνομο στην πλευρά του φρουρίου που βρίσκεται προς το Βαρόσι, προωθήθηκαν με την κάλυψη των κανονιών και την κατέστρεψαν γεμίζοντας με χώμα το μεγαλύτερο τμήμα του. Σκοτώθηκαν πέντε έξι από την κάθε πλευρά…». Η έλλειψη προόδου στην πολιορκία της Κορώνης έφερε τη διχόνοια στους ηγέτες της επιχείρησης. Αναφέρεται646 ότι: «...Η αποτυχία και η παράταση της πολιορκίας δεν εβράδυνε να διεγείρωσι δυσαρεσκείας μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων. Και οι μεν Ρώσοι κατηγόρουν τους Έλληνες ως παραστήσαντας υπερβολικάς τας επικουρίας, ας θα εύρισκον εν τη χώρα των, οι δε Έλληνες, ότι οι Ρώσοι εμεγάλυ- ναν τας δυνάμεις, ας προετίθεντο να οδηγήσωσι εις Πελοπόννησον...». Από τον Rulhière αναφέρεται ότι ο Μαυρομιχάλης (χωρίς να σημειώνεται βαφτιστικό όνομα παρά μόνο Mauro) απευθυνόμενος στο Θεόδωρο Ορλώφ του είπε: «Καταστρέψατε τα σπίτια των ελλήνων και αγνοείτε την τέχνη να πολιορκείτε τα κάστρα των Τούρκων...». Ο Ρώσος ενοχλημένος θέλησε να απαντήσει, αλλά ο Μαυρομιχάλης του είπε: «Ακόμη και αν έχης υπό τις διαταγές σου όλο το στρατό της αυτοκρατείρας σου, θα είσαι ένας σκλάβος, ενώ εγώ αρχηγός ενός ελεύθερου λαού και αν η μοίρα με έκανε τον τελευταίο άνθρωπο, το κεφάλι μου θα άξιζε περισσότερο από το δικό σου. Σε αυτά τα λόγια και οι δύο έφεραν τα χέρια τους στα πιστόλια, αλλά ο ένας σταμάτησε από περιφρόνηση και ο άλλος από φόβο...». Ο Ε. Yemeniz έγραψε ότι η διαμάχη αυτή έγινε μεταξύ του Μαυρομιχάλη και του πρίγκιπα Δολγορούκωφ και όχι του Θεόδωρου Ορλώφ. Όμως ο συγγραφέας αυτός δεν είναι πάντοτε αξιόπιστος και δεν είναι γνωστό από πού έλαβε την πληροφορία αυτή. Μετά τη λογομαχία αυτή ο Μαυρομιχάλης έφυγε από το στρατό- πεδο, αλλά δεν είναι γνωστό ούτε το βαφτιστικό του Μαυρομιχάλη, ούτε και ο τόπος στον οποίο πήγε φεύγοντας από την Κορώνη. Κατά τις ημέρες της πολιορκίας της Κορώνης έφθαναν ειδήσεις ότι στην Τρί- πολη συγκεντρώνονταν τουρκο-αλβανικές δυνάμεις και υπήρχε ανάγκη για οχυ- ρωμένο σημείο άμυνας, που να διαθέτει και λιμάνι για τα πλοία, επειδή το λιμάνι του Οιτύλου δεν ήταν ασφαλές για όλες τις καιρικές συνθήκες ιδιαίτερα για με- γάλα πλοία. Γι’ αυτό οι Ρώσοι έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στην κατάληψη του Νεοκάστρου στον κόλπο του Ναυαρίνου. Με την άσκοπη πάροδο του χρόνου έγινε αντιληπτό ότι η παράταση της πολιορκίας της Κορώνης δεν επρόκειτο να φέρει αποτέλεσμα. Ο Θεόδωρος Ορλώφ πήρε την απόφαση να λύσει την πολιορκία, την ιδέα αυτή ασπάστηκε και ο Αλέξιος όταν έφθασε στο Μοριά. Το ενδιαφέρον όλων είχε στραφεί προηγουμένως στο Ναυαρίνο, η κατοχή του οποίου εξασφάλιζε μεγάλο και ασφαλές λιμάνι. Με την άφιξη στις 14/25 Απριλίου του Αλέξιου Ορλώφ στην Πελοπόννησο αποφα- σίστηκε η άμεση λύση της πολιορκίας της Κορώνης651 και η μετακίνησή τους στο Ναυαρίνο, το οποίο ήδη είχε καταληφθεί από τους Ρώσους και τους Μανιάτες.. Στις 15/26 Απριλίου οι Ρώσοι έλυσαν την πολιορκία της Κορώνης και αποσύρθηκαν αρχικά στο Καστέλι και από εκεί στο Ναυαρίνο. Ο Γάλλος πρόξενος Lemaire έδωσε μια περιγραφή των δραματικών στιγμών των κατοίκων κατά την αναχώρηση: «…Οι Έλληνες της Κορώνης και των γειτονικών χωριών, τρομοκρατημένοι από τη λύση της πολιορκίας και επειδή θα τους εγκατέλειπαν στη μανία των Τούρκων, συγκεντρώθηκαν στην άκρη της θάλασσας με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους βγάζοντας δυνατές κραυγές και γυρεύοντας ένα καταφύγιο. Αυτό το θεαμα ενέπνεεε τρόμο και οίκτο. Τα μεγάλα ρωσικά πλοία και μερικά ζακυνθινά πήραν όσους μπόρεσαν. Οι άλλοι ακολούθησαν με τα πόδια τους Ρώσους που πήγαν στο Ναυαρίνο. Η περιοχή της Κορώνης, σε απόσταση τριών λευγών περιμετρικά ερημώ- θηκε στην κυριολεξία. Δεν έμεινε μια ψυχή. Οι Τούρκοι βγήκαν από το κάστρο και έβαλαν φωτιά στο Βαρόσι, χωρίς να πειράξουν τα σπίτια των Γάλλων…». Στο ημερολόγιο του Γκρέυγκ καταγράφεται ότι ο Αλέξιος Ορλώφ, ο οποίος επιστάτησε στην αποχώρηση των πολιορκητών της Κορώνης, έδωσε εντολή να επιβιβάσουν στα πλοία τους γέρους και τους άμαχους, διότι κατάλαβε ότι τους περίμενε η εκδίκηση των Τούρκων. Για τη συνεργασία Μανιατών και Ρώσων αναφέρονται από τον Π. Κοντογιάννη τα ακόλουθα: «...Και προσήλθον μεν προς τον Θεόδωρον, πολιορκούντα την Κορώνην, απεσταλμένοι των επαρχιών, ζητούντες επικουρίας και όπλα, αλλ’ ούτος μόνον υποσχέσεις έδιδεν εις αυτούς, μόνον αναβολάς προέτεινεν. Διά τούτο μόνον ολίγοι Μανιάται κατετάχθησαν εις τας δύο λεγεώνας, ή μετέσχον της πολιορκίας της Κορώνης. Εν τούτοις και πλείονες εάν προσήρχοντο, τα αποτελέσματα θα ήσαν τα αυτά, και ούτως ή άλλως δεν θα εδικαιούντο αι πολλαί ελπίδες αίτινες είχον στηριχθή εις αυτούς. Διότι οι Μανιάται ήσαν μεν πολεμικοί και ασπονδότατοι των Τούρκων εχθροί, δυσκόλως όμως υπεβάλλοντο εις πειθαρχίαν και έρρεπον προς την αταξίαν και την αρπαγήν ένεκα του βίου αυτών καθόλου και των πατροπαραδότων έξεων. Ειθισμένοι εκ παίδων να επιτρέχωσιν τας περί την Μάνην χώρας καθ’ ομάδας υπό εντοπίους αρχηγούς, έχοντας παρ’ αυτοίς το κύρος αδιαφιλονίκητον, αποσυρόμενοι δε, όποτε εδιώκοντο υπό πολυαρίθμου εχθρού, εις τα δυσπρόσιτα αυτών όρη, αδύνατον ήτο διά μιάς και διά μαγείας να αναγνωρίσωσι την αρχηγίαν ξένου και ξενοτρόπου αρχηγού, όστις ηγνόει την γλώσσαν των, και ον πρώτην φοράν έβλεπον. Έργον δε δυσχερές αναλάμβανεν ο επιχειρών να παρατάξη αυτούς εις γραμμήν, να αναγκάση αυτούς να δεχθώσι τας διαταγάς του ή να παραμείνωσι επί πολύ πολιορ- κούντες εν φρούριον άνευ τινός ωφελείας, ενώ εκείνοι κατά τας επιδρομάς αυτών είχον πρόχειρον την λείαν, εξ ης επορίζοντο τα προς το ζην. Εντεύθεν οι Μανιάται εδυσπίσθησαν και διετέθησαν δυσμενώς προς τους Ρώσους ευθύς εξ αρχής...». Στα λόγια του Π. Κοντογιάννη θα μπορούσε να προστεθεί και η αιτία για την οποία οι Ρώσοι είχαν την εντύπωση πως οι Μανιάτες δεν ήταν γενναίοι. Οι Ρώ- σοι αγνοούσαν την τοπικήν ιστορίαν και δεν κατανοούσαν, γιατί οι Βενετοί χρη- σιμοποιούσαν τους Μανιάτες με επιτυχία. Συνδύαζαν τον τακτικό στρατό τους με τα άτακτα σώματα των Μανιατών, οι οποίοι δελεαζόμενοι από τη λαφυραγω- γία, ενεργούσαν ορμητικές εφόδους και προκαλούσαν σύγχυση και διάλυση των εχθρικών γραμμών. Δεν είχαν εκπαίδευση για να αντιμετωπίζουν σε παράταξη τα- κτικό στρατό ή μεγάλα στρατιωτικά σώματα και πολύ περισσότερο ιππικό, όμως είχαν δεξιοτεχνία εκτός από τις ορμητικές επιθέσεις και στον αμυντικό πόλεμο, όταν υπεράσπιζαν οχυρές θέσεις και ακόμη στις ενέδρες. Οι Ρώσοι όντας έξω από την πραγματικότητα, νόμιζαν πως οι Έλληνες μπορούσαν ακόμη και μόνοι τους να διώξουν τους Τούρκους από τον τόπο τους, αλλά τους έλειπε ο ενθουσιασμός και είχαν έρθει αυτοί με τις προκηρύξεις τους για να τους ενθουσιάσουν. Δεν ήταν όμως αυτή η μοναδική έλλειψη. Η λύση της πολιορκίας της Κορώνης που ακολούθησε είχε δυσμενή επίδραση στην ψυχολο- γία των Ελλήνων, διότι φάνηκε πως ο αριθμός των Ρώσων ήταν ανεπαρκής για πολιορκία. Ο Τούρκος Σουλεϋμάν Πενάχ αναφέρει ότι η πολιορκία της Κορώνης από ξηρά και θάλασσα κράτησε μερικές ημέρες και έγιναν μάχες χωρίς αποτέλεσμα καθώς και ότι μετά την αποτυχία τους οι Ρώσοι και οι Έλληνες έλυσαν την πολιορκία τους απελπισμένοι. Ο Γάλλος πρόξενος στην Κορώνη Lemaire  έκρινε την επιχείρηση της πολιορκίας της Κορώνης με τα ακόλουθα: «…Ο τρόπος με τον οποίο διηύθυνε τις επιχειρήσεις ο Ρώσος στρατηγός (Θεόδωρος Ορλώφ) μου φάνηκε το ίδιο λαθεμένος όσο ριψοκίνδυνο ήταν και το σχέδιό του. Φθάνοντας στη Μάνη χρονοτρίβησε επί δεκατρείς ημέρες διατάζοντας να φτιάξουν γαλιότες που δεν ήταν καθόλου αναγκαίες για τις πολιορκίες, επιτρέποντας ταυτόχρονα στους Μανιάτες να λεηλατούν την ύπαιθρο. Αντίθετα, εάν είχε πάει αμέσως στην Κορώνη, με τους Μοσχοβίτες και με τις 15 έως 20 χιλιάδες Μανιάτες, θα εύρισκε το κάστρο χωρίς εφόδια και άνδρες. Τα χωρίς κιλλίβαντες κανόνια θα είχαν προκαλέσει τόσο μεγάλη έκπληξη στη φρουρά ώστε θα παραδιδόταν με το πρώτο κάλεσμα για παράδοση. Είμαι σε θέση να μιλάω γι’ αυτό γνωρίζοντας τα πράγματα γιατί οι [οι Τούρκοι] διοικητές με είχαν ενημερώσει για τις διαθέσεις τους και με είχαν συμβουλευτεί για τους όρους που ήθελαν να απαιτήσουν, όταν θα παραδίδονταν. Όταν δεν έχει κανείς αρκετές δυνάμεις για να υποτάξει έναν εχθρό σιγά-σιγά, πρέπει να επιδιώξει να τον αιφνιδιάσει και να μην του αφήσει περιθώριο να προετοιμαστεί. Η παράδοση της Κορώνης θα οδηγούσε στην παράδοση, χωρίς μάχη, των φρουρίων της Μεθώνης και του Νεοκάστρου και οι ρωσικές δυνάμεις παρόλο που ήταν τόσο μικρές, θα είχαν επιτυχίες, τουλάχιστον στις νότιες περιοχές του Μοριά. Ο νέος διοικητής (Αλέξιος Ορλώφ) φθάνοντας έκανε ένα τρίτο ανεπανόρθωτο λάθος όταν διέταξε να λυθεί η πολιορκία της Κορώνης, αφού παρέμεινε επί 45 ημέρες άπραγος μπροστά σ’ αυτό το κάστρο χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια για να το καταλάβει. Η φρουρά, που την αποτελούσαν, σχεδόν εξ ολοκλήρου, μερικοί δειλοί και άπειροι αξιωματικοί, ήταν μαθημένη στους κανονιοβολισμούς και άρχισε να βλέπει αυτόν τον πόλεμο σαν μια πραγματική κωμωδία. Αντί να εξουδετερώσει με μία δυνατή και χωρίς διακοπή επίθεση, της πρόσφερε έναν πλήρη θρίαμβο που την κατέστησε ανίκητη. [Έτσι] ανάγκασε τους Μοραΐτες (Τούρκους) να αμυνθούν μέχρις εσχάτων και έδωσε το κουράγιο στους Τούρκους, που είχαν διασκορπιστεί στο Μοριά, να ανασυνταχθούν και να κατορθώσουν τελικά να νικήσουν ολοκληρωτικά τους Ρώσους. Η λύση αυτής της πολιορκίας εξέπληξε και τους Έλληνες, θάβοντας όλες τις ελπίδες τους…».

Πηγή: http://www.etlasp.gr/images/mani.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου